ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΛΘΑΝ ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΜΑΣ

Γονική Κατηγορία: Μελέτες, Πνευματικά Παρατσούκλια- Παρωνύμια Εμφανίσεις: 14305

Τα περισσότερα ονόματα ξεκίνησαν από τα παρατσούκλια και με το χρόνο καθιερώθηκαν σαν κύρια επώνυμα. Πάρα πολλά προέρχονται από Τουρκικές λέξεις, από την φύση, (φυτά, ζώα, μέταλλα, ψάρια, καιρικά φαινόμενα, κ.λπ.) από την εργασία, από τον τόπο καταγωγής, από την θρησκεία μας, από διάφορα αξιώματα, από φαγητά, από την διάπλαση του σώματος, από διάφορα εργαλεία, από τα κύρια ονόματά μας και από άλλες διάφορες εκδοχές.

Αδραχτάς = Εκείνος που έφτιαχνε τ’ αδράχτια του αργαλειού.

Αλετράς = Ο κατασκευαστής αρότρων (αλέτρι).

Αλευράς = Ο έμπορος αλεύρων.

Αλμπάνης = Ο καλιγωτής.

Αμπαντζής = Ο κατασκευαστής και πωλητής αμπάδων.

Αμπελάς = Ο κάτοχος αμπελιών.

Αραμπατζής = Ο καροτσέρης, ο αμαξάς.

Αρβάλης = Ο κατασκευαστής των χερουλιών διαφόρων σιδερένιων αγγείων.

Βαγενάς, Βαρελάς = Ο κατασκευαστής βαγενιών

Βαλμάς = Ο περιποιητής των αλόγων του στάβλου, ή ο ιδιοκτήτης αλόγων.

Βαρουξής, Μπαρουξής = Ο παρασκευαστής της πυρίτιδας.

Βαρσαμής, Βαλσαμής = Αυτός που βαλσάμωνε νεκρά ζώα και πουλιά, ή αυτός που έκανε συλλογή του φυτού βάρσαμο.

Βελέτζας = Ο κατασκευαστής του υφάσματος βελέντζας

Βιολιτζής = Ο οργανοπαίχτης.

Βούρτσης = Ο κατασκευαστής διαφόρων βουρτσών.

Γεμιτζής = Ο ναυτικός, αυτός που δουλεύει στο καράβι.

Γεωργατζής = Ο κατασκευαστής και έμπορος παπλωμάτων.

Γιαπιτζής = Ο χτίστης.

Γουναράς, Γουναρόπουλος, Γούναρης = Ο κατεργαστής των γουναρικών.

Δαλιάνης = Ο ιδιοκτήτης ιχθυοτροφείου.

Δάρας = Ο ζυγιστής.

Δερβένης = Ο ελεγκτής των περασμάτων (υπάλληλος διοδίων).

Δόσης = Αυτός που αναλάμβανε να μαζέψει τις δόσεις από τους χρεωφειλέτες.

Δούλος = Ο υπηρέτης, ο σκλάβος.

Ζαπίτης = Ο αστυνόμος επί Τουρκοκρατίας.

Ζαφειρόπουλος, Ζαφειράκης = Ο έμπορος κοσμημάτων, ζαφειριών.

Ζέβλας = Ο κατασκευαστής εξαρτημάτων υποζυγίων.

Ζορμπάς = Ο σκληρός, ο τυρρανικός.

Ζουρναντζής = Ο κατασκευαστής ζουρνάδων (μουσικό όργανο).

Ζώρας = Ο ζόρικος ο αντίθετος με τους νόμους του τόπου.

Θαλασσινός = Ο ναυτικός.

Καβαδάς = Ο κατασκευαστής ακριβών μάλλινων ενδυμάτων και υφασμάτων (Περσική)

Καδάς = Ο κατασκευαστής της κάδης.

Καζάζης = Ο έμπορος μεταξιού.

Καζάνας = Αυτός που φτιάχνει καζάνια.

Καλαθάς = Ο κατασκευαστής καλαθιών.

Καλαμαράς = Ο γραμματικός.

Καλατζής, Γανωτής = Αυτός που γυαλίζει με κασσίτερο τα μπρούτζινα αγγεία.

Καλαφάτης = Ο επιδιορθωτής βαρελιών, ή πλοίων.

Καλιοντζής, Καλιοτζής = ο ναυτικός.

Καλιγωτής = Αυτός που καλιγώνει άλογα, γαϊδούρια και μουλάρια.

Καλύβας = Ο τεχνίτης καλύβας.

Κάλφας = Ο βοηθός του τεχνίτη, ο μαθητευόμενος.

Καμάρας = Ο τεχνίτης καμαρών (βρύσης, γεφυριών, ναών, κ.λπ.)

Καμουτσής = Αυτός που έφτιαχνε καμτσίκια.

Καμπέρης = Ο έμπιστος σκλάβος, ο υπηρέτης.

Κανατάς = Ο κατασκευαστής κανατιών.

Κανδυλιώτης = Ο κατασκευαστής κανδηλιών.

Κανταρτζής = Ο ζυγιστής με καντάρι, ο κατασκευαστής κανταριών.

Καπελιώτης = Ο κατασκευαστής καπέλων.

Καπετάνιος = Ο πλοίαρχος.

Καπουτζής = Ο πορτιέρης

Καραβάνας = Αυτός που έφτιαχνε καραβάνες.

Καραμπάτσης = Ο σκληρός εισπράκτορας του φόρου.

Καραχάλιος = Ο ιδιοκτήτης μαύρου άλογου ή αυτός που φτιάχνει ή εμπορεύεται χαλιά.

Καρβουνιάρης, Καρβούνης = Ο παρασκευαστής ή έμπορος κάρβουνου.

Καρδαράς = Ο κατασκευαστής καρδαριών.

Καρέλας = Ο κατασκευαστής καρελιών (τροχαλίες).

Καρεκλάς = Ο κατασκευαστής καρεκλών, καθισμάτων.

Καρπούζος = Ο καρπουζοπαραγωγός.

Καρύδης = Ο έμπορος καρυδιών, ή ιδιοκτήτης δένδρων καρυδιάς.

Καστανάς, Καστανίδης = καστανάς ή έμπορος, ή παραγωγός καστάνων.

Καστρινός = Ο κατασκευαστής κάστρων, ή ο κάτοικος κάστρου.

Κατής = ο δικαστής, ο σκληρός.

Καφάσης = Ο κατασκευαστής καφασιών (παλιά παράθυρα πλεχτά).

Καφετζής, Καφετζόπουλος = Ο ιδιοκτήτης καφενείου, ή ο έμπορος καφέ.

Καψάλης = Ο κοινοτικός, ο δημόσιος.

Κεραμάς = Ο κατασκευαστής κεραμιδιών, ή ο αντικλωτής (επισκευαστής) στέγης.

Κεχαγιάς = Ο επιστάτης.

Κίντος = Αυτός που έβαζε ρουφιανιές, ο πληρωμένος ψευδομάρτυρας.

Κοτσαμπάσης = Έλληνας προεστός επί Τουρκοκρατίας.

Κουγιουμτζής = Αυτός που έφτιαχνε κοσμήματα από χρυσό.

Κουλούρης = Ο κουλουράς.

Κουπαντζής = Αυτός που έφτιαχνε φλυτζάνες, κούπες.

Κρεμμύδας = Ο έμπορος κρεμμυδιών ή ο παραγωγός κρεμμυδιών.

Κριθαράς = Ο έμπορος κριθαριού.

Κυπρούλης = Ο γεφυροποιός, ο αρχιμάστορας των γεφυριών,

Λάγαρης = Αυτός που καθάριζε τα υγρά.

Λαγουμιτζής = Ο κατασκευαστής στοών (λαγουμιών).

Λαδάς Λαδέας = Ο έμπορος λαδιού.

Λαϊνης = Ο κατασκευαστής πήλινων αγγείων (λαγήνια).

Λαναράς = Ο επεξεργαστής λιναριού και μάλλινων υφασμάτων.

Λασπιάς = Όποιος φτιάχνει λάσπη.

Λεμονής = Ο έμπορος λεμονιών.

Λιατσής = αυτός που μάζευε το φυτό κάρδαμο.

Λίβανος, Λιβανάς, Λιβάνης = Ο έμπορος λιβανιού.

Λουρίδας = Ο κατασκευαστής ζωνών (λουρίδες)

Μακελάρης = Ο χασάπης.

Μάλαμας = Ο έμπορος κοσμημάτων.

Μανάβης = Ο έμπορος λαχανικών.

Μαντάς = Αυτός που έφερνε τις ειδήσεις, ο μαντατοφόρος.

Μαντζούνης = Εκείνος που φτιάχνει γλυκίσματα με ξυλάκι για παιδιά.

Μάντης = Ο μάγος.

Μαραγκός = Ο τεχνίτης του ξύλου.

Μασούρας = Ο κατασκευαστής μασουριών για αργαλειούς.

Μαστοράκης = Από το μάστορας (τεχνίτης).

Μαχλάς = Αυτός που έβγαζε τα παρατσούκλια.

Μεϊμαράκης = Ο αρχιτέκτονας.

Μεταξάς = Ο έμπορος μεταξιού.

Μουτάφης = Ο κατασκευαστής σχοινιών.

Μούτσος = Ο ναυτόπαις στο καράβι.

Μπακάλης = Ο καταστηματάρχης, ο τυροκόμος.

Μπακιρτζής = Έμπορος χάλκινων αγγείων.

Μπαλάσκας = Ο κατασκευαστής μπαλάσκας (θήκες για βόλια και όπλα που τις φορούσαν οι πολεμιστές).

Μπαλτάς = Ο τεχνίτης των τσεκουριών.

Μπαρμπέρης = Ο κουρέας.

Μπάτσης = Ο εισπράκτορας φόρου.

Μπογιαντζής = Ο ελαιοχρωματιστής.

Μπόμπας = Ο κατασκευαστής εκρηκτικών υλών.

Μποτίλιας = Ο κατασκευαστής γυάλινων φιαλών (μπουκάλες).

Μπουλουξής = Ο αρχηγός μπουλουκιού.

Μυλωνάς = Ο ιδιοκτήτης μύλου, ή ο χειριστής του μύλου.

Ναλιτζής = Εκείνος που φτιάχνει τσόκαρα.

Νερατζάκης, Νεράτζης = Ο έμπορος νεραντζιών.

Ντάρμας = Αυτός που ανακατεύει.

Ντελής = Ο περιποιητής των αλόγων επί Τουρκοκρατίας.

Ντουφεκτσής = Ο τεχνίτης των τουφεκιών.

Ξυδιάς = Ο έμπορος ή παρασκευαστής ξυδιού.

Παλυβός = Ο ιδιοκτήτης ασπροκόκκινων γιδιών (παλυβά γίδια).

Παπουτσής = Ο υποδηματοποιός.

Πετιμεζάς = Ο παρασκευαστής πετιμεζιού.

Πετραλιάς = Ο χτίστης πέτρας.

Πηγαδάς = Ο κατασκευαστής πηγαδιών.

Πιλάφας, Πιλαφτσής = Ο μάγειρας πιλαφιού

Ράφτης, Ράπτης, Ραπτόπουλος = Ο ράπτης, ή εμποροράφτης.

Σαγιάς = Ο κατασκευαστής ειδικών μάλλινων υφασμάτων (Τουρκ.)

Σαλβαρίδης = Από το σαλβάρι (είδος βράκας ή πλατιού παντελονιού).

Σαμαντζής, Σαμαράς = Ο κατασκευαστής σαμαριών.

Σαπουντζής = Ο σαπωνοποιός.

Σημιτζής, Σημίτης = Ο κουλουράς με σουσάμι.

Σκαλτσάς = Ο κατασκευαστής κάλτσας.

Σκούφης = Ο κατασκευαστής καπέλων (σκούφια).

Σπιρούνης = Ο κατασκευαστής σπιρουνιών (εξαρτήματα σέλας).

Σύκας = Ο επεξεργαστής και έμπορος σύκων.

Ταβανιτζής, Tαβανίδης = Ο τεχνίτης ταβανιών.

Ταβερναράκης = Ο ιδιοκτήτης ταβέρνας.

Ταβουλάρης = Ο κατασκευαστής νταβουλιών, ή χρήστης νταβουλιού.

Ταμπάκης, Ταμπακόπουλος, Ταμπακίδης = Ο κατεργαστής δερμάτων.

Τεμπεσίρης = Ο κατασκευαστής κιμωλίας (τεμπεσίρι).

Τερζής, Τερζάκος, Τερζιάδης, Τερζόπουλος. = Ο ράφτης ρούχων.

Τομαράς = Ο επεξεργαστής δερμάτων.

Τουτούνης = Ο έμπορος καπνού (τουρκ. καπνός = τουτούμ).

Τσακμάκης = Ο κατασκευαστής τσακμακιών (αναπτήρων).

Τσαούσης = Ο αστυνόμος επί Τουρκοκρατίας.

Τσαρούχας = Ο τεχνίτης τσαρουχιών.

Τσατσάρας = Ο κατασκευαστής χτενών.

Τσεκούρας = Ο κατασκευαστής τσεκουριών.

Τσιμπήδης = Ο κατασκευαστής τσιμπιδιών.

Τσιμπούκας, Τσιμπουξής = Ο κατασκευαστής τσιμπουκιών.

Τσοπάνης, Τσοπάνογλου, Τσοπανόπουλος, = Ο τσοπάνης.

Τσουραπάς = Ο κατασκευαστής τσουραπιών.

Υφαντής = Ο τεχνίτης υφαντών.

Φακίρης = Ο μάγος.

Φαλτσέτας = Ο κατασκευαστής φαλτσετών (αγροτικό εργαλείο κοπής).

Φαρμάκης, Φαρμακόπουλος = Ο φαρμακοτρίφτης, ο φαρμακοποιός.

Φερμαντζής = Ο εκτελεστής του Σουλτανικού διατάγματος.

Φλόκας = αυτός που έφτιαχνε φλοκάτες κουβέρτες.

Φουντάς = αυτός που έφτιαχνε τις φούντες των σπαθιών και των τσαρουχιών.

Φούρνιαρης = Ο αρτοποιός, ή ο κατασκευαστής φούρνων.

Φουσέκης = Ο τεχνίτης παρασκευής φυσεκιών.

Φυτιλάς = Ο κατασκευαστής φυτιλιών.

Χαβανίδης = Ο κατασκευαστής χαβανιών (εργαλείο κοπής καπνού).

Χαλβατζής = Ο παρασκευαστής χαλβά.

Χαλκιάς = Ο σιδηρουργός, ο χαλκιάς.

Χανιώτης = Ο ιδιοκτήτης χανίων.

Χαντζάρας = Ο κατασκευαστής πολεμικών μαχαιριών (χαντζάρων).

Χασαπόπουλος = Από το χασάπης.

Χατζής = Ο ιδιοκτήτης χανίου.

Χυτήρης = Αυτός που δούλευε σε χυτήριο, ή ο ιδιοκτήτης χυτηρίου.

Ψαθάς = Ο παρασκευαστής του καπέλου ψάθα, ή ο συλλέκτης του υδρόβιου φυτού ψαθί, το οποίο το χρησιμοποιούσαν για την στρώση σαμαριών.

Ψυχογιός = Ο θετός γιος, ή ο μικρός υπάλληλος καταστήματος.

Από κράτη, περιοχές, πόλεις, χωριά, όπως;

Τούρκος, Τουρκάκης, Ιταλός, Γερμανός, Γερμανίδης, Γερμανάκος, Γάλλος, Αρμένης, Αρμενόπουλος, Αρμενίδης, Αλγερίνος, Περσίδης, Μανιάτης, Περσίας, Φράγκος, Αλγερίνος, Μπαρμπαρόσας, Μπαρμπαρούσης, Περσιάνος, Ρωμιός, Ροδίου, Ρουμανιάς, Λαλιώτης, Πορετσάνος, Λαγκαδινός, Μακεδόνας, Νεμουτιάνος, Πατρινός, Κακοταρίτης, Ακοβίτης, Αναπλιώτης,  Τριπολιτσιώτης, Αρμπουνιώτης, Λεχουρίτης, Ροδόπουλος, Κοντοβαζαινίτης, Μεσολογγίτης, Ρουμελιώτης, Αγραφιώτης, Σκοπελίτης, Κρητικός, Χιώτης, Μωραΐτης, Τρικαλιώτης, Φλωρινιώτης κ.λπ.

 

Από κύρια ονόματα, όπως:

Νικολόπουλος, Νικολαΐδης, Γιαννόπουλος, Δημητρόπουλος, Βασιλόπουλος, Θεοδωρόπουλος, Πετρόπουλος, Χριστόπουλος, Γεωργόπουλος, Ηλιόπουλος, Σπυρόπουλος, Παναγιωτόπουλος, κ.λπ.

Από εργαλεία, όπως:

Κουταλιανός, Παγουρόπουλος, Ξιναρόπουλος, Αριδάς, Κασμάς, Κλαδευτήρης, Φαλτσέτας, Μαχαίρας, Μαχαιρίδης, Τσίτσος, Μολυβιάτης, Κονδυλόπουλος, Ντορβάς, Σαμαρίδης, Χαλινόπουλος, Πεταλίδης, Καρφιτσόπουλος, Βαρελάς, Σκεπάρνης, Αλετράς, Σκεπαρνόπουλος, Καρφίτσας, Βελόνης, Βαγενάς, Τσιμπήδης, Πριονάς, Καραβάνας, Βούρτσης, Τσαπώνας, Τσουκαλάς, Κουδουνάς, Τσοκανίδης, Καμπανάς, Σπάγκος, Σπαγκόπουλος, Τρίχινος, Καρεκλάκης, Καραμπίνας, Πλαστήρας, Κόπανος, Κοπανάκης, Τσεκούρας, Μπαλντάς, Κανταράκης, Καραμπίνης, Χουλιάρας, Χουλιαράκης, Βελόνης, Βελονόπουλος, Τρουπής, Τσακμακίδης, Κεραμίδας, Παλαντζάς, Ψαλλίδας, Μπότσας, Μποτίλιας, Σκαρπέλας, Σφυρής, Ντότσικας, Καλύβας, Πριόβολος, κ.λπ.

 

Από δένδρα, φρούτα, όσπρια, σιτηρά, άνθη όπως:

Κυπαρίσσης, Πορτοκάλογλου, Λεμονής, Βελανίδας, Πουρνάρας, Πλατανιάς, Καρύδης, Κρεμύδας, Σύκας, Κρεμμύδας, Κριθαράς, Καλαμπόκας, Καλαμπόκης, Σταρένιος, Καλαμένιος, Καρπούζος, Αγγούρης, Μαρούλης, Γουλής, Λαχανάς, Βασιλικός, Αγραπίδης, Παπαρούνης, Τριαντάφυλλος, Τριανταφυλλόπουλος, Θυμαράκης, Τριανταφυλλίδης, Μαντζουράνης, Ροδιάδης, Φασουλής, Φασούλας, Γιασεμής, Ρεβύθης, Φουντουκίδης, Φουντουλάκης, Καστανιώτης, Αμπελάς, Αγραπίδης, Γαρουφαλιάς, Πλατανάκης, Κολοκύθας, Νεραντζάκης, Μαραθιάς, Πιπέρης, Πιπεργιάς, Κυδωνίδης, κ.λπ.

 

Πολλά ονόματα προήλθαν από τα ζώα, όπως:

Κατσίκης, Κριάρης, Γιδόπουλος, Τραγάκης, Προβατάς, Προβόπουλος, Ψιμάρνης, Γελαδάρης, Μοσχίδης, Μοσχόπουλος, Βοϊδής, Λαγός, Γάτος, Γατόπουλος, Γατίδης, Λύκος, Ζαρκαδάκης, Ζαρκαδόπουλος, Κριαρίδης, Κριάρης, Τσάκαλης, Τσακαλώτος Ποντίκης, Κουνέλης, Κουνελάκης, Σκυλίτσης, Λυκοτόμαρος, Λυκούσης, Κατσούλας, Λεονταρίτης, Λυκούδης, Αλέπης, Λεοντίου, Λεοντίδης, Τσακαλίδης, Κάστορης, Τσάκαλος, Αλογοσκούφης, Βερβερίτσας, Κατσικόπουλος, Λαγούσης, Λαγάκος, Αρκουδιάρης, Ζούδιαρης, Αρκούδης, Ψιμάρνης, Αρκουμάνης, Αρκουδέας, Βύντρας, Κουνάβης, Λυκόγιαννης, Ζαρκαδάκης, Σκυλόγιαννης, Λαγογιάννης, κ.λπ.

 

Από πουλιά, όπως:

Αηδόνης, Αηδονίδης, Κότσιφας, Γεράκης, Γερακάρης, Φάσσος, Κατσουλιέρης, Φασιανός, Κορακάκης, Κορακόπουλος, Κορακίδης, Τσίπηρας, Πουλόπουλος, Κόκορης, Πουλακίδας, Γούβης, Τσιχλιάς, Τσίχλης, Κοταρίδης, Πέρδικας, Περδίκης,  Περδικόπουλος, Κοτοπούλης, Χελιδόνης, Τρυγωνίδης, Γερακίδης, Αυγουλάς, Σπίνος, Σαρανταύγας, Καρακαξόπουλος, Λουκαΐνης, Φλώρος, Φλωρίδης, Κουρουνόπουλος, Γκιωνάκης, Καλιακούδας, Πουλής, Χήνος, Χηνίδης, Χηνοφώτης, Χηνόπουλος, κ.λπ.

 

Από έντομα, φίδια, όπως:

Μέρμυγκας, Μυρμηγκόπουλος, Κάβουρας, Καβουρίδης, Καβουρίνος, Καβουρόπουλος, Μελισσανίδης, Μελισσόπουλος, Πεταλούδας, Ψειρίδης, Κονιδιάρης, Κονίδης, Σκορπίδης, Κολοφωτιάς, Αστρίτης, Ψωράκιας, Κούσκουρας, Φιδόπουλος, Φιδάς, Σφηκόπουλος, Σαλιγκαρόπουλος, Σαλιγκάρης, Τζιτζικώστας, Μολυντήρης, Μερμήγκης, Κούνουπας, Κουνούπης, Ακριδάκης, κ.λπ.

 

Από ψάρια, όπως:

Σαρδέλης, Δελφίνης, Δελφινόπουλος, Κολιόπουλος, Σαφρίδης, Μπαρμπούνης, Βακαλόπουλος, Βακάλογλου, Ξιφίας, Μαριδάκις, Καραβίδας, Σκουμπρής, Γαβράκης, Τσιπουρίδης, Σπάρος, Χελάς, Χελιώτης, Σκουμπριδάκης, Σπαράκης, Σπαρίδης, Ψαρόγιαννος, Λούτσος, Σαρδελιάνος, Χελόπουλος, Ψαράς, Ψαράκης, Ψαραδέλης, Ψαρόπουλος, Ψαριανός, Σολωμός, κ.λπ.

 

Από κοσμήματα, μέταλλα, πετρώματα όπως:

Αδαμαντίου, Διαμαντίδης, Διαμαντάκος, Διαμαντένιος, Χρυσικός, Χρυσοχοΐδης, Ασημάκης, Ανάργυρος, Ασημίδης, Χρυσάφης, Αδαμίδης, Ασημακόπουλος, Πετράδης, Μαλαματένιος, Μάλαμας, Σιδηρόπουλος, Μαντέμης, Μαντεμένιος, Σιδέρης, Σιδερίδης, Πετρίδης, Πετράκης, Πετρόπουλος, Πετρακόπουλος, Μπρούντζος, Καλαΐτης, Ατσαλένιος, Χαλκόπουλος, Χαλκοκονδύλης, Χαλκουνίδης, Χαλκούνας, Αργυρόπουλος, Αργυράκης, Αργυρίδης, Μαρμαράς, Στουρνάρης, Κοντολίθαρος, Βραχάκης, Μαρμαρένιος, Μαρμαριάς, Σκουργιάς, Τσιγκόπουλος, κ.λπ.

 

Από αξιώματα, όπως:

Τσαούσης, Τσαούσογλου, Τσαουσάκης, Αγάς, Άρχοντας, Καπετάνιος, Καπετανόπουλος, Καπετανάκης, Καπετανίδης, Αρχοντίδης, Βασιλιάς, Βασιλειάδης, Βασιλόπουλος, Στρατηγόπουλος, Αρχηγόπουλος, Στρατηγός, Κυβερνήτης, Προεστός, Εξαρχόπουλος, Έξαρχος, Προεστόπουλος, Αρχοντόπουλος, Μπροστάρης, Αρχιμανδρίτης, Βεζίρης, Βεζυράκης, Ταξιάρχης, Ταγματάρχης, Μπέης, Πασάς, Κατής, Ρήγας, Ρηγόπουλος, Ρηγάκης,  Εισαγγελέας, κ.λπ.

 

Από την Θρησκεία, όπως:

Δεσποτόπουλος, Δεσποτάκος, Επισκοπάκης, Παπάς, Καλογήρου, Διάκος, Άγγελος, Αγγελόπουλος, Ρασούλης, Σταυράκης, Σταυρόπουλος, Μωυσιάδης, Λαμπαδάς, Λαμπαδιάρης, Αβράμης, Ιορδανίδης, Ευάγγελος, Ευαγγελόπουλος, Ευαγγελίδης, Χρηστίδης, Αρχιμανδρίτης, Χριστιανόπουλος, Παπαδάκος, Ιωσηφίδης, Μοναστηριώτης, Σταυρίδης, Καλογερής, Καλογερόπουλος, Καλογεράκος, Δεσποτακόπουλος, Πατριαρχέας, Λίβανος, Λιβάνης, κ.λπ.

 

Από το σχήμα προσώπου ή σημάδια του σώματος, όπως:

Ψηλομύτης, Κοντούλης, Κουτσοχείλης, Κουρεμένος, Κοκαλιάρης, Κοκκινομάλης, Κουτσοπόδης, Στραβολαίμης, Μαυρομάτης, Κουλός, Μονάντερος, Κοκκινοτρίχης, Ζουμπός, Αράπης, Κουτσομύτης, Κοτσαύτης, Μαλλιόπουλος, Άγριος, Αγριόπουλος, Τσούλος, Σημαδεμένος, Πετρόχειλος, Χειλουδάκης, Χονδρός, Αυτιάς, Μουτζουράκης, Αράπογλου, Αραπάκης, Λιανός, Σπανός, Σπανόπουλος, Καμπούρης, Μαυροκέφαλος, Στραβοκέφαλος, Κατσαρός, Στραβολαίμης, Κουτσόπουλος, Κεφάλας, Κασιδιάρης, Κεφαλόπουλος, Μπριστογιάννης, Μπιτσικόλης, Τριχάς, Τριχίδης, Κεφάλας, Κατσομαλιάρης, Μουσάς, Χαλκομάτης, Κορδονούρης, Χειλουδάκης, κ.λπ. 

 

Από την φύση, όπως:

Λαγκαδινός, Λαγκαδάς, Θαλασσινός, Βουνίσιος, Βροντόπουλος, Καπελιώτης, Ποταμιάνος, Ποταμίδης, Ποταμούλας, Καμπίσης, Χωματάς, Σπηλιώπουλος, Σπηλιάδης, Σπηλιωτάκης, Ρουμανιάς, Ρουμάνης, Βαλτίδης, Βαλτερός, Λιμνόπουλος, Λίμνας, Νησιώτης, Νερολόγος, Διασελόπουλος, Διασελάκης, Μπελενίτσας, Φουρτούνης, Φουρτουνάκης, Ξέρας, Κορφόπουλος, Κορφάδης, Κορφάκης, Λογκάκης, Τρουπής, Βρυσάκης, Κατέβας, Γουλισόπουλος, Χωματάς, κ.λπ.

 

Από καιρικά φαινόμενα, μήνες, όπως;

Αστραπιάς, Αστραπίδης, Αγερίδης, Αστραπόγιαννος, Βροχόπουλος, Χιόνης, Χιονίδης, Αστερής, Κατέβας, Βοριάς, Βορίδης, Βροχόπουλος, Μαϊστρέλης, Μαΐστρος, Νοτίδης, Νοταράς, Αεράκης, Ντραμουντάνας, Χεινόπωρος, Χειμώνας, Χαλαζάκης, Χαλαζιάρης, Αυγουστής, Αυγουστίνος, Συννεφόπουλος, Συννεφιάς, Αλωνιστής, Μάρτης, Γεναράκος, Φωτεινός, Μπόρας, Χιόνης, Κατσιφάρας, Κυματιστός, Λαμπίρης, Λαμπρινός, Τουμπάκης,  κ.λπ.

 

Από διάφορα παρασκευάσματα φαγητού, όπως:

Τραχανάς, Τραχανόπουλος, Τυρόγαλος, Ξυνόγαλος, Ξυνογαλάς, Ξυνίδης, Μανέστρας, Κουρκούτας, Παστός, Μυτζηθρόπουλος, Ξυδός, Πατσάς, Πατσατζόγλου, Κομποστιώτης, Χυλός, Ζουμής, Ζουμίδης, Κουλούρης, Γεμιστός, Πίττας, Κρέμης, Γιαουρτόπουλος, Ξινός, Γλυκάδης, Ξηροτύρης, Καρβέλας, Ψωμιάδης, Ξυδιάς, Σημίτης, Κρασάκης, Σημιτόπουλος, Καγιανάς, Καρβέλης, Ψωμάς, Ψωμιάδης, Καρβελόπουλος, Ζαχαράκης, Ζαχαρόπουλος, Ζαχαριάδης, Μπομπότας, Σουτζουκίδης, Τηγανίτας, κ.λπ.

 

Από διάφορες ιδιότητες, όπως:

Σκλάβος, Δούλος, Βλάχος, Μαγκούφης, Σαχλάς, Χασομέρης, Ψυχογιός, Λαδάς, Λάγιος, Κόρμπος, Λειχήνης, Μούλος, Μουλάς, Μπεκρής, Μπράβος, Μπόλικος, Μπέμπης, Ανδριομένος, Ψυχάρης, Κλάδης, Βερέμης, κ.λπ.

 

Πάρα πολλά ονόματα έχουν προέλθει από Τούρκικες λέξεις, όπως πολλά από το προσωνύμιο Καράς που σημαίνει μαύρος, ιδίως στην Ηλεία και Αχαΐα το προσωνύμιο Καράς έχει ευρεία εξάπλωση, όπως:

 

Καραβαγγέλης, Καραβάνας, Καραβανίδης, Καραβάς, Καραβασίλης, Καραβατάς, Καραβατσέλος, Καραβελάκης, Καραβέργος, Καραβέτζας, Καραβίας, Καραβίτης, Καραβιώτης, Καραβοκύρης, Καράβολας, Καραβότας, Καραβούλιας, Καραγάκιας, Καραγεωγρόπουλος, Καραγιαμπής, Καραγιαννάκης, Καράγιωργας, Καραγιώργης, Καραγκαδάκης, Καραγκελής, Καραγκιαούρης, Καραγκίκας, Καραγκιόζης, Καραγκιούλης, Καραγκούνης, Καραγρηγόρης, Καραδημήτρος, Καραδήμας, Καραδημητρόπουλος, Καραδοντάς, Καραδούκας, Καραζάνος, Καραζέρης, Καραζιώγας, Καραζουρνιάς, Καραθανάσης, Καραθανασόπουλος, Καραθάνος, Καραϊζιώτης, Καραϊλανίδης, Καραΐνδρος, Καραϊσάς, Καραϊσκάκης, Καρακαλπάκης, Καρακανδάς, Καρακάξης, Καρακαούλιας, Καράκας, Καρακάσης, Καρακασίδης, Καρακατζάς, Καρακατσάνης, Καρακάτσας, Καρακατσέλος, Καρακατσούλης, Καρακίτσος, Καρακοΐδας, Καρακουλάκης, Καρακούλης, Καρακουλιώτης, Καρατουλιώτης, Καρακούσης, Καρακωνσταντής, Καρακώστας, Καρακώστογλου, Καρακωστόπουλος, Καράλαγας, Καραλάκης, Καραλέμας, Καραλής, Καραλίβανος, Καραμαλίκης, Καραμανλής, Καραμαντόπουλος. Καραμαργιός, Καραμαρίτης, Καραμελάς, Καραμεσίνης, Καραμέρος, Καραμέτος, Καραμηλιώνης, Καραμήτος, Καραμήτσας, Καραμίτζιος, Καραμιχάλης, Καραμίχας, Καραμπάς, Καραμολέγκος, Καραμούζης, Καραμουσουλής, Καραμούτζος, Καράμπαλης, Καραμπότσιος, Καράμπαμπας, Καραμπασίδης, Καραμπάτος, Καραμπατσάκης, Καραμπάτσης, Καραμπάτσος, Καράμπελης, Καραμπέρης, Καραμπετιάνης, Καραμπίλιας, Καραμπίνης, Καραμπογιάς, Καραμπότσης, Καραμπότσιου, Καραμπότσος, Καράμπουλας, Καραμπούρης, Καραμπουρνιώτης, Καράνανας, Καράνας, Καρανάσιος, Καρανάσος, Καραναστάσης, Καρανάτσης, Καρανδρίκας, Καρανικολής, Καρανικολός, Καραντάλης, Καραντούσης, Καραντώνης, Καραουλάνης, Καραπαναγιώτης, Καραπάνος, Καραπάντσος, Καραπαπάς, Καραπατάκης, Καραπατής, Καραπετής, Καραπέτρος, Καραπιάλης, Καραπιπέρης, Καραπίτσος, Καραπλής, Καράς, Καρασάκης, Καρασαρίδης, Καρασίμος, Καρασιούτας, Καρασκούτης, Καρασούλας, Καρασούλης, Καρασαΐνης, Καρασούλος, Καρασούτας, Καρασπήλιος, Καρασπύρου, Καραστάθης, Καραστέργιος, Καραστήρας, Καρατασάκης, Καρατάσος, Καράτζαλης, Καρατζανίδης, Καρατζαφέρης, Καρατζέλης, Καρατζής, Καρατζόγιαννης, Καρατζούλης, Καρατζούνης, Καρατσαπής, Καρατσίβος, Καρατσιβούδης, Καρατσώλης, Καραφάνταλος, Καραφέρης, Καραφλός, Καραφύλης, Καραφύλλογλου, Καραφώτης, Καραφωτιάς, Καραχάλιος, Καραχανίδης, Καραχασάνης, Καραχιντζίτης, Καραχρήστος, Καραχούσης, κ.λπ.

 

Στον τόπο μας πολλά τοπωνύμια έχουν το Καρά προσωνύμιο, τέτοια είναι τοποθεσίες, οικισμοί ακόμη και χωριά:

(Καρακασίμη το Σιτοχώρι), Καράτουλας, (Καραγκιούζι, Πρινάρι Πηνείας), (Καρακούζι Αμπελόκαμπος), (Καραμαλού, Καραβελέϊκα στην Αμαλιάδα) (Καραλής, Καραλέτσι στο Σιμόπουλο), Καραβουλαίϊκα, Καραχασάνη, Καραίϊκα, Καρούτες, Καρυά, (Καραγιάννι, Καραχιούτι στον Αστρά), (Καραβασίλη, Καραμπέλι, στο χωριό Λάνθι), (Καραγκούνη, Καραγιάννι, Καραμερέϊκα, στο Λάλα), (Καρακόρα στο Μουζάκι), (Καραμάντζου στην Μαγούλα), (Καραλή, Καραμπούλι, Καραμεχμέτη, στο Χελιδόνι), κ.λπ.

 

Διάφορες λέξεις:

Καραμπόλα = σύγκρουση πολλών αυτοκινήτων ή ομοειδών πραγμάτων.

Καραβάνα = αγγείο αλουμινένιο.

Καραντίνα = απομόνωση.

Καραμέλα = είδος γλυκίσματος.

Καραβίδα = θαλασσινό.

Καραμπίνα = όπλο.

Καραμπογιά = χρώμα από καρυδόφυλλα.

Καραμπάς = το φυτό λεβάντα.

Καράμπαμπας = το δοχείο που κρατάει ζεστό νερό στους καφενέδες για την γρήγορη παρασκευή του καφέ.

Καραούλι = σκοπιά.

Καράρι = δόση – αναλογία.

Καράτι = μονάς μετρήσεως βαθμού καθαριότητας του χρυσού.

Καρατέλο = ξύλινο δοχείο νερού χωρητικότητας μιας βαρέλας.

Καρατομώ = κόβω την κεφαλή – τεμαχίζω.

Καράφα = επιτραπέζιος γυάλινη φιάλη.

Καράφλα = η φαλάκρα.

Καράβι = το πλοίο.

Καραβάνι = ομάδα οδοιπόρων ιδίως εμπόρων ή προσκυνητών.

Καραβέλα = είδος παλιότερου ιστιοφόρου πλοίου.

Καραβόγατος = ο γάτος του καραβιού.

Καραβούνι = το φυτό ασφόδελος ο μικρόκαρπος. 

Καραγάτσι  =  η φτωλιά ή γαύρος.

Καράγιαλης = ο βορειοδυτικός άνεμος.

Καραγκιόζης= ο Καραγκιοζοπαίχτης, ή ο ήρωας του Καραγκιοζοπαίχτης.

Καρακαλόχορτο = ονομασία φυτών ελίχρυσο το σικελικό.

Καρακούσι = η παθολογική αλλοίωση του ταρσού των ίππων και ημιόνων.

Καραμανία = στην Μικρά Ασία Ν.Α στο Ικόνιο μέρη, που παλιότερα απάρτιζαν το κράτος των Καραμανίδων.

Καρατζόβα = είδος στενόμακρης πιπεριάς, τρώγεται συνήθως κόκκινη.

Καραγκούνηδες = νομάδες της Θεσσαλίας.

Καραγκούνικο = φυλή προβάτων που προέρχεται από τους Καραγκούνηδες.

Καραμάνι = ο ρουφιάνος, ο προδότης, το πλατύουρο πρόβατο.

Καραμάντουλο = είδος μάλλινου υφάσματος.

 

Όταν θέλουμε να πούμε κάτι το άγριο, το άμυαλο, το άχρηστο προσθέτουμε το καρά και λέμε:

Π.χ τον βλάχο = καράβλαχος, την πουτάνα = καραπούτανος, το μοσχάρι = καραμούσχαρο, τον βόϊδι = καράβοϊδα, τον βλάκα = καράβλακα, το τσογλάνι = καρατσόγλανο, τον τσιγκούνη ή σπαγκοραμμένο = καράσπαγκο, τον σεβντά = καρασεβντά, τον χεσμένο = καραχεσμένο, τον λιγούρη = καραλιγούρη, όποιος είναι έξυπνος και τον λέμε φωτιά = Καραφωτιά, τον τεμπέλη = καρατεμπέλη, το μουσούδι = καραμουσούδι, κ.λπ.

 

Ο Άγιος Ιωάννης και τα «ζώα» του.

Μια φορά παραμονή στο πανηγύρι του Αγίου Ιωάννου Αμαλιάδας, από νωρίς το πρωί συνέρρεαν προσκυνητές από την Αμαλιάδα και την ευρύτερη περιοχή για να παραβρεθούν κατά τον εορτασμό στο παρεκκλήσι που γιόρταζε στις 24 Ιουνίου δηλ. του Αγίου Ιωάννου του Ριγανά ή του Ριζικάρη. Δίπλα από τον ναό, ο Χρήστος Σαχλάς κάτοικος Αγίου Ιωάννου, είχε στήσει την μπαράκα του, για το πανηγύρι, προσφέροντας άφθονο κρασί και φαγητό και πάντοτε παραμονή και μετά το πέρας της θείας Λειτουργίας, έφερνε όργανα για να διασκεδάσουν οι χωριανοί και οι περαστικοί.

Μια παρέα από φίλους, κατοίκους της περιοχής, είχε πιάσει ένα τραπέζι και πίνανε κρασί με βραστό μεζέ. Η εν λόγω παρέα αποτελούταν από τον Χρήστο Λαγό, κάτοικο Αμαλιάδας, με κτήμα στον Αγιάννη, τον Ποντίκη Αμαλιαδαίο επίσης με κτήμα κι αυτός στον Αγιάννη, τον Γάτο κάτοικο Αμαλιάδας και με κτήμα κοντά στον Αγιάννη, τον Κουνέλη κάτοικο Αμαλιάδας και ένας ακόμη ονόματι Κότσιφας από το Κρυονέρι (Λόπεσι) απλός προσκυνητής.

Κάποια στιγμή, έφθασε ποδαράτος, κάποιος φίλος τους χωρατατζής και προσκυνητής, κατευθυνόμενος προς την εκκλησία. Μόλις πλησίασε, τους καλημέρισε και τους είπε «Χρόνια Πολλά», για το πανηγύρι. Από την παρέα θελήσανε να τον πειράξουν και δεν έβγαλε άχνα κανένας. Ο περαστικός φίλος τους, κοντοστάθηκε για λίγο και ξανά καλημέρισε. Πάλι άχνα κανείς από την παρέα. Τότε ευδιάθετος καθώς ήταν και με μεγάλη ευθυμία χαμογέλασε και θέλοντας να τους πληρώσει με το ίδιο νόμισμα λέγει: «Τι να περιμένει κανείς από εσάς ορέ! Μήπως και μιλάνε τα ζώα να σου πούνε έστω μια καλημέρα;»

 

 

ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΛΘΑΝ ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΜΑΣ

Εκτύπωση