Το παιχνίδι της τριότητας παίζεται από δύο παίχτες, πάνω σε ένα σχέδιο χαραγμένο σε κάποια επιφάνεια. Το σχέδιο το χαράζαμε επάνω στο χώμα ή και σε χαρτί. Καθαρίζαμε την επιφάνεια του εδάφους, το στρώναμε να είναι επίπεδο και μ’ ένα μικρό ξύλο και ένα καλάμι για μέτρο χαράζαμε ίσια τις γραμμές και φτιάχναμε το σχέδιο της τριότητας. Πρώτα φτιάχναμε ένα τετράγωνο σχήμα (με ορθές γωνίες) και έπειτα με γραμμές ενώναμε τις απέναντι γωνίες μεταξύ τους μετά από το μέσον κάθε πλευράς του αρχικού τετραγώνου και πάντα με κέντρο το σημείο τομής των διαγωνίων, φτιάχναμε ένα ισόπλευρο σχήμα σταυρού. Το σχήμα είχε εννέα (9) σημεία τομής, τέσσερις (4) τέμνουσες εσωτερικές ευθείες γραμμές. Το παιχνίδι παίζεται από δύο παίκτες και κάθε παίχτης παίρνει τρία πούλια διαφορετικά από τον αντίπαλο για να μην τα μπερδεύουν. Για πούλια χρησιμοποιούσαμε χαλίκια με διάφορα χρώματα, βελανίδια, αγραπίδια, κυπαρισσόμηλα κ.ά. Όταν ξεκινάει το παιχνίδι πρώτα βάζει ο ένας το δικό του πούλι, μετά τοποθετεί ένα ο αντίπαλος εναλλάξ μέχρι να τοποθετηθούν και τα έξι πούλια. Οι τοποθετήσεις γίνονται με σκέψη ούτος ώστε να μπορεί να κάνει τριότητα και να μπορεί και ταυτόχρονα ν’ αντιμετωπίσει τον αντίπαλο κλειδώνοντας τον. Κατά τις κινήσεις των πούλιων δεν επιτρέπεται να δρασκελίσει ένα σημείο τομής, μόνον να συνεχίσει στο επόμενο. Αν αποκλεισθεί ο ένας παίχτης και δεν μπορεί να κάνει μια κίνηση, τότε κάνει επαναλαμβανόμενη κίνηση ο αντίπαλος μέχρι να τον απεγκλωβίσει. Ο κάθε παίχτης είχε τρία πούλια και στο παιχνίδι προσπαθεί, ο ένας μετά τον άλλον να βάλει το κάθε πούλι σε κάποιο σημείο της τομής με απώτερο όμως στόχο να σχηματίσει τριότητα δηλαδή τα πούλια του να βρεθούν συνεχόμενα σε μια ευθεία γραμμή και το καθένα σε ένα σημείο τομής, είτε οριζόντια είτε κάθετε είτε διαγώνια. Όποιος καταφέρει πρώτος και τα τρία τα πούλια του να τα τοποθετηθούν σε μια ευθεία γραμμή τότε είναι ο νικητής του παιχνιδιού. Κάθε παίχτης προσπαθεί να διασπάσει την σειρά που σχεδιάζει ο άλλος και συγχρόνως σχεδιάζει στο μυαλό του πώς να φτιάξει πρώτος την δική του τριότητα και πως θα αποκλείσει τον αντίπαλο για να φτιάξει εκείνος την δική του.
Frontpage
Το θέμα είναι μεν σοβαρό, αλλά είπαμε στη φάση αυτή να μην ενοχλήσουμε τον «Ωλονό», το Δασαρχείο, τον Δήμο κ.ο.κ.
Ρωτήσαμε τον νέο πρόεδρο του χωριού αλλά ο άνθρωπος δεν πήρε κάποια απόφαση και δεν έδωσε καμία εντολή.
Πάει κάπου το μυαλό σας;
Όπως γνωρίζετε, θέματα που συμβαίνουν στο Αντρώνι, σε εμάς έρχονται με δυσκολία αλλά έρχονται.
Μάθαμε λοιπόν τις ημέρες των εκλογών ότι έκοψαν τις ακακίες στην Αγία Παρασκευή.
Προσφέρθηκε και ένας δικός μας από διπλανό χωριό να πάει να εξετάσει επί τόπου και όπως μας ενημέρωσε, κάποια από τα δέντρα που κόπηκαν μπορεί να είχαν κάποιο πρόβλημα αλλά αυτά μπροστά στην βρύση ήταν δυνατά δέντρα που στον ίσκιο του ξεπέζευαν οι διερχόμενοι από και προς το Αντρώνι να ρεμβάσουν και να δροσιστούν.
Αναρωτιόμαστε τι άρρωστο μυαλό ήταν αυτό που σκέφτηκε να κόψει τα δέντρα τον Θεριστή πριν το πανηγύρι που είναι στις 26 του Αλωνάρη.
Που θα «σταλίσει» τόσος κόσμος όταν θα βρεθεί στις 26 Ιουλίου στο γραφικό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής;
Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης
Ο Ιωάννης ήταν ο πρωτότοκος γιος από τα πέντε παιδιά του Δημητρίου Ζήρου από το Αντρώνι.
Ήταν παντρεμένος με την συντοπίτισσά του, Δάφνη Παναγοπούλου (του Κάνταλου) και ζούσε στην Θεσσαλονίκη. Είχαν τότε και ένα μωρό παιδί, τον Δημήτρη.
Στις 28 Οκτωβρίου του 1940 κηρύχθηκε γενική επιστράτευση ύστερα από την επίθεση που δέχτηκε η χώρα από τους Ιταλούς.
Ο Ιωάννης αρχικά δεν επιστρατεύτηκε διότι σύμφωνα με τον νόμο (ο οποίος ισχύει και σήμερα), ο πρωτότοκος γιος πολυμελούς οικογένειας δεν υποχρεούται να υπηρετήσει.
Άκουγε όμως στο ραδιόφωνο τις επιτυχίες του ελληνικού στρατού στο μέτωπο και αποφάσισε να πάει εθελοντικά. Είπε στην γυναίκα του την Δάφνη: «Τι άντρας θα είμαι εγώ να μην πολεμήσω για την πατρίδα μου» και χωρίς δεύτερη σκέψη έφυγε για το μέτωπο όπου δεν γύρισε ποτέ.
Σκοτώθηκε στο ύψωμα 800 στο Τοπόγιανιτ της Κλεισούρας της Βορείου Ηπείρου στις 10.02.1941 σε ηλικία 26 ετών.
Η μητέρα του όταν έμαθε για τον θάνατό του είπε: «Θεέ μου, ας μου έπαιρνες όλα μου τα άλλα κι ας άφηνες τον Γιάννη μου». Σύμφωνα με μαρτυρίες μας ο Ιωάννης ήταν ένας πανέμορφος άνδρας και αξιόλογος ως άνθρωπος.
Ο αδελφός του ο Διονύσης για να τον τιμήσει, έδωσε στο πρώτο του αγόρι το όνομά του και η ειρωνεία της τύχης ήταν να φύγει και ίδιος πολύ νωρίς στα 28 του από ανίατη ασθένεια.
Η Δάφνη, μετά τον ένδοξο θάνατο του συζύγου της, έφυγε από την Θεσσαλονίκη και κατέβηκε με τον γιό της τον Δημήτρη στο Αντρώνι.
Στην αρχή έμεινε στα πεθερικά της αλλά γρήγορα και λόγω των δυσκολιών της κατοχής την έδιωξαν. Η μητέρα της δεν ζούσε, πέθανε όταν η Δάφνη ήταν 4 χρόνων και ο πατέρας της ο Νικόλαος Παναγόπουλος (Κάνταλος) είχε συνάψει δεύτερο γάμο με την Μαγδαληνή από την Δίβρη. Για καλή της τύχη όμως την περιμάζεψε μια άγνωστη γυναίκα που της παραχώρησε ένα καλυβάκι για να διαμείνει με το γιό της.
Η Δάφνη ήταν μια πανέξυπνη γυναίκα με γνώσεις και στην ραπτική. Είχε μάθει καλά την τέχνη ως μαθητευόμενη κάπου και όχι από την οικογένειά της.
Εκεί στο καλυβάκι που διέμενε, επισκεύαζε τα σκισμένα αερόστατα (ίσως και αλεξίπτωτα) των Άγγλων προσφέροντας έτσι και η ίδια στην αντίσταση κατά των κατακτητών.
Την ίδια ραπτομηχανή φιλοξενούμε σήμερα στο Λαογραφικό Μουσείο του χωριού μας, προσφορά από τους συγγενείς της Δάφνης.
Οι πληροφορίες προέρχονται από αρχεία, την Δάφνη Ζήρου (εγγονή του Ιωάννη) και τον Αντώνη Μπαντούνα.
Κώστας Παπαντωνόπουλος Οκτώβρης 2021
Φωτ απο τον πατριώτη μας Δημήτρη Κότσαλη γιό του Γιάννη (Ζαΐμη) από τις Η.Π.Α.- Οmaxa, Nebraska. Η φωτογραφία είναι γύρω στα 1927 στο δημοτικό σχολείο Αντρωνίου με τον δάσκαλο Καριανό. Η τάξη του Ιωάννη Ζήρου.