ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΑΝ. ΤΟΥΤΟΥΝΗ & ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ «ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΗΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ ΤΟΥ 1821 (ΜΑΧΕΣ ~ ΑΨΙΜΑΧΙΕΣ ~ ΝΑΥΜΑΧΙΕΣ»
Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ως αρχηγός των Ηλειακών επαναστατικών στρατευμάτων, είχε αρχικά σκεφθεί και αποφασίσει να πολιορκήσει το Λάλα, όπου εκεί βρισκόταν η κύρια δύναμη των Τούρκων της Ηλεία και ταυτόχρονα η μόνη απειλή. Τότε επικεφαλής 500 Πυργαίων και Ηλείων από τα γύρω χωριά, στρατοπεύδευσε κοντά στο χωριό Στρέφι, το οποίο απείχε τρεις ώρες από το Λάλα. Προς βοήθειάν του έσπευσαν μετά την μάχη της Αγουλινίτσας και περίπου εκατό Τριφύλιοι με οπλαρχηγό τον Δημήτριο Κινά και τον Σταύρο Σαρενίτη από την Σάρενα. Από το Στρέφι ο Βιλαέτης έστειλε σαν προφυλακή 100 Πυργαίους υπό τον Γεώργιο Κόλλια και τους Δημήτριο και Παναγιώτη Καμπάση με τους Ζακυνθινούς. Με αυτό τον τρόπο οι Έλληνες άρχισαν να πορεύονται προς το Λάλα.[1] Ο Λυκούργος Κρεσταινίτης περιγράφει τα γεγονότα:[2]“…Αφού οι εν Κλειδίω με τους Αγουλινιτσάνους κατά τας 24 Απριλίου κατεδίωξαν τους Λαλαίους εστρατοπέδευσαν εις Βολάντζαν, Αγουλινιτσαίοι, Φαναρίται και Αρκάδες έως 600, ο Λυκούργος Παπασταθόπουλος, Πέτρος Μήτσος και Αλέξιος Μοζχούλας με 200 Πυργίους και Αγουλινιτσαίους, κατέλαβον την θέσιν Μπέχρου, αφ’ όπου διαβάντες τον Αλφειόν έκαυσαν το χωρίον Φλώκα, του οποίου οι κάτοικοι είχον μεταβεί εις Λάλα όντες εκ των λεγομένων Μουρτατών, ήγουν εκ των Τούρκων εκείνων, οίτινες ελάμβανον χριστιανάς γυναίκας και τα μεν αρσενικά παιδία περιέτεμον, τα δε θηλυκά εβαπτίζοντο…”
Στην συνέχεια αναφέρει για τους Κινά και Σταύρο Σαρενίτη: “…κατέλαβε δε το χωρίον Λαντζόη, εκ των φρουρούντων το Παλαιόκαστρον Ωλένης, ο Γεώργιος Κόλλιας και ο Σαράντης Γουρδούλης Πύργιοι, οι διατηρούντες το σώμα του πνιγέντος Ιωάννου Γιαννοπούλου Πυργίου με 30 και οι Καμπασαίοι μετ’ άλλων Ζακυνθίων έως 30. Και επειδή από τους εν Λαντζόη[3] τινές μετέβησαν εις το χωρίον Χελιδόνι και ήρπασαν τα πρόβατα του Κυρίου του χωρίου Καραχούσου, οι Λαλαίοι την 10… εκστράτευσαν έως 1500 και επολιόρκησαν τους εν Λαντζόη…”
Στις 10 Μαΐου 1821, σαράντα τρεις (43) ημέρες μετά από αυτό το επεισόδιο του τραυματισμό του ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, και μετά από την μάχη της Αγουλινίτσας στην θέση Κλειδί, συνεννοήθηκε με τον Γεώργιο Σισίνη να συνεκστρατεύσουν κατά του Λάλα και να εγκλωβίσουν τους Λαλαίους, με απώτερο σκοπό να τους εμποδίσουν να πραγματοποιούν τις καθιερωμένες τους ληστρικές επιδρομές κατά των χωριών της Ηλείας και να διαλύουν τους επαναστατικούς θύλακες.
Τότε ο Γεώργιος Σισίνης, τον προέτρεψε γι’ αυτό το εγχείρημα και του υποσχέθηκε την αμέριστη βοήθειά του. Εν των μεταξύ, 1500 Λαλαίοι μ’ επικεφαλής τον Ραΐπ Αγά, εκστρατεύουν κατά των επαναστατημένων δυνάμεων που βρίσκονταν στο χωριό Λαντζόι. Κατέλαβαν μερικά σπίτια και πολιορκούσαν τους Έλληνες, που βρίσκονταν προς την ανατολική πλευρά του χωριού. Στην μάχη που δόθηκε εκεί στο χωριό, αμυνόμενοι και επιτιθέμενοι πολέμησαν με περίσσιο θάρρος. Στην πρώτη τους επίθεση, σκοτώθηκε ο γιος του Τούρκου ιδιοκτήτη του χωριού Χελιδόνι Νεζίφ Καρά Χούζου.
Ο δε Χαράλαμπος Βιλαέτης, ο αρχηγός των όπλων της επαναστατημένης Ηλείας, που είχε στρατοπεδεύσει στο λόφο του Στρέφι, εκείνη την ημέρα κατά πάσα πιθανότητα, να είχε μετέβη στο παλιόκαστρο της Ώλενας, όπου το φρουρούσαν οι Πυργαίοι Γεώργιος Κόλλιας και Σαράντης Γορδούλης, που είχαν αναλάβει την αρχηγία του σώματος τριάντα ανδρών, του επίσης Πυργαίου πνιγέντα Γιάννη Γιαννόπουλου. Μόλις ο Βιλαέτης αντιλήφθηκε ότι εγένετο μάχη, -κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα-, είπε στα παλικάρια του: «Όποιος είναι Χριστιανός και παλικάρι ας έλθει μαζί μου!»
Στην αυτή του την πρόσκληση τον ακολούθησαν εκατό περίπου μαχητές του, και έσπευσε ταχύτατα για να βοηθήσει τους εκεί αμυνόμενους στο χωριό Λαντζόι. Δεν κατέβηκε μέσω του χωριού Αρβανίτη και Καράτουλα, αλλά για να ξεγελάσει τους Λαλαίους, διότι όπως υπολόγιζε ίσως να είχαν προφυλακές προς την ορεινή δίοδο, έτσι μετέβη δια της πεδινής διαδρομής και δια μέσω των δασωδών πευκόφυτων λόφων προς την περιοχή του Σμύλα, όπου υπήρχε και ένας νερόμυλος.
Οι δε Λαλαίοι, μόλις αντιλήφθηκαν τις κινήσεις του Βιλαέτη, άφησαν μια μικρή δύναμη, να συνεχίζει την πολιορκία των σπιτιών στο Λαντζόι και, με επικουρία του ιππικού τους, έσπευσαν ταχύτατα να εμποδίσουν το στρατιωτικό σώμα του Βιλαέτη να μην καταφέρει να πλησιάσει στο χωριό και τοιουτοτρόπως κατάφεραν να τον αποκόψουν και εκεί του έστησαν ενέδρα. Το σώμα των Ελλήνων, όταν προσεβλήθη από την ενέδρα των Λαλαίων, αποδεκατίστηκε και διασκορπίστηκε όπου εκεί φονεύθηκε και ο Σταύρος Σαρεντίτης. Όμως οι Τούρκοι δεν σταμάτησαν, αλλά ακολουθώντας τις κινήσεις του Βιλαέτη τον κατεδίωκαν.
Ο Βιλαέτης, -κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα-, με δεκαπέντε Πυργαίους και με δεκατρείς Τριφύλιους ταμπουρώθηκε σ’ ένα αμπελώνα[4]. Το τουρκικό ιππικό, που ξεπερνούσε τους χίλιους πολεμιστές, κατευθύνθηκε προς τις θέσεις του, σε σχήμα βεντάλιας και εντός ολίγου, όπως ήταν αναμενόμενο, τον περικύκλωσε. Η εξέλιξη της άνισης μάχης, ήταν γρήγορη και το τέλος άμεσο. Στην πρώτη επίθεση σκοτώνονται δώδεκα άνδρες του Βιλαέτη και ο ίδιος τραυματίζεται στο κεφάλι. Όταν τέλειωσαν τα πυρομαχικά του, ο αδάμαστος Βιλαέτης, βγήκε από το ταμπούρι του και σκότωσε ένα τούρκο αξιωματούχο, όμως πίσω του που βρισκόταν κάποιος αράπης, μάλλον σωματοφύλακας του αξιωματούχου, τον πυροβόλησε με μια πιστόλα και τον σκότωσε και τοιουτοτρόπως τελείωσε και η φονική αναμέτρηση, που έδωσε ο αρχηγός των Ηλειακών όπλων και ήρωας Χαράλαμπος Βιλαέτης με τους Λαλαίους Τουρκαλβανούς.
Για την μάχη αναφέρει ο Σαλαφατίνος:[5]
“…Οι δε Τούρκοι ιδόντες αυτούς ερχόμενους άφησαν ολίγους εις την πολιορκίαν, και ενέδρευον αυτούς, οίτινες απροσέκτως προχωρούντες ενέπεσαν εις την ενέδραν, ώστε εις την πρώτην προβολήν οι περί τον Βιλαήτην ετράπησαν φονευθέντων τινών, και του Σταύρου Σαρενίτου, οι Τούρκοι τους παρακολουθούν, και ήθελον καταστρέψει τους πλείστους, εάν ο Βιλαήτης μετά 15 Πυργίων και 13 Αρκαδίων δεν καταλάμβανε παρακειμένην τινά άμπελον εκ των του Λαντζόη…”
Ο δε Φιλήμονας αναφέρει:[6]
“…Οι Τούρκοι ολίγους βλέποντες αυτούς, αντεξήλθο πολλοί εκ του Λαντζοΐου, και συνηντήθησαν μετά του Βιλαέτου παρά τον μύλων και επί του πεδίου του Ζμίλα. Η μάχη ήρξατο και ο μεν σημαιοφόρος του Βιλαέτου πληγώνεται, ο δε Σαρενίτης φονεύεται και το εχθρικόν ιππικόν αποχωρίζει τους πλειότερους, παρεγκλίνοντας προς τους λόφους. Τότε ο Βιλαέτης μετά δεκαπέντε Πυργίων και δεκατριών Τριφυλίων κατέλαβε παρακείμενον τινά αμπελώνα εκ των του Λαντσοΐου, και έδωκεν μέτωπον. Αλλά έμειναν τα νώτα αυτού απροφύλακτα, διότι ολίγους είχε, και εκ της ευκαιρίας ταύτης ωφελούμενοι οι Λαλαίοι, εκύκλωσαν τον άνδρα πολεμούντες αυτόν έμπροσθεν και όπισθεν. Ο Βιλαέτης ήδη πληγώνεται την κεφαλήν, αλλά και εν τοιαύτη καταστάσειων, μάχεται και ενθαρρύνει τους ολίγους αυτού γενναίους. Οι εν Βολάντζη και Βέχρου εκινήθησαν προς βοήθειαν, ιδίως δε εκ Βέχρου ο Ιωάννης Καϊάφας μετά τεσσαράκοντα έδραμε προς το χωρίον Λάνθης, όπως βοηθήση εκ των νώτων τους περί τον Βιλαέτην, αι θέσεις όμως ήσαν προκατειλημέναι. Ο Κινάς εξελθών του αμπελώνος, μονομαχεί δια του ξίφους προς τον Μουσταφάν Χάζον, ονομαστόν Λαλαίον, και καταβάλλεο αυτόν, αλλά φονεύεται και ούτος παρά τινός υπηρέτου του Τούρκου δια πυροβολίου. Επί τέλους πίπτουσιν ο Βιλαέτης και οι άλλοι, εξ ως τρεις μόνον έζων κατά την τελευταίαν ορμήν των Λαλαίων, και εξ αυτών εις μόνος, πεπληγωμένος τον πόδα, εσώθη παραδόξως κρυβείς εν κοιλώματι δένδρου. Ωνομάζετο Βακοδιονύσιος. Οι δε Τούρκοι, τέμνοντες τας κεφαλάς των πεσόντων Ελλήνων, και ως ιδίον τρόπαιον θέσαντες την του Βιλαέτου επί κάμακος απήλθον εις το Λάλα εν πλήρει θριάμβω. Τους εν Λαντσοΐω κεκλεισμένους περιφρόνησαν πλέον και εγκατέλειψαν, αφ’ ου κατάστρεψαν τον Βιλαέτην, ως μόνον όντα το φόβητρο τούτων.”
Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης τότε ήταν σαράντα ενός ετών, τον οποίον οι Λαλαίοι αποκαλούσαν «Φραγκοπαλλίκαρο», και είχε ήδη γράψει χρυσή σελίδα στην ιστορία, νεκρός πλέον μπροστά στην Λαλαίϊκη στρατιά. Τότε του έκοψαν το κεφάλι, το παλούκωσαν σ’ ένα καμάκι (γύφτικο σιδεροπάλουκο)[7] και αφού το περιέφεραν στα χωριά κατέληξαν με τυμπανοκρουσίες και αλαλαγμούς στο περιβόητο Λάλα, έχοντας επιτελέσει στο ακέραιο την αποστολή τους.
Επειδή δεν υπάρχουν μητρώα[8] φονευθέντων, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιοί πολεμιστές σκοτώθηκαν με τον Χαράλαμπο Βιλαέτη. Εκτός από τρεις που βρέθηκαν στο Αρχείο Αγωνιστών και είναι τα αδέλφια Βασίλειος και Κωνσταντίνος Πανουτζάρας από τον Πύργο και ο Γιάννης Κούκος επίσης και αυτός από τον Πύργο. Επίσης ο Θεόδωρος και Ιωάννης Καμπάσης φονεύθηκαν μαζί με τον Χαράλαμπο Βιλαέτη[9].
Ο Church, αναφέρει ότι μετά την μάχη οι Τούρκοι μέτρησαν τους φονευθέντες Έλληνες και ήσαν 26, και 350 οι Τούρκοι. Απ’ ότι διαφαίνεται όμως, ο αριθμός των φονευθέντων Τούρκων δείχνει υπερβολικός, και πρέπει να ήσαν περίπου τριάντα πέντε οι νεκροί πολεμιστές τους.
Μερικές περιγραφές και αναφορές, περί της μάχης στο Λαντζόι και για τον θάνατο του Χαραλάμπου Βιλαέτη, μας οδηγούν στις σκέψεις ότι ίσως να υπήρχε και προδοσία ή κατά του αρχηγού των επαναστατημένων όπλων της Ηλείας, κατά την επανάσταση του 1821.
Κάποιος άγνωστος συγγραφέας, στο υπ’ αριθμόν 250 χειρόγραφο, που ευρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) σελίδα 69, μας δίνει σημαντικές ειδήσεις περί της διεξαγωγής της μάχης, κατηγορώντας ευθέως τον Γεώργιο Σισίνη για προδοσία κατά του Χαράλαμπου Βιλαέτη αναφέροντας:
“ …Ο Γεώργιος Σισίνης προτρέπει τον Βιλαέτη να σπεύση υπέρ αυτών επικουρικώς, αλλά δεν παρακολουθεί τον φιλότιμον και ακράτητον Βιλαέτην, σπεύσαντα με μόνους 27 Πυργίους, τον εγκαταλείπει και φονεύεται παρά των Λαλαίων εντός αύλακος τινός, την οποίαν είχε προκαταλάβει αμυνόμενος εις τον φθόνον και την αντιζηλίαν του Γ. Σισίνη κατά του ικανού τούτου πολεμιστού αποδίδει η γενική ιδέα τον θάνατόν του…”
Αυτή η ευθεία κατηγορία που απευθύνθηκε στον Γεώργιο Σισίνη, όμως δεν γνωρίζουμε αν ήταν αληθής, διότι όπως γράφει ο Ιωάννης Φιλήμων[10] ο Γεώργιος Σισίνης εκείνη την ημέρα βρισκόταν στην Μανωλάδα.
Ο Κανέλλος Δεληγιάννης στα απομνημονεύματά του, στον πρώτο τόμο και στην σελίδα 220, αναφέρει ότι και ο Αναγνώστης Παπασταθόπουλος ενώ προέτρεψε τον Βιλαέτη να συνδράμουν μαζί κατά των Λαλαίων, αυτός δείλιασε και δεν τον ακολούθησε:[11] “…Ο περιβόητος εκείνος άνδρας Χαραλάμπης Βιλαέτης ευρεθείς εις ένα χωρίον με 46 στρατιώτας, βλέπων τον κίνδυνον των Καμπασαίων απεφάσισε να τρέξη προς βοήθειάν των, ή να τους σώση, ή να συναποθάνη μ’ αυτούς. Ευρέθη επίσης εις αυτό το χωρίον και ο Αναγνώστης Παπασταθόπουλος με 160, τον οποίον προέτρεψε και παρεκάλεσε να υπάγουν μαζί. Αλλ’ αυτός τον απήντησεν, ότι να ξεκινήση ο Βιλαέτης και κατόπιν φθάνει και αυτός εν λόγω τιμής, άλλ’ εκ της δειλίας του τον ηπάτησε και αντί να τον ακολουθήση ωπισθοδρόμησε και τον εγκατέλειψε...”
Από ότι γνωρίζουμε, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ημέρες όπως και στην μάχη του Πύργου, στις 3 Απριλίου, ο Αναγνώστης Παπασταθόπουλος φαίνεται και εκεί να δείλιασε και εγκατέλειψε τον Πύργο και τους εκεί αμυνόμενους και μετέβη γι’ ασφάλεια στην Μονή της Σκαφιδιάς και στο Κατάκωλο[12].
Ο Λυκούργος Κρεστενίτης γράφει για αυτή την μάχη: “…Τοιούτος εστάθη ο πόλεμος, ο οποίος έχασε τον Βιλαέτην, άλλ’ όχι ότι και ο Παπασταθόπουλος δυνάμενος να βοηθήση τους πολιορκούμενους δεν ηθέλησε, διότι τότε ήτον εις πάντας αδελφική αγάπη…” Δηλαδή δεν είχαν εκδηλωθεί μεταξύ τους μίση και πάθη.
Οι συνεχείς και απανωτές εξορμήσεις των Λαλαίων Τουρκαλβανών προς τον Πύργο, την Αγουλινίτσα και στα χωριά της Γούβας, αποσκοπούσαν να προκαλέσουν τον περιβόητο οπλαρχηγό και αρχηγό των επαναστατημένων Ηλείων, Χαράλαμπο Βιλαέτη, ώστε να τον εγκλωβίσουν και να τον εξοντώσουν.
Παραθέτω κι ένα τραγούδι που το κατέγραψα το 1984[13].
ΤΟΥ ΒΙΛΑΕΤΗ
Το μάθατε τι έγινε, στις δέκα τούτου, του Μάη,
τον Βιλαέτη σκότωσαν, το πρώτο παλικάρι.
Τον κλαίνε της Γούβας τα χωριά, χωριά και βιλαέτια,
τον κλαίει κι η μανούλα του, η δόλια η Λεϊμονίτσα.
Και καταριέται το Ρουμπή, τον άτιμο τον Μπέη,
εκειά που τον ελάβωσαν, στου Νικολή τ’ αμπέλι…
Υπάρχει μια παραλλαγή του πέμπτου στίχου που έχει ως εξής:
(Και καταριέται το Ρουμπή, τον άτιμο ν’ αράπη).
ΦΕΪΖΟΥΛΑΓΑΣ ΡΟΒΟΛΑΓΕ
Όρε! Φεϊζούλαγας ’ροβάλαγε, μ’ ούλο του τ’ ασκέρι,
πάει στης Γού- πάει στης Γούβας -πουλί μου- τα χωριά,
όρε, πάει στης Γούβας τα χωριά, Ωλένα και Λαντζόι,
πάει να μά- πάει να μάσει -πουλί μου- ζαερέ,
όρε, πάει να μάσει ζαερέ, να κόψει και κεφάλια.
Κι ο Βιλαέ- κι ο Βιλαέτς -πουλί μου- το ’μαθε,
ορέ, κι ο Βιλαέτς το ’μαθε πολύ του βαρυφάνη.
Παίρνει λεβέ- παίρνει λεβέντες -πουλί μου- διαλεχτούς,
όρε, παίρνει λεβέντες διαλεχτούς τριάντα παλικάρια.
Και μες τ’ αμπέ- και μες τ’ αμπέλια -πουλί μου- πιάσανε
όρε, και μες τ’ αμπέλια πιάσανε, στου Νικολού τη γράνα.
Κι οι Λαλαί- κι οι Λαλαίοι -πουλί μου- τους ζώσανε,
όρε, κι οι Λαλαίοι τους ζώσανε, τους κόβουν έναν - έναν.
Τσάκισμα που αναφέρεται στον θάνατό του και ταυτόχρονα εμπλέκει και τον τραυματισμό του στο Χλεμούτσι:
“Κάλλιο να αποθάνω, ν’ από Τούρκου σπαθί,
παρά να ’μαι στη ζήση, ν’ από Ρωμιού ντροπή!”
Η χήρα του γιου του, Χαράλαμπου Βιλαέτη Πουλχερία, στην αίτησή της των Εκδουλεύσεων του Αγώνος Επιτροπή αναφέρει σχετικά με την μάχη τα εξής: “…Αυτός δε ο Βιλαέτης βλέποντας το μέγα πλήθος των Τούρκων και τον άτακτον οπλισμόν των ιδικών του, τους διέταξε να τραβηχθούν επάνω εις το βουνό και να μείνουν μαζύ του όσοι έχουν αμετάτρεπτον απόφασιν να σκοτωθούν μαζύ του, εκλέχθησαν είκοσι πέντε και έμειναν μαζύ του και οι άλλοι ετραβήχθησαν εις το βουνό. …ήλθαν οι Τούρκοι και άρχισαν να προσβάλλουν το ταμπούρι με μεγάλην ορμήν, άλλ’ οι 26 ήρωες απήντησαν ανδρείως, ώστε εις διάφορα πεισματώδη γιουρούσια 5 ωρών εσκοτώθησαν όλοι και έμεινεν ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ζων με δύο πληγάς. Τότε εβγήκεν από το ταμπούρι και ώρμησε κατά των Τούρκων, εφόνευσε έναν μπέη και ένας Άραψ, όπισθεν του έδωσε μίαν πιστολιάν και τον αποσκότωσε και ούτως ετελείωσεν η μάχη. Εμέτρησαν οι Τούρκοι τους φονευμένους Έλληνας και τους εύρον 26, εμέτρησαν και τους φονευμένους Τούρκους και τους εύρον 350…”
Ο ηρωικός θάνατος του Χαράλαμπου Βιλαέτη, αρχηγού των επαναστατημένων όπλων της Ηλείας είχε μεγάλο αντίκτυπο στους Ηλείους επαναστάτες, αλλά και στον άμαχο πληθυσμό. Όπως αναφέρει ο Κανέλλος Δεληγιάννης με τον θάνατόν του: “…υστερήθη η Πελοπόννησος ένα εκ των προμάχων της…”.
[1] Κυριακόπουλος Γρηγ. Κωνσταντίνος, «Ο Πύργος και η Ηλεία στην επανάσταση και στα χρόνια του Καποδίστρια», σελ. 171, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηλείας 2003.
[2] Σαλαφατίνος Ηλίας, «Σύντομαι παρατηρήσεις εις τα λεγόμενα Απομνημονεύματα του Κ. Ν. Σπηλιάδου», σελ. 28-29, Αθήναι 1853.
[3] Από αυτό το έγγραφο αντλούμε την είδηση ότι οι Λαλαίοι Τούρκοι επέδραμαν κατά των χωριών της Γούβας, λόγω της ζωοκλοπής των ποιμνίων του Καραχούσου.
[4] Η υποχώρηση και η επιλογή της άμυνας στον αμπελώνα δεν ήταν τυχαία. Ήταν μια τακτική άμυνας, διότι περνώντας μέσα από τα αμπέλια οι πολεμιστές, απέφυγαν την καταδίωξη του ιππικού, διότι όπως γνωρίζουμε τα άλογα δεν μπορούν να εισέλθουν εντός αυτών. Επίσης η ανεπτυγμένη φυλλωσιά των αμπελώνων παρείχε μια υποτυπώδη κάλυψη, ενώ οι γράνες που υπήρχαν στα αμπέλια χρησίμευσαν ως αμυντικά οχυρωματικά ταμπούρια.
[5] Σαλαφατίνος Ηλίας, «Σύντομαι παρατηρήσεις εις τα λεγόμενα Απομνημονεύματα του Κ. Ν. Σπηλιάδου», σελ. 30, Αθήναι 1853.
[6] Φιλήμονος Ιωάννου, «Δοκίμιον Ιστορικόν», τόμος Γ΄, σελίδα 299, Αθήναι 1859.
[7] Οι Τούρκοι συνήθιζαν να κόβουν τα αυτιά των σκοτωμένων εχθρών να τα παρουσιάζουν στους ανώτερους αξιωματούχους των, για να παίρνουν το ανάλογο μπαξίσι (δώρο). Ενώ έκοβαν τα κεφάλια των αρχηγών των Ελλήνων, για να διαπιστωθεί ο θάνατός τους και να εισπράξουν ένα πολύ αξιόλογο μπαξίσι.
[8] Μεταξύ των πολεμιστών ο Κουτσογιαννόπουλος Ιωάννης από τον Πύργο έλαβε μέρος στην μάχη του Σμύλα, υπό τον Χαράλαμπο Βιλαέτη.
[9] (– Λεξικό Ζακύνθου, τομ. Α΄ σελ. 261.
– Γ. Δ. Κορομηλάς εις ΜΕΕ, τομ. ΙΓ΄, σελ. 654).
[10] Ιωάννης Φιλήμων, Δ.Ι.Ε.Ε., τομ. Γ΄, σελ. 304.
[11] Κανέλλος Δεληγιάννης, «Απομνημονεύματα», τομ. 1ος, σελ. 220.
[12] Μια μαρτυρία από τον αείμνηστο ιστοριοδίφη Ηλία Δούλο, (ανέφερε στον Ηλία Τουτούνη, από παλιό βιβλίο που κατείχε) αναφέρεται ότι ο Αναγνώστης Παπασταθόπουλος είχε δικό του καράβι μαζί με τον Γεώργιο Αυγερινό και το είχαν μισθώσει, κατά εκείνες τις δύσκολες ημέρες, να μεταφέρει άμαχο πληθυσμό, από τα παράλια της Ηλείας, προς την Ζάκυνθο. Κατά τα μέσα Απριλίου 1821 έξι χιλιάδες (6.000) γυναικόπαιδα, εκ της Πελοποννήσου κατέφυγαν στην Ζάκυνθο. Ο τοποτηρητής Ρως, φοβούμενος την εμφάνιση επιδημιών, εσκέπτετο να εκδιώξει τούτους από το νησί. Το ζήτημα διευθετήθηκε με την προσφορά εκτάσεως γης (της συνοικίας «Νέα Χώρα»), για την εγκατάστασή τους από τον Ιωάννη Βερναρδάκη. Τοιουτοτρόπως περισσότερο τον ενδιάφερε να προωθεί τις εργασίες του, παρά να πολεμάει. Και απ’ ότι μου ανέφερε, αυτό έγινε και στην μάχη του Πύργου, όπου εγκατέλειψε το πεδίο των μαχών και μετέβη στην Σκαφιδιά.
[13] Το τραγούδησε ο Αθανάσιος Αργυρόπουλος από το χωριό Ακροποταμιά (τέως Μπέχρου) του νυν δήμου, ΄Ηλιδας στις 12-6-1984, 62 ετών.