Τα μπουλούκια, όπως λεγόντουσαν οι πλανόδιες ομάδες μαστόρων, από το 18ο αιώνα έως και τα μέσα του 20ου, οργάνωσαν τη δράση τους κατασκευάζοντας κτήρια στο Μοριά. Οι ομάδες αυτές ειδικεύονταν σε λεπτομέρειες της κατασκευής, όπως ήταν οι γωνίες στα ανοίγματα (πόρτες, παράθυρα, φωτοθυρίδες ή κοινώς φεγγίτες, στοές) και στις στέγες. Για τις υπόλοιπες εργασίες ο κάθε πρωτομάστορας προσλάμβανε ντόπιους εξειδικευμένους τεχνίτες.
Το κάθε μπουλούκι εφάρμοζε τη δική του τεχνική ως προς το σχέδιο και τον αριθμό των σφικτήρων-τζινέτια που θα εφάρμοζε. Οι σφικτήρες ήταν σιδερένιες λάμες που συγκρατούσαν τις πέτρες μεταξύ τους. Τους εφάρμοζαν στα καμπαναριά, στα πλαίσια των παραθύρων και στις πόρτες, στα λίθινα υπέρθυρα, στα ανακουφιστικά τόξα και στα ημικυκλικά τύμπανα. Τους σφικτήρες, διχάγγιστρα (τζινέτια) από χειροποίητο, σφυρήλατο μέταλλο τους συναντάμε σε διάφορα σχέδια που έχουν στα τελειώματα. Το πιο συνηθισμένο έχει το χώρισμα της λάμας σε δύο μέρη, που συνήθως σχηματίζει δύο αντίθετα c ή υ (τα οποία φαίνονται ότι είναι ενωμένα στον κορμό τους). Το κάθε μέρος έχει πλάτος περίπου πέντε εκατοστών και ονομάζεται νύχι. Οι άκρες καταλήγουν σε αιχμές, ώστε να είναι εύκολη η τοποθέτηση και σε ξύλα με τη βοήθεια σφυριού.
Τα δύο νύχια είναι στραμμένα αντίθετα μεταξύ τους και σχηματίζουν γωνία 90ο προς τον κορμό της λάμας. Σε μία μεγάλη δίφυλλη πόρτα ο συνολικός αριθμός των σφικτήρων μπορούσε να φτάσει και τους είκοσι πέντε (10-12 ζευγάρια δεξιά και αριστερά) και στο υπέρθυρο τόξο 4-5 σφιγκτήρες.
Η τεχνοτροπία αυτή μοιάζει εισαγόμενη στο Μοριά από το 14ο αιώνα. Αρχικά, οι σφικτήρες - "τζινέτια" ερχόταν έτοιμοι από τη Βενετία σε τυποποιημένα μεγέθη. Στα μέσα του 14ου αιώνα μετεκπαιδεύτηκαν έλληνες στην Ιταλία και, έκτοτε, άρχισαν να κατασκευάζονται και στην Πελοπόννησο από ντόπιους τεχνίτες. Όπως όλα τα μεταλλικά στοιχεία, έτσι και τα τζινέτια, τα καρφιά και τους στροφείς, οι χτίστες τα εξασφάλιζαν στη συνέχεια από τους σιδεράδες είτε από τους πλανόδιους εμπόρους.
Δεν φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν, ευρέως, μεταλλικοί σφιγκτήρες σε γέφυρες. Την σύνδεση στις γέφυρες την εφάρμοζαν με την πέτρα κλειδί (σε συνδυασμό με πυρήνα από κουρασάνι), που ήταν η κεντρική πέτρα στην αψίδα. Υπάρχει μια μαρτυρία από σύνδεση με σφικτήρες στη γέφυρα του San Martino. Οι θόλοι αυτής της γέφυρας δείχνουν τη χρήση αρχαίων σφικτήρων.
Συνδετήρες στο σπίτι του Γκόβα (Τρικόκη) στο Αντρώνι.
Περνάμε συνέχεια μπροστά από το σπίτι του Γκόβα και μπορούμε να παρατηρήσουμε στις γωνίες του κτηρίου, τους μεταλλικούς συνδετήρες. Την κατασκευή αυτού του σπιτιού την χρηματοδότησαν οι Γκοβαίοι, που ήταν τότε μετανάστες στην Αμερική. Κατασκευάστηκε το 1933 με καινούρια τεχνοτροπία, αφού χρησιμοποιήθηκαν συνδετήρες που για πρώτη φορά συναντάμε στα κτήρια του χωριού μας. Οι συνδετήρες (σφικτήρες, κλειδιά, σιδηροδεσιές) ήταν τέσσερις παχιές, σιδερένιες λάμες (τσέρκια), που τοποθετούνταν στο εσωτερικό της κάθε πλευράς των εξωτερικών τοιχίων. Οι άκρες των σιδήρων έχουν τρύπες και προεξέχουν των πλευρών του κτηρίου, όπου εφαρμόζουν τα κάθετα κλειδιά, τις ονομαζόμενες γκαβίλιες. Οι γκαβίλιες έχουν μήκος 40 εκατοστών και πάχος 30x30 χιλιοστών. Οι συνδετήρες αυτοί χρησιμεύουν για να συγκρατούν τα πέτρινα τοιχία σε περίπτωση σεισμού, όπως τα «συνήθη» σενάζ στις μέρες μας. Το συγκεκριμένο κτήριο έχει δύο σειρές συνδετήρων, μία σειρά στη μέση του κτηρίου και μία στο επάνω σημείο. Το ήμισυ του κτηρίου στεγάζει σήμερα το παντοπωλείο του Θανάση Τσούλη (Τρικόκη).
Η οικοδομική γραμμή που είναι κτισμένο το σπίτι ήταν ένα αμυντικό μακρινάρι που τότε κατεδαφίστηκε. Πιθανόν να συνδεόταν με τη χαμοκέλα που είναι τώρα προέκταση στο αρχοντικό του Νικολετόπουλου. Τη χαμοκέλα, που σώζεται ακόμη, την είχαν δώσει προίκα οι Γκοβαίοι (σε κόρη) στους Κονιαραίους και κατόπιν περιήλθε από κατάσχεση στο Νικολετόπουλο. Πιθανόν, η χαμοκέλα να βρίσκεται ακόμη και σήμερα στην ιδιοκτησία των Νικολεταίων. Είναι η αποθήκη που φύλαγε τις παλιές μηχανές ΒΜW ο αείμνηστος φίλος καθηγητής Γιώργος Παναγόπουλος.
Να μας συμπαθάνε οι φίλοι μηχανικοί της ορεινής Ηλείας που «μπαίνουμε στα χωράφια τους». Μπορούν, αν επιθυμούν, να μας διορθώσουν ή να μας συμπληρώσουν.