Καλώς ορίσατε στην αρχαιότερη ιστοσελίδα της Ηλείας, στο Αντρώνι και στην Ορεινή Ηλεία.

Είναι οι κατάφυτες διαδρομές μέσα στις βελανιδιές και στα πλατάνια στο κέντρο της Κάπελης με τις απόκρημνες πλαγιές, τα σκιερά φαράγγια με τις πολλές σπηλιές, τους καταρράκτες, τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, με τις δροσερές πηγές και τα καθαρά ποτάμια... Με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα νόστιμα φαγητά και το καλό κρασί, τα αρχοντικά γλέντια και τους φιλόξενους κατοίκους.

Frontpage

ΣΑΡΑΝΤΟΛΟΓΙΟ

Γράφει: ο Κώστας  Παπαντωνόπουλος

Σήμερα, που οι αριθμοί παίζουν πρωτεύοντα ρόλο και μάλιστα περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, ένα μεγάλο διάστημα της ημέρα μας ξοδεύεται με τους αριθμούς, τους λογαριασμούς και τ’ ανάλογα μετρήματα. Μερικά νούμερα από αυτά, κατά μία έννοια θεωρούνται προνομιούχα, έχουν αποτυπωθεί μέσα στο μυαλό μας και συνεχώς μνημονεύονται και αντιπροσωπεύουν πέρα από τους πολλούς λογαριασμούς και διάφορα γλωσσικά ιδιώματα της καθημερινότητας, όπως εκφράσεις, προλήψεις, παροιμίες, κατάρες, δημοτικά τραγούδια, θρύλους, παραδόσεις κ.λπ.

Ένας από αυτούς, ο αριθμός σαράντα (40), θεωρείται ιερός (όπως και το τρία ή το επτά). Μάλιστα σε όλους τους πολιτισμούς σε όλα, τα μήκη και πλάτη της γης ο αριθμός σαράντα, έχει έναν ιδιαίτερο μεταφυσικό και μαγικό ρόλο. Για τους μυστικοπαθείς, φαίνεται πως κάποια μυστηριακή δύναμη καλύπτεται με την βοήθεια του αριθμού αυτού. Και γι’ αυτό, στην θρησκεία μας, συνεχώς αντιμετωπίζουμε τη σαρανταήμερο νηστεία, τις σαράντα μέρες μετά τις οποίες η λεχώνα πάει στην εκκλησία, το μνημόσυνο στις σαράντα μέρες[1], τα σαρανταλείτουργα[2] κ.λπ. Και λόγω της ιερότητας που εκφράζει ο αριθμός σαράντα, ο λαός μας όπως φαίνεται πρέπει να τον άντλησε κυρίως από την θρησκεία και συν τον χρόνο, τον χρησιμοποίησε σύμφωνα με τις ανάγκες και τις ταγές της καθημερινότητας.

Προλήψεις, Γιατροσόφια και Δεισιδαιμονίες:

ΒΑΓΕΝΑΔΕΣ… ΒΑΡΕΛΟΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΓΕΝΙΑ ΤΟΥΣ…!

Έρευνα καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Ένα από τα επαγγέλματα που ανθούσαν μέχρι πριν πενήντα χρόνια περίπου ήταν αυτό του βαρελά ή βαγενά. Η τέχνη ήταν πασίγνωστή σε όλη την Ελλάδα, στον τόπο μας περίφημα βαρελάδικα υπήρχαν στο χωριό Κλεινδιά της Ωλένης αλλά και σε άλλα χωριά μειωμένης φήμης. Αυτοί κατασκεύαζαν κρασοβάρελα ή βαγένια, τυροβάρελα, κάδες, λαδοβάρελα ή λαδούσες, νεροβάρελα, βουτσέλες ή βουτσιά, μπακράτσες, τρομπόλες (κάδες βούτυρου), καδούλια ή μαστέλλες (κάδους για διαφόρων διαστάσεων και χωρητικότητας για προϊόντα, αλευροθήκες, βαγένια νερόμυλων, κάρτα (πινάκια) για το μέτρημα δημητριακών και άλλων ξηρών καρπών, βούτες, γλάστρες κ.ά.
Υπήρχαν και περιπλανώμενοι βαγενάδες που περιφέρονταν από χωριό σε χωριό κατασκευάζοντας ή επιδιορθώνοντας τα βαγένια και τα άλλα είδη του βαγενοποιού. Αυτοί οι πλανόδιοι βαγενάδες λέγονταν γκιούσηδες.
Τα βαρέλια ήταν δρύινα για κρασί και άλλα ποτά και από οξιά για το τυρί από κέδρο, έλατο ή πεύκο ή μουριά. Για νερό ποτέ δεν κατασκεύαζαν δρύινα, διότι το νερό μέσα στο δρύινο μαυρίζει.
Το βαρέλι αποτελείται από τις δούγες που είναι ξύλινες σανίδες καμπυλωτές, το φουντί που είναι ο πάτος των βαγενιών και τα στεφάνια.
Τα ποτοβάρελα που είχαν πιο λεπτές δούγες και φουντιά τα παραφινάριζαν.
Κατά την τοποθέτηση το βαρέλι έπρεπε να είναι επάνω σε βάση και να αερίζεται από δίπλα ώστε να μην τραβάει εξωτερικές υγρασίες και σαπίζει.
Οι δούγες κατασκεπάζονταν μόνο με το τσεκούρι «τσεκουράτες» και σχιστές, ποτέ δεν χρησιμοποιούσαν πριόνι. Το σχίσιμο γινόταν με ξυλόσφηνες και τσεκούρια.

ΠΑΤΙΝΑΔΑ ΓΑΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΡΥΛΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΩΝ ΣΙΝΑΙΩΝ

Λύσανδρος Σίνος κλαρίνο και Βασιλάκης Σίνος βιολί.

Είναι δύο εκτελέσεις, η πρώτη στην αρχή, ίσως να είναι και η τελευταία φορά που έπαιξαν μαζί!

ΤΟ ΚΛΩΤΣΗΜΑ ΤΩΝ ΑΛΟΓΩΝ - ΜΟΥΛΑΡΙΩΝ ΚΑΙ ΓΑΪΔΟΥΡΙΩΝ…!

Γραφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος

Τα πιο επικίνδυνα χούια (ελαττώματα) που είχαν τ’ άλογα, τα γαϊδούρια και τα μουλάρια ήταν το πρόγκηγμα και το κλώτσημα που ως το πιο επικίνδυνο εξ αυτών θεωρείται το μουλάρι (ημίονος).

Μια λαϊκή μας παροιμία λέει: «Να σε φυλάει ο Θεός από τα μπροστινά του καλογέρου και από τα πισινά μουλαριού!». Οι πιο επικίνδυνες κλωτσιές που έριχναν ήταν αυτές με τα πισινά πόδια τους. Μπορούσαν να κλωτσήσουν απροειδοποίητα «στα καλά καθούμενα» και πολλές φορές όταν ήταν σε πλήρη χαλάρωση.

Η ταυτόχρονη κλωτσιά με τα δύο πισινά πόδια όταν ζύγωνε κάποιος το ζώο από πίσω, ήταν πολύ επικίνδυνη ιδίως για μικρά παιδιά που ανάλογα με το ύψος τους τα κτυπούσαν στο κεφάλι ή στην κοιλιακή χώρα.

Το ζώο που κλωτσούσε στην τοπική διάλεκτο έλεγαν «τσινάει» ή είναι «τσινιάρικο».

Οι άνθρωποι που είχαν τέτοια ζώα είχαν «γευθεί» τις κλωτσιές τους, άλλοι μ’ ελαφρά κτυπήματα, τραυματισμούς, κατάγματα οστών και άλλοι έμειναν ανάπηροι ή και θανατώθηκαν.

Μια καταγραμμένη παρόμοια περίπτωση στην Γορτυνία, όπου ένα μουλάρι κτύπησε με τα δυο πισινά του πόδια τον ιδιοκτήτη του, αυτός έπεσε κάτω και ενώ μισοζαλισμένος προσπαθούσε να ξανασηκωθεί, αυτό του ξανά έδωσε και δεύτερη κλωτσιά και του έσπασε το κεφάλι. Ο άνθρωπος πέθανε ακαριαίως, διότι το ένα πόδι του μουλαριού τον χτύπησε στο κούτελο και του έσπασε το κρανίο.

ΥΦΑΝΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΓΑΛΕΙΟ…!

Επιμέλεια καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΛΛΙΟΥ
Το μαλλί ανέκαθεν ήταν η κυριότερη ύλη για την ύφανση του ρουχισμού. Για να φθάσει στην διαδικασία της ύφανσης, η επεξεργασία του μαλλιού ήταν χρονοβόρα και επίπονη. Άρχιζε από το βράσιμο σε καζάνια με καθαρό νερό να φύγει ο πίνος, κρύωμα και χτύπημα με τον κόπανο, συνέχεια ξέβγαλμα στο νερό, στέγνωμα στον ήλιο, ξάνοιγμα, λανάρισμα (ξάσιμο στα λανάρια).
Έπειτα ακολουθούσε το γνέσιμο, για το οποίο χρησιμοποιούν τη ρόκα ή το αδράχτι, όπου τυλίγεται η έτοιμη κλωστή και το σφοντύλι που δίνει βάρος στο αδράχτι και δυναμώνει την περιστροφική κίνηση. Στην Πηνεία έγνεθαν χωρίς σφοντύλι αλλά με σχέτη την δρούγα όπου την περίφερε η γνέστρα με το ένα της χέρι για να στρίβει το μαλλί.
Αφού γνεστούν και αδραχτιαστούν τα μαλλιά, βάφονται. Τα χρώματα γίνονται ανεξίτηλα, πράγμα που οφείλεται στην ουσία των χρωστικών υλών ζωικών ή φυτικών. Μετά το βάψιμο τα νήματα κουβαριάζονται με τη βοήθεια ανέμης. Συγκεκριμένα, γίνεται το καλάμισμα ή μασούριασμα που είναι το τύλιγμα του στημονιού στα καλαμάκια του υφαδιού στα μασούρια, το διάσιμο, δηλαδή η τακτοποίηση του νήματος που θα αποτελέσει το στημόνι του υφάσματος. Το τύλιγμα του διασιμιού στο πίσω αντί του αργαλειού. Το μίτωμα είναι το πέρασμα του στημονιού στα μιτάρια και έχει μεγάλη σημασία για το είδος του πανιού που θα υφαίνουν οι υφάντρες, καθώς και για το σχέδιο του.
Οι χωρικοί κατεργάζονται και τις άλλες υφαντικές ύλες με διάφορους τρόπους και πολύ κόπο. Ο αργαλειός ήταν το εργαλείο που χρησιμοποιούσαν για να υφάνουν διάφορα υφαντά.
Κατασκευάζονταν αρκετά είδη υφαντών δια πάσα χρήση.

Κεντρική Σελίδα

Ο Τόπος μας

Παράδοση

Πολυμέσα

Ιστορία

Αναδημοσιεύσεις

Free Joomla! templates by Engine Templates