Ηλείοι μάρτυρες υπεράσπισης και κατηγορίας στη δίκη του Κολοκοτρώνη

Γονική Κατηγορία: Ιστορία Ιστορικά θέματα Εμφανίσεις: 7056

Μάρτυρες υπεράσπισης

Μαρτυρία του Σπύρου Γκουμά,

Μουντριζιάνου της Επαρχίας Ολυμπίας, ετών 42, γεωργού.

Ότι γνωρίζω τους εγκαλουμένους. Δεν ηξεύρω, διατί εφυλακίσθησαν. Κανείς δεν με είπεν, ούρε παρακίνησε να μαρτυρήσω τίποτε, ότι ηξεύρω τι.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Εφυλακίσθην εις Ναύπλιον, διατί;

Δεν ηξεύρω. Έμεινα εις φυλακή έως δύο μήνας. Ότι ο μεγαλύτερος μας Αναστασόπουλος, Κρεσταινίτης μας είπε, ότι έδωσε τριάντα τάλιρα του Ρηγανιού. Πρώτον εξωμολογήθην, όταν μ' έφεραν εδώ, όχι μετά ταύτα.

Μαρτυρία του Αναγνώστου Διαμαντοπούλου

από Άλβαιναν, χωρίον Ολυμπίας,

ετών 45, γεωργός. 

Γνωρίζω τον Χρήστον Νικολάου Ζακύνθιον. Τον γνωρίζω ως δάσκαλο οπού ήλθε εις το χωρίον μας, τον είχα εις το σπίτι μου, δεν ενθυμούμαι, από πότε τον είχαμε δάσκαλο, έπαυσε, αφ' ου επήγε με τον Κοντοβουνήσιον, επί Συντάγματος. Γύρισε πάλιν πέρυσι την 1 ΤΟΥ Ιουνίου μηνός, εκάθησε εκεί ως τα 25 του Ιουλίου. Μίαν φοράν επήγε εις τον Πύργο οπού επήρε την μητέρα του. Επήγε τας 20 Ιουνίου εις τον Πύργο, έλλειψεν εκεί δυο τρεις ημέρας, και επέστρεψε με την μητέρα του, και εκάθησαν ως τα 25 του Ιουλίου,

 

Καθώς είπα, επήγε με την άδεια μας εις τον Πύργο, επειδή ημείς πέντε άνθρωποι οπού τον εδίδαμεν από 100 γρόσια τον μήνα, τον είχαμε συμφωνημένο, να μη μετατοπά χωρίς την αδειά μας, είχαμεν έγγραφον τοιούτον καμωμένο. Τας 25 Ιουλίου ανεχώρησεν εις Αρκαδίαν με την μητέρα του. Ο Κοντοβουνήσιος ήλθεν εις το χωρίον μας τον περασμένο Μάϊον, τον είδα με τα μάτια μου, τις 15 Μαΐου τα μέσα ήλθε. Κλέπτης εβγήκεν υστερινά. Τας 21 Ιουλίου μας ήλθε διαταγή από τον Νομάρχην να τον κυνηγήσωμεν. Αφ' ου εκατηγορήθη ο Κοντοβουνήσιος, δεν απέρασεν, ούτε τολμούσε να περάσει, από το χωρίον μας. Γνωρίζω τον Παπακωνσταντήν και τους περισσότερους Σουλιμαίους. Ο Μαυροειδής και ο Παπακωνσταντής αντιπαρατάσσονται με τους Παπατσοραίους τρώγονται. Ετούτοι έχυσαν ται αίμα με τους Τσοραίους. Ο Καπογιάννης εσηκώθη κλέπτης δια την τσούπαν, επήρε μιαν τσούπαν από Ζούρτσαν του Γεωργάκη Μπιπιλή, και την εβάσταξεν ένα χρόνον, ύστερον του την άρπαξαν οι γονείς της και την υπάνδρευσαν εις άλλον, έπειτα ένας εσκότωσε τον αδελφόν του εις το Μπούτζι Σουλιμιώτης, και ο Καπογιάννης εσκότωσεν εις το αίμα επάνω αυτόν, και έκτοτε εβγήκε ο κλέπτης. Από Άλβαιναν εως την Παλούμπαν είναι ώραι οκτώ, από Άλβαιναν εως Βολάντζαν έξ ώραι, από Άλβαιναν εως την Αρκαδιάν οκτώ ήμισυ ώραι, από την Άλβαιναν εως εδώ είκοσι έξ, από το Ναύπλιον έως την Παλούμπαν, δεν ηξεύρω, από την Βολάντζαν έως Αρκαδίαν είναι εννέα. Δεν ήκουσα, αν έγινε γάμος πέρισυ εις Παλούμπα. Δεν ηξεύρω, πότε ήταν εκεί ο Κολιόπουλος. Τον Γρηγοριάδη τον έχω νονόν. Δεν ενθυμούμαι, ποίος ήτον τότε Μπαϊρακτάρης του Παπατσόρη.

Μαρτυρία του Παπά Αδάμη,

από Άλβαιναν χωρίον Ολυμπίας, ετών 40

Τον Χρήστον Νικολάου τον είχα διδάσκαλον εις το χωρίον μας, τον γνωρίζω πολλά καλά. (τον ανεγνώρισαν εις το πλήθος). Προτήτερα εκάθησα δύο χρόνια διδάσκαλος. Δεν ενθυμούμαι πότε. Επί Συντάγματος έφυγε με τον Κοντοβουνήσιον εις Τριπολιτζάν. Τον Μάϊον μήνα ήλθεν πάλι εις το χωρίον μας και εσυμφώνησε πάλιν με πέντε του χωρίου μας, εσυμφώνησε τας 5 ή 10 του Θεριστού, δεν ενθυμούμαι, έμεινεν εκεί ως τας 25 του Ιουλίου. Από τον καιρόν οπού ήλθεν, εως ου ανεχώρησεν, έλειψε μόνον, όταν πήγε να πάρει την μητέρα του εις τον Πύργον, κατά τας 20 Ιουνίου. Από το χωρίον μας δεν ημπορούσε να φύγει, επειδή είχε υπόσχεσιν δομένην να μην σαλεύση, επειδή πρώτα έτρεχε εδώ και εκεί, και δια τούτο εκείνοι οπού τον εβάσταξαν δια διδάσκαλον, έλαβαν από αυτόν υπόσχεσιν και έκαμαν συμφωνίαν. Τα τέλη Ιουλίου ανεχώρησεν με την μητέρα του. Τον Μάϊον μήνα ήλθεν ο Κοντοβουνήσιος εις το χωρίον μας τας αρχάς, τα τέλη. Τότε δεν κατετρέχετο από την εξουσία. Γνωρίζω τον Παπακωνσταντήν, τον Αναγνώστην Μαυροειδήν, τους άλλους δεν τους γνωρίζω, αυτοί και οι Παπατσοραίοι ετρώγωντο πάντοτε, είχαν πάθη. Ο Παπακωνσταντής ήτο και επι Τουρκίας εχθρός του Παπατσόρη, ήσαν σκοτωμένοι. Ο Καπογιάννης εβγήκε κλέπτης δια μίαν κόρην οπύ του επήραν, και εσκοτώθη ο αδελφός του. Μας ήλθε διαταγή από τον Νομάρχην, δεν ενθυμούμαι πότε, τα τέλη του Μαΐου. Από την Άλβαιναν εως την Βολάντσα είναι έξ ώραι, από την Αρκαδίαν εννέα, ως το Ναύπλιον εικοσιτρείς, από την Βολάντσαν ως την Αρκαδίαν είναι ένδεκα ώραι. Ο Κοντοβουνήσιος έχει ένα θείον εις Άλβαιναν Κωνσταντή του Μπαζαράκου. Χαρτιά του Κοντοβουνήσιου δεν ευρέθησαν εις το χωρίον μας. Από τον Μάϊον δεν είδα πλέον τον Κοντοβουνήσιον. Ο Χρήστος Νικολάου έκαμνεν αναφοράς πότε του ενός και πότε του άλλου εναντίον.

Μαρτυρία του Ιωάννου Τρίβαλη

από Άλβαιναν, ετών 40, εμπόρου.

Εστάθη διδάσκαλος εις το χωρίον μας ο Χρήστος Νοκολάου. Δεν ηξεύρω, πόθεν είναι, από το Λεοντάρι, από τον Πύργον, από το Μισίρι έλεγεν, από την Ζάκυνθον. Ήλθεν πρώτον και εκάθησε δύο χρόνους. Επί Συντάγματος υπήγε μαζί με τον Κοντοβουνήσιον εις Τρίπολιν, ήλθεν πάλιν μετά ταύτα, και μας επαρακάλεσε να μας διαβάση τα παιδία, μας υπεσχέθη, ότι δεν τρέχει πλέον εδώ και εκεί, καθώς πρωτήτερα, ήλθε τας 5 του Θεριστού εις το χωρίον μας, και ημείς πέντε άνθρωποι τον εσυμφωνήσαμεν να καθήσει να διαβάσει τα παιδία μας, εκάθησεν ως τας 25 Ιουλίου. Δεν εσάλευσεν καμμίαν φοράν, εκτός όταν επήγε να φέρει την μητέρα του από τον Πύργον, επιεδή, καθώς είπα, τον είχαμεν συμφωνήσει, και δεν ημπορούσε να μετατοπίσει. Ο Κοντοβουνήσιος ήλθε πέρισυ τον Μάϊον εις το χωρίον μας, από τότε δεν ενθυμούμαι να ήλθε πλέον. Γνωρίζω τον Παπακωνσταντήν, Μαυροειδήν και όλους τους άλλους, αυτοί ετρώγωντο όλην την ημέραν, ετουφεκίζοντο με τους Παπατσοραίους. Γνωρίζω τον Καπογιάννην, αυτός είχεν καλήν κατάστασιν, εβγήκε κλέπτης εξ αιτίας μιάς γυναικός την οποίαν του την επήραν οι συγγενείς της, αφ' ου την είχεν μερικόν καιρόν. Ο Γρηγοριάδης, αδελφός του φυλακισμένου, συνεννοήθη με τους συγγενείς της γυναικός και επήραν τα πρόβατα του Καπογιάννη και τα πράγματά του, έκτοτε και αφ' ου εσκότωσε τον φονέα του αδελφού του, εβγήκε κλέπτης. Ο Χρήστος Νικολάου εκάθησεν έξι μήνες εις το ιδικόν μου σπίτι την πρώτην φοράν, την δευτέραν φοράν εκάθησεν εις του Δημογέροντος Ππαπδιαμαντοπούλου το σπίτι. Ο Γρηγοριάδης είναι φίλος των συγγενών της κόρης, την οποίαν είχεν ο Καπογιάννης. Από την Άλβαιναν ως την Βολάντσαν είναι έξι ώραι, από την Αρκαδίαν εννέα,ως το Ναύπλιον, δεν ηξεύρω, ημείς ήλθαμεν εις τρείς ημέρας, από την Βολάντσαν ως την Αρκαδίαν είναι οκτώώρες. Δεν ηξεύρω, αν ο Χρήστος Νικολάου υπήγεν εις Παλούμπα. Μίαν φοράν ανεχώρησε μόνον τότε, οπού υπήγε να φέρει την μητέρα του. Την Κυριακήν μόνον εσχόλαζε, το Σάββατον διαβάζουν. Τον Κοντοβουνήσιον ίδα τας 20, ή 22 Μαΐου.

Μαρτυρία του Διονυσίου Τσαρουχά

Από Άλβαιναν, ετών 30, Γεωργού.

Γνωρίζω τον Χρήστον Νικολάου. Ήταν διδάσκαλος εις το χωρίον μας. Τον Θεριστήν ήλθε και εκάθησεν ως τας 25 Ιουλίου. Εν τω μεταξύ δεν υπήγε πουθενά, δεν έλειψε, παρ' όταν υπήγεν εις τον Πύργον να πάρει την μητέραν του. Τούτο ήταν εις τας 25 του Θεριστού. Ο Κοντοβουνήσιος απέρασεν από το χωρίον μας τον Μάϊον τον Θεριστήν ανεχώρησεν ο Χρήστος Νικολάου και υπήγε με τον Κοντοβουνήσιον. Γνωρίζω τον παπά Κωνσταντήν και τον Μαυροειδήν, ήσαν εχθροί αυτοί με τους Παπατσοραίους, καθώς ήκουα, ήσαν τουφεκισμένοι. Γνωρίζω τον Καπογιάννην, εβγήκεν κλέπτης δια την γυναίκα. Δεν ηξεύρω, αν ο Κοντοβουνήσιος έστειλε τον Χρήστον Νικολάου εις Παλούμπα.

Μαρτυρά του Ανδρέα Παππαδήμου,

Από Άλβαιναν, ετών 35, εμπόρου.

Γνωρίζω τον Χρήστον Νικολάου, διδάσκαλον εις το χωρίον μας. Πέρισυ τον Θεριστήν ήλθεν εις το χωρίον μας τας 5, τας 10, δεν ενθυμούμαι, εκάθησεν εκεί ως τας 25, 26, 28, Αλωναρίου, δεν τον είδα να έβγει καμμίαν φοράν από το χωρίον μας, παρ' όταν υπήγεν εις τον Πύργον δια την μητέρα του. Δεν ενθυμούμαι, πόσες ημέρες έλειψε δια δουλειά του κατ' αυτήν την εποχήν. Τας 20 του Ιουλίου, ενθυμούμαι βέβαια, ότι ήταν εις το χωρίον μας, ανεχώρησε δε τας 25, 23 δεν ενθυμούμαι. Ηξεύρω, ότι ο Παπατσόρης με τον παπά Κωνσταντήν ήσαν εχθροί θανάσιμοι. Δεν ηξεύρω διια τον Χρήστον Νικολάου, αν υπήγεν εις Παλούμπαν.

Μαρτυρία Γεωργίου Μποσνάκη, ετών 23,

Από χωρίον Σκληρού της Ολυμπίας,

Γεωργού και ποιμένος.

Δεν γνωρίζω τους εγκαλουμένους, διότι ήμην μικρός και δεν επήγαινα εις τον πόλεμον. Μ' έφερον εις την φυλακήν, όπου έμεινα μήνας τρεις. Ενώ ήμην εις την φυλακήν, ήλθεν ο Παναγιώτης Οικονομόπουλος, και τον προσκαλέσαμεν να μεσιτεύσει, αυτός δε μας είπε, να ειπούμεν μια κουβέντα, ότι «οι κλέπται του χωρίου μας είχαν είδησιν από τον Κολοκοτρώνην», ημείς δε του είπαμεν, «κύρ – Παναγιωτάκη, δεν ημπορούμεν να το κάμνωμεν αυτό το πράγμα, διότι είναι ψεύμα». Την άλλη ημέρα και μας εζήτησε 60 τάλλαρα εμέ και του Αμτώνη και του Γιωργάκη, και ημείς του είπαμεν, ότι δεν έχομεν.άλλην φοράν δεν ήλθε. Εγώ ήμην εις το νοσοκομείον ασθενήσας. Τότε εζήτησα μερικά χρήματα από τους συντρόφους μου και δεν είχομεν, έπειτα ελευθερώθη ο Κρεσταινίτης και τα οικονόμησε, και εδώσαμεν από 6 ½ τάλαρα, παρακαλέσαντες κάποιον Παναγήν Ανδριτζάνον, όστις επήγε εις τον Δελιγιάννην και μας έβγαλε, του εδόσαμεν δε και ημείς δια τον κόπο του δέκα δραχμές, εκφυλακίσθημεν ένα μήνα μετά τον Κρεσταινίτην.

Μαρτυρία Αντωνίου Π. Σκληριώτου

ετων 33, γεωργού και ποιμένος.

Τον Νοέμβριον μήνα μ' έφεραν εις την φυλακή με τον Γεωργάκη, επειδή ένας ληστής είπε, ότι ήλθε εις το σπίτι μου. Ενώ ήμην εις την φυλακή, ήλθε ο Π. Οικονομόπουλος, τον οποίον και επαρακαλέσαμεν, να μεσιτεύσει να μας βγάλει απ' αυτήν. Αυτός μας είπε να μαρτυρήσωμεν, ότι «ο Κολοκοτρώνης έβγαλε τους κλέπτες Σκλητιώτας και ελευθερονώμεθα», ημείς του είπομεν, ότι δεν ημπορούσεν να το ειπούμεν, διότι δεν το ηξεύρομεν, και ούτως έφυγε. Ύστερα μας είπε να του δώσωμεν 60 τάλλαρα βασιλικά, και να μας βγάλει τους τρείς, ημείς του εδόσαμεν 20, και αυτός αναχώρησε. Ήτον ο Κρεσταινίτης, Καναλετρίτης και άλλος ένας, και μας λέγει ο Κρεσταινίτης, «χρειαζόμεθα από 5 τάλλαρα», ημείσε δεν εδώσαμεν, διότι δεν είχομεν. Εζήτησα του Λιάκου, πλήν δεν μου έδωσε. Είπον του Κρεσταινίτη, «δώστα συ αδελφέ!» και μας είπε, πως δεν τα έδωσε,αλλ' ημείς εκφυλακίσθημεν μετά από ένα μήνα, αφού επαρακαλέσαμεν ένα Παναγιώτην Ανδριτσάνον, τον οποίον εγνωρίζαμεν, και επήγε εις του Κανέλλου Δελιγιάννη όστις έδωσε λόγον εις του κ. Μάσσωνος, και μας έβγαλε, του οποίου Ανδριτζάνου εδόσαμεν δέκα δραχμές δια τον κόπο του.

Μαρτυρία Αναγνώστου Αναστασοπούλου Σαρωνήτου,

Ετών 35, από Κρέσταινα της Ολυμπίας.

Εις τας 14 Νοεμβρίου μ' έφεραν εις Ναύπλιον και μ' φυλάκισαν, διότι ευρέθην μετά του Νομάρχου της Μεσσηνίας (α) εις το Κλειδί, ότε περιήρχετο ο Βασιλεύς μας, ο δε Κοντοβουνήσιος εζήτει να προσκυνήσει, και έδωσε δια τούτον αναφορά εις τον Νομάρχην, ο οποίος του είπε να ησυχάσει δια 15 ημέρας, και να έλθει εις τα Κρέσταινα εις το σπίτι μου, το οποίον δεν ήθελαν να δεχθώ κατ' ουδένα τρόπον, τέλος πάντων μετά πολλάς φιλονικίας τον επήρα και έκαμνε τας 15 ημέρας, και, αφού ανεχώρησεν, έγραψα εις τον Νομάρχην περίν τούτου, και δι' αυτό ελθών εκεί ο Δελιγιωργόπουλος ο Μοίραρχος μ' έστειλε εδώ.

Εις την φυλακήν ήσαν και άλλοι διάφοροι, καθώς και οι Σκληραίοι. Εις την φυλακήν μας ζήτησαν χρήματα, δια να μας ελευθερώσουν, από τους Σκληραίους δεν έλαβον. Τα χρήματα εδώσαμεν κατά ζήτησιν του Κ. Ρήγα Παλαμήδη, εις αυτόν εδώσαμεν τιάντα τάλλαρα, τα μεν ήμισυ τα εδώσαμεν εκ της φυλακής εις τον Θανάσην Γιαννόπουλον, Ανδριτσάνον άνθρωπόν μας, όστις τα έδωσε εις τον Ρήγα, τα δ' άλλα δεκαπέντε τα έδωσα ο ίδιος εγώ εις χείρας του Ρήγα. Πέντε μόνον έλαβον από τον Κακαλετρήτην, τα δε άλλα εξ ιδίων μου. Αυτά έλαβε ο κ. Ρήγας δια να μας υπερασπισθεί να έβγωμεν από την φυλακήν.

(α). ούτος είναι ο Κύριος Χρηστήδης φίλος αχώριστος πάντοτε με τον Ιωάννην Κωλέττην.

 

Μάρτυρες κατηγορίας

Εν Ναυπλίω τη 30 Απριλίου 1834

Μαρτυρία του Αθανασίου Αναγνωστοπούλου

Ετών 37 Κτηματίου από Αγουλινίτζαν.

Πριν ήμην αξιωματικός με βαθμό Χιλίαρχου επί Κουντουριώτου. Με τον Κολοκοτρώνην εστάθην εις Παλαιάς Πάτρας, εις δε το Δερβενάκι με τον Κολιόπουλον. Δεν έχω έχθρα κατά των εγκαλουμένων, ότι γνωρίζω τον Κοντοβουνήσιον, αφ' ότου, ήμην Αστυνόμος εις Πύργο, όπου ρητό και αυτός Υποπολιτάρχης. Ότι επί της περιοδείας του Βασιλέως επαρουσιάσθη ο Κοντοβουνήσιος εις τον Νομάρχη Μεσσηνίας, ζητών το έλεος της Κυβερνήσεως. Εις την Αγουλινίτζαν εστάθη δυο ημέρας, εις αυτό το διάστημα τον ρώτησα, που ήτο και που επερπάτει, και μοι είπεν, από τρύπα εις τρύπα εις τα μέρη των Καλαβρύτων. Τον είπα, τι έκαμνες εκεί; Με λέγει, δεν έκαμα τίποτε. Τον λέγω, μη μοι το κρύπτεις απ' εμέ, διότι ηξεύρω τι έκαμνες. Δεν έκαμα τίποτε παρ' εκείνο εις το Κορτέσας το Χάνι, όπου ήλθον κάτι Φράγκοι, ήτον και ένας Ρουμελιώτης, όστις είχε άρματα, προς τον οποίον είπα κάτω τα άρματα, και επειδή δεν ηθέλησε να τ' αφήσει ηθέλησα να τον φοβήσω με το τουφέκι και τον φόνευσα μη θέλων. Μοι είπεν, ότι δεν είχον τίποτε οι Παλιοφράγκοι, τότε μοι έδειξεν μίαν κορδέλλαν, τότε τον συμβούλευσα να προσπέσει εις την εξουσία δια να ησυχάσει, και αυτός με είπε, ότι και εγώ είμαι εις τούτο σύμφωνος, και ήλθα επι τούτο, πλην ένας δεν με άφησε, από τον Θεόν να το εύρει. Δεν τον ερώτησα, ποίος ήτον αυτός ο ένας, διότι δεν είχα καιρόν. Και εις τον Βασιλέα, τον λέγω, αν παρουσιασθείς και εις τον Καραμεσιούτην καλά θα κάμει. Αυτός μ' είπε, ξέρω, με ποίαν απόφασιν ευγήκεν από το Ναύπλιον ο Καραμεσούτης κατ' εμού, μ' ήλθε περί τούτου απόκρισης από το Ναύπλιον. Εγω τον λέγω, ότι με λέγει ψέυματα. Αυτός μοι λέγει, ότι επέρασαν από του Καμπά τον μήλων πέντε έξ πραγματευταί του Πύργου και ένας από την Δίβρην, τον οποίον εγνώριζα, και αφού με ίδον εφοβήθησαν, και εγώ τους είπα μη φοβήσθε, αλλά να ειπήτε εις το Ναύπλιον εις τον Κολιόπουλον ότι με ανταμώσατε εδώ, και να σας ειπεί, τι να κάμω, ότι ο άνθρωπος ουτος (α) έπειτα από καμπόσες ημέρες με είπεν ο Κοντοβουνήσιος, ότι ο Κολιόπουλος το είπεν, ότι, αφού σας έκαμε αυτήν την χάριν και δεν σας επείραξεν, να τον ειπήτε, ότι να φυλαχθεί ακόμα δέκα πέντε ημέρες, διότι τα πράγματα θ' αλλάξουν, και να μην παρουσιασθεί εις τον Καραμεσούτην. Μοι είπεν, ότι ηθέλησεν να παραγγείλει εις τον Καραμεσούτην, να υπάγει εις αντάμωσιν του δια να τον δολοφονήσει, πλην δεν το έκαμε. Έπειτα μοι είπεν, ότι ηξεύρω, διατί με θέλουν, με θέλουν να υπάγω να μαρτυρήσω, ότι επήγα και αντάμωσα τον Γέρο Κολοκοτρώνην εις το περιβόλι του εις Ναύπλιον, πλην ποίος το κάμνει; Έπειτα αφού εσηκώθη να υπάγει να φάγει, υπεσχέθη ότι, ξανανταμωνώμεθα, πλην έφυγα χωρίς να το ξαναϊδώ. Μοι είπεν, ως έπεται: «Μπράμ, το ξεύρω, γιατί με γυρεύουν, με θέλουν, πως τάχα επήγα και αντάμωσα τον Γέρο Κολοκοτρώνη εις το Ναύπλιον έξω στο περιβόλι, πλην ποιος το κάμνει αυτούνο(α)». ότι μιαν ημέραν μ' έκραξεν ο Δημήτριος Βλαχόπουλος και μοι είπεν, ότι είμαι σπιγούνος, και εγώ τον απεκρίθην, ότι δεν είμαι τοιούτος μήτε καταδέχομαι, αλλ' εμαρτύρησα, ότι ήκουσα εις τον Κοντοβουνήσιον. Ότι εγώ, αφού ήκουσα από τον Κοντοβουνήσιον τ' ανωτέρω, επερίμενα τον Έπαρχον Πλατύκαν εις την Αγουλινίτζαν να τα είπω, και επειδή δεν ήλθεν, επήγα εις τον Πύργον εις τον Πανάγον Δεληγιάννην και τα είπα.

Μαρτυρία του Γεωργίου Καράμπελα, ετών 55,

από Καρκαλέτι χωρίον Ολυμπίας, γεωργού.

Ότι είμαι γραμμένος εις την αναφορά προς τον Έπαρχον. Ότι ήλθε ο Αποστόλης Αναστασόπουλος Μασούρης εις την Πανηγύρη της 15 Αυγούστου, και έλεγε, ότι έως τον τρυγητή δεν θα δώσωμεν τίποτα, μήτε δέκατον, καθώς πέρυσι. Τούτο ήκουσα, τα άλλα τα έγραψαν άλλοι, και ημπορούν να τα μαρτυρήσουν. Ότι ο Πασούρης μόνον πέρυσι επήγε εις το Βαλτέτσι, εν ω άλλοτε δεν επήγε εις πόλεμο. Ότι ταύτα τα έλεγε ο Μασούρης, αφού επέστρεψε από την Μονήν. Κανείς των ανθρώπων του δεν έφεραν όπλα. Ελέγετο, ότι ήτον μάζωξις από τον Κολοκοτρώνην.

Μαρτυρία του Νικολάου Γεωργακόπουλου,

ετών 40, από Καρκαλέτι χωρίον της Ολυμπίας, γεωργού.

Ότι εγράψαμεν κατά του Αποστόλη Μασούρα, όστις αφού επέστρεψεν από το μοναστήρι της Μονής, μας έλεγεν εις όλους όντας συναγμένους, ότι εφέτος έχομεν ακαταστασίαν, καθώς και πέρυσι, τα δέκατα δεν θα τα δώσωμεν. Ο Δημογέρων τον είπε, ποίος σε είπεν, ότι έχομεν ακαταστασίαν; Τω απεκρίθει, ότι ο Γέρος μοι τω είπε: Τότε ο Δημογέρων μας επροσκάλεσεν ως μάρτυρας εις τα λεχθέντα.

Μαρτυρία του Κωνσταντή Δημήτρη Τσούνη,

από Καρκαλέτι χωρίον Ολυμπίας, ετων 50, γεωργού.

Ότι εγράψαμεν εις το Έπαρχον κατά του Μασούρα, ο οποίος επιτρέψας από την Αγίαν Μονήν έλεγεν, ως το ήκουσα από τους γείτονας, ότι έχονεν εφέτος ρεπούπλικα, ως και πέρυσι. Την αναφορά την έγραψαν εις Ανδρίτσαιναν. Δεν έχω έχθραν με τον Μασούραν. Ο Μασούρας ήρχετο εις το Στράτευμα. Δεν ηξεύρω, ποίος έγραψεν την αναφοράν, διότι εγώ έφυγα. Ο Δημογέρων ηθέλησε να γενεί αναφορά, και ημείς εσυγκατανεύσαμεν.

Μαρτυρία του Νικολάου Δημητρόπουλου,

από χωρίον Καρκαλέτι Ολυμπίας, ετών 38, γεωργού.

Ότι ο Αποστόλης Μασούρας, όταν επέστρεψεν από την Πανήγυριν της Αγίας Μονής, μας έλεγεν όντας συναγμένους, ότι εφέτος θα γενεί ο κάσμος έτσι και έτσι, σημαίνων ακαταστασίαν, μήτε Βασιλέα έχομεν, μήτε τίποτε. Ο Δημογέρων μας είπε ν' αναφέρωμεν αυτούς τους λόγους εις τον Έπαρχον μας. Δεν ηξεύρω, ποίος μας έγραψεν την αναφοράν, ή ο Αστυνόμος, ή άλλος, δεν ηξεύρω.

Μαρτυρία του Τάση Δημητρόπουλου, από Καρκαλέτι χωρίον της Ολυμπίας ετων 40, γεωργού και Δημογέροντος του χωρίου.

Ότι την 15 Αυγούστου πέρυσι επήγεν εις την Αγίαν Μονήν, και επιστρέψας μας είπεν, ενώ τον ηρωτήσαμεν, τι ήκουσεν από τον Γέρο Κολοκοτρώνην, ότι δεν έχομεν Βασιλέα, αλλά ότι είχομεν πέρυσι έχομεν και φέτος, εις τας 14 του τρυγητού θα αρχίσει ο πόλεμος. Εγω τότε, ως ωρκισμένος, επήγα με τους χωρικούς μου και τα είπον εις τον Έπαρχον, και εις το Επαρχείον εκάμαμεν την αναφοράν και υπογράψαμεν.

Εν Ναυπλίω, την 3 Μαΐου 1834

Εκτύπωση