Τα μπουλούκια, όπως λεγόντουσαν οι πλανόδιες ομάδες μαστόρων, από το 18ο αιώνα έως και τα μέσα του 20ου, οργάνωσαν τη δράση τους κατασκευάζοντας κτήρια στο Μοριά. Οι ομάδες αυτές ειδικεύονταν σε λεπτομέρειες της κατασκευής, όπως ήταν οι γωνίες στα ανοίγματα (πόρτες, παράθυρα, φωτοθυρίδες ή κοινώς φεγγίτες, στοές) και στις στέγες. Για τις υπόλοιπες εργασίες ο κάθε πρωτομάστορας προσλάμβανε ντόπιους εξειδικευμένους τεχνίτες.
Το κάθε μπουλούκι εφάρμοζε τη δική του τεχνική ως προς το σχέδιο και τον αριθμό των σφικτήρων-τζινέτια που θα εφάρμοζε. Οι σφικτήρες ήταν σιδερένιες λάμες που συγκρατούσαν τις πέτρες μεταξύ τους. Τους εφάρμοζαν στα καμπαναριά, στα πλαίσια των παραθύρων και στις πόρτες, στα λίθινα υπέρθυρα, στα ανακουφιστικά τόξα και στα ημικυκλικά τύμπανα. Τους σφικτήρες, διχάγγιστρα (τζινέτια) από χειροποίητο, σφυρήλατο μέταλλο τους συναντάμε σε διάφορα σχέδια που έχουν στα τελειώματα. Το πιο συνηθισμένο έχει το χώρισμα της λάμας σε δύο μέρη, που συνήθως σχηματίζει δύο αντίθετα c ή υ (τα οποία φαίνονται ότι είναι ενωμένα στον κορμό τους). Το κάθε μέρος έχει πλάτος περίπου πέντε εκατοστών και ονομάζεται νύχι. Οι άκρες καταλήγουν σε αιχμές, ώστε να είναι εύκολη η τοποθέτηση και σε ξύλα με τη βοήθεια σφυριού.