Ὀροπέδιο # 8, Χειμώνας 2009-2010

Γονική Κατηγορία: Βιβλιογραφία,έντυπα Περιοδικά Εμφανίσεις: 4497


Κυκλοφόρησε τό Ὀροπέδιο # 8, Χειμώνας 2009-2010
Ἕνα τεῦχος μέ δυό ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
Κυκλοφόρησε 8° τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ Ὀροπέδιο, μέ δυὸ Ἀφιερώματα. Μέ ἕνα πολυσέλιδο ἀφιέρωμα στὴν ἀλληλογραφία τοῦ μεγάλου πυργιώτη ποιητῆ Τάκη Σινόπουλου μὲ τὸν Γιῶργο Σεφέρη (κατὰ τὰ ἔτη 1939-1962), ποὺ ἔχει ἐπιμεληθεῖ ὁ φιλόλογος Γιάννης Ρηγόπουλος, καὶ τὸ δεύτερο στὴν Λογοτεχνική Πάτρα.
Τὴν ἀλληλογραφία Σινόπουλου- Σεφέρη, ἀποτελοῦν πέντε ἐπιστολές, δυὸ ταχυδρομικά δελτάρια, μία εὐχετήρια κάρτα καθώς καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ -σημαντικότερου ἴσως- ποιήματος τοῦ Τάκη Σινόπουλου «Νεκρόδειπνος» μὲ μικρὸ συνοδευτικὸ κείμενο.
Ὁ ἀναγνώστης ἐδῶ ἔχει τήν εὐκαιρία νὰ παρακολουθήσει τὴ διαδικασία σχηματισμοῦ καὶ κυοφορίας ἑνὸς προ-ποιητικοῦ ὑλικοῦ, ἀπὸ τὴν πρώϊμη ἀναγνωστικὴ συνάντηση τοῦ Σινόπουλου μὲ τὴν πρωτοποριακή ποίηση μέχρι τὴν ἀνατροπὴ καὶ τὴ ρήξη του μὲ τὴν παραδοσιακὴ γραφή. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι δημοσιεύεται γιὰ πρώτη φορὰ τὸ πεντασέλιδο χειρόγραφο τοῦ ποιήματος «Νεκρόδειπνος» τοῦ πυργιώτη ποιητή, ὅπως τὸ ἔστειλε τὸ 1964 στὸν Σεφέρη. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἐπίσης, ἡ πρώτη ἐπιστολὴ τοῦ νεαροῦ Σινόπουλου, στὸν Γιῶργο Σεφέρη:
Σινόπουλος: 1.7.39
 
Φίλε Κύριε,
Παρακολούθησα τὴ συζήτησή σας μὲ τὸν Τσάτσο πάνω στὰ προβλήματα τῆς ποίησης.

Δὲ μπορῶ νὰ κρίνω καθαρὰ ποῦ γέρνει ἡ πλάστιγγα τοῦ δίσκου. Πάντως διαβάζοντας —μὲ κόπο, καμμιὰ φορὰ μὲ δυσφορία— τὰ γραφό μενα τοῦ Τσάτσου ἔνιωθα ἔντονες ἀντιρρήσεις νὰ ὀρθώνονται κάθε τόσο. Προσπαθοῦσε νὰ σφίξη ἕναν σιδερένιο κλοιὸ γύρω ἀπὸ τὴν ποίηση μὲ θεωρίες, κανόνες, νόμους, συστήματα. Νὰ δημιουργήση ἕνα στενὸ χῶρο. Ἐκεῖ ἀναπτύσσεται ἡ ἀσφυξία. Ἡ ποίηση θέλει ἀέρα, προπαντός.
Ἀπὸ χρόνια ἀναζητῶ ποιητικὲς συγκινήσεις. Καὶ σὲ κάθε μορφὴ τέχνης. Τελευταῖα μὲ τράβηξε ἡ «πρωτοποριακὴ ποίηση». Πέρασα βραδινὲς ὧρες μὲ τὸν Supervielle, τὸν Jouve. Τοὺς ὀφείλω συγκινήσεις πολλές. Ἴσως εἶμαι ὁ «αἰσθαντικὸς ἀναγνώστης» τοῦ Τσάτσου, ποὺ προβαίνει σ’ ἕνα ἔργο συμπλήρωσης τῶν κενῶν χώρων. Ὁ Τσάτσος λέει «ὁ τέτοιος ἀναγνώστης ναρκισσεύεται ἀντικατοπτρίζοντας τὸν ἑαυτὸ του στὸ ἔργο ποὺ συμπλήρωσε καὶ ἀγαπάει τὸ ἔργο νομίζοντας πὼς τὸ καταλαβαίνει. Ἴσως νἄχει δίκηο. Ὅμως ἡ διαπίστωση μὲ θλίβει. Ἱκανοποιοῦμαι μὲ τὸν ὁρισμὸ τοῦ Montaigne ποὺ ἀνακαλύψατε: Un suffisant lecteur…
Ἡ «Στροφή» καὶ τὸ «Μυθιστόρημα» δὲν ἔφτασαν ὡς τὴν ἐπαρχία μας. Ὡς ποιητή σᾶς γνώρισα στὰ «Νέα Γράμματα». Γοητεύτηκα διαβάζοντας τὴ «Λεωφόρο Συγγροῦ», τὶς «Φωτιὲς τ’ Ἁγιάννη» καὶ τὰ κατοπινά. Δὲν διατηρῶ συγκεκριμένες ἀναμνήσεις. Γοητεία μὲ τὴν πρώτη ἐπαφή. Ὕστερα διάβασα, ξανὰ διάβασα. Ὅταν θέλησα νὰ καταλάβω τὸ νόημά μου ξέφευγε. Πήγαινε κι ἡ γοητεία νὰ σβύση. Παραιτήθηκα ἀπὸ νέες ἀπόπειρες. Χάρηκα τὸ μουσικὸ καὶ τὸ ζωγραφικὸ στοιχεῖο. Γλύτωσα ἀπὸ τὸ ρυτιδωμένο πρόσωπο ποὺ μποροῦσα ν’ ἀνακαλύψω. Ἔτσι δὲν νομίζω πὼς καταλαβαίνω ὅπως ὁ ἀναγνώστης ποὺ ναρκισσεύεται τοῦ Τσάτσου.
Θὰ σᾶς χρωστῶ εὐγνωμοσύνη. Γιὰ τὸν Κάλβο, τὸ Μακρυγιάννη, τὰ δημοτικά μας τραγούδια. Μοῦ δείξατε γιατί πρέπει νὰ τὰ διαβάση κανείς. Ἀναζητοῦσα τὸ Γιατί, ἀλλὰ δὲν τὄβρισκα.
Καὶ γιὰ τὸν Καβάφη ὡς ἕνα σημεῖο. Θέλω νὰ ἐμπιστευθῶ στὶς ὑποδείξεις σας. Ἔτσι θὰ αἰσθάνομαι λιγώτερο τὴν «ὀρφάνεια καὶ τὴ μόνωση τοῦ αὐτοδίδακτου». Μολονότι θὰ μοῦ στερήσει λίγη ὑπερηφάνεια.
Δὲ θὰ μποροῦσα νὰ πῶ πιὸ πολλά. Δὲν θὰ εἶχα τίποτα νὰ «κομίσω». Ὅμως μ’ ἀρέσει κι ἐμένα ἡ θάλασσα. Ἡ πλατιὰ θάλασσα. Θυμᾶμαι τὸν Baudelaire:
homme libre, toujours tu cheriras la mer!

Κι ἄν σᾶς ἀρέσει περισσότερο νὰ ρίχνετε μποτίλιες στὴ θάλασσα, ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ἐπαρχία αἰσθάνεται βαθύτατη σχεδὸν ὀδυνηρὴ χαρὰ ἂν καθὼς πλανιέται στὴν ὁλότελη ἐρημιὰ της ἀνακαλύψη μία μποτίλια νὰ πλέη στὰ νερά.
Ἐσᾶς κι ἐλάχιστους ἄλλους ἐκεῖ στὴν Ἑλλάδα θἄπρεπε νὰ εὐγνωμονῶ γιὰ τέτιες ἀνακαλύψεις.
Θἄπρεπε νὰ τελειώσω μὲ τὸν χαιρετισμὸ ποὺ συνήθιζε νὰ βάζει ὁ Rabelais στὰ γράμματά του. Ὅμως δὲν ἔχω τὸ δικαίωμα. Γιὰ τὸν Πλάτωνα καὶ τοὺς «κλασσικούς» αἰσθάνομαι ἀνεπάρκεια. Χωρὶς νὰ φταίω. Σᾶς χρωστῶ κάτι καὶ μ’ αὐτὸ τελειώνω. Μὲ τὶς εὐχαριστίες μου καὶ τὴν ἐκτίμησή μου.
Τάκης Σινόπουλος
Πύργος 1-VII-39

***
Τὸ δεύτερο ἀφιέρωμα τοῦ περιοδικοῦ τιτλοφορεῖται «Λογοτεχνικές φωνὲς τῆς Πάτρας». Ἐπιχειρεῖται, μιὰ ὅσο γίνεται πιὸ πλατιὰ παρουσίαση τῶν λογοτεχνῶν τῆς σύγχρονης Πάτρας: Σπύρος Βρεττός, Διονύσης Καρατζᾶς, Γιάννης Ζαρκάδης, Γιῶργος Καραχάλιος, Κώστας Λογαρᾶς, Βασίλης Λάδᾶς, Ἀντώνης Ἐλευθεριώτης, Στέλιος Θ. Μαφρέδας, Γιάννης Παππᾶς, Μάρκος Σκληβανιώτης, Ἀλέξανδρος Φωσταίνης, Γιάννης Χρυσανθόπουλος, Τηλέμαχος Τσαρδάκας, Βασίλης Χριστόπουλος, Ἄρης Δρουκόπουλος, εἶναι οἱ ποιητές, πεζογράφοι καὶ θεωρητικοί ποὺ παρουσιάζονται μὲ πρω¬τό¬τυ¬πα ποιήματα, πεζὰ ἤ θεωρητικά κείμενα.
***
ΠΟΙΗΣΗ
Ἡ ὕλη τοῦ τεύχους ξεκινᾶ μὲ τρία ποιήματα τοῦ Νίκου Χειλαδάκη: Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ ποίημα μὲ τὸν τίτλο Γεώργιος Καραβασίλης, ἀναφορὰ στὸν ἀγαπημένο φίλο ποιητή, ποὺ ἔφυγε λίγα χρόνια πρίν, ἀπὸ κοντά μας
Γεώργιος Καραβασίλης

Γεώργιος Καραβασίλης
Ὅπως θὰ λέγαμε Γεώργιος Καραϊσκάκης
…σὲ ἄλλες ἐποχές.
Ἀσφυκτιοῦσες μέσα στὸ παλιομοδίτικο
τὸ κουστουμάκι σου
Ἀσφυκτιοῦσε τὸ μυαλὸ μὲς στὸ κεφάλι σου
Ἀλήθεια σὲ ποιὲς συχνότητες συντονιζόσουνα;
Ποιὰ «καλλιέργεια αἵματος» θ’ ἀποκαλύψει
Τοὺς κώδικες τῆς εἱμαρμένης σου;
Γεώργιος Καραβασίλης
Ὅπως θὰ λέγαμε Intime καί Aurevoir
Εἴκοσι χρόνια πίσω
Ἄλλαζες τὶς μάρκες τῶν οὐΐσκι σὰν πουκάμισα
Καὶ οἱ γυναῖκες ἦταν ἡ ἀφορμὴ
Τῆς διαρκοῦς ἐπαναστάσεως τῆς φαντασίας σου.
Ἀλήθεια ποιὸς καημός,
Ποιὸς ἀετός;
Σταλιά- σταλιὰ ρουφοῦσε, μεθυσμένος, τὸ συκώτι σου;
Γεώργιε Καραβασίλη, Προμηθέα ἀδέσποτε
Στὶς παρυφές τῆς ἄγριας νιότης σου.


Στὴν συνέχεια παρουσιάζονται ἀδημοσίευτα ποιήματα τῶν: Σοφίας Κολοτούρου, Ἀντώνη Λεγάκη, Θάνου Κανδήλα.

ΟΙ ΦΙΛΟΙ
Σ’ αὐτὴ τὴν στήλη παρουσιάζεται γιὰ πρώτη φορὰ στὰ ἑλληνικά, ἡ ποίηση τῶν: Νίκ Κέηβ καὶ Ρότζερ ΜάκΓκοου, σὲ ἀπόδοση τοῦ Θοδωρῆ Ρακόπουλου.

ΔΙΗΓΗΜΑ
Πολύκαρπος Πολυκάρπου: Μνήμη

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ
Ἕνα ἀκόμη ἐξαιρετικό κείμενο τῆς Σοφίας Κολοτούρου, μὲ τίτλο Ποιὸν καταδίωκε τὸ πνεῦμα; Μιὰ ἀνίχνευση τῆς σχέσης Πολυδούρη-Καρυωτάκη στὴ λογοτεχνικὴ δεκαετία τοῦ 1920.

ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Ἀκολουθεῖ τὸ κείμενο τοῦ Θοδωρῆ Ρακόπουλου, μὲ τίτλο Ignazio Buttita: ἡ ἱστορία ἑνὸς λαοῦ σὲ σικελικὴ διάλεκτο (κι οἱ διάλεκτοι τῶν λαῶν τοῦ κόσμου) καὶ τὸ αὐτοβιογραφικὸ κείμενο τοῦ Νίκου Χειλαδάκη: Βαλπούργεια νύχτα

Τὸ τεῦχος κλείνει ὅπως πάντα μὲ τὶς βιβλιοκριτικὲς κι ἀκόμη μὲ τὸ ΑΝΕΜΟΛΟΓΙΟ, ὅπου ἀναδημοσιεύονται ποιήματα ἀπὸ τὶς συλλογὲς ποὺ φτάνουν στὰ γραφεῖα τοῦ Περιοδικοῦ

Τὸ ἑπόμενο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ θὰ κυκλοφορήσει τὸν Μάιο 2009
 
Όλα τα τεύχη του περιοδικού εδώ
Εκτύπωση