Την ημέρα που έπρεπε να γεννηθή ο Ηρακλής, ο Ζεύς, ο πατέρας των Θεών και των ανθρώπων, επληροφόρησε τους άλλους Θεούς και Θεές ότι: σήμερα η Ειλήθυια, η Θεά που βοηθά τις γυναίκες στις δύσκολες γέννες, θα φέρη στο φώς της ημέρας έναν άνδρα που θα κυριαρχήση σε όλους τους ανθρώπους, έναν άνδρα που θα προέρχεται από το γένος το δικό του.
Η Ήρα έκανε πώς δεν ήθελε να τον πιστέψη και τον ανάγκασε να ορκισθή πώς την ημέρα εκείνη, αυτός που θα έπεφτε πρώτος ανάμεσα στα πόδια της μητέρας του θα κυριαρχούσε στους άλλους ανθρώπους. Ο Ζεύς δεν κατάλαβε τα σχέδια και την πονηριά της και έδωσε τον όρκο: ίστω νύν τόδε Γαία και Ουρανός ευρύς ύπερθεν και το κατειβόμενον Στυγός ύδωρ ( μάρτυρας ας είναι η Γή και ο Ουρανός και τα ύδατα της Στυγός που χάνονται εις τα έγκατα της Γής.
Ιλιάδος Ο-36 ).
Η Στύγα ήταν πηγή στην ανατολική πλευρά των Αροανίων (Χελμός)κοντά στην αρκαδική πόλη Νώνακρι και έπεφτε από μεγάλο κρημνό (γκρεμό). Στην πηγή αυτή βάπτισε η Θέτις τον γιό της Αχιλλέα κάνοντάς τον άτρωτο στο σώμα, εκτός από την φτέρνα που τον κρατούσε. Σήμερα τα ύδατα της Στυγός αποκαλούνται Αθάνατο νερό ή Μαυρονέρι.
Μόλις ο Ζεύς έδωσε τον όρκο η ΄Ηρα έφυγε αμέσως από τον ΄Ολυμπο και πήγε στο Άργος όπου, η κόρη του Πέλοπος η Νικίππη η γυναίκα του γιού του Περσέως Σθενέλου, βασιλιά των Μυκηνών και της Τίρυνθος, ήταν έγκυος στον έβδομο μήνα της. Η Νικίππη με την βοήθεια της ΄Ηρας έφερε στον κόσμο ,με πρόωρο τοκετό το παιδί της.΄Ετσι την ημέρα εκείνη το πρώτο αγόρι που έπεσε από τα πόδια της μητέρας του ήταν ο γιός του Σθενέλου ο Ευρυσθέας ( ο δυνατός ) και η ΄Ηρα αμέσως ενημέρωσε τον Δία πώς γεννήθηκε ο άνδρας που θα κυριαρχήση στους ανθρώπους.
Με αυτόν τον τρόπο η ΄Ηρα εκδικήθηκε τον Δίαπου άφησε έγκυο την Αλκμήνη την γυναίκα του Αμφιτρύονος, της οποίας ο γιός, σύμφωνα με την θέλησίν του, θα ήταν ο άνδρας που θα εξουσίαζε τους ανθρώπους. Ο Δίας αποδέχθηκε το γεγονός της γεννήσεως του Ευρυσθέως, αφού δεν μπορούσε να πάρη πίσω τον όρκο που έδωσε , τον φοβερό όρκο που δίνουν μόνον οι Θεοί, στα Ύδατα της Στυγός. Η αγαπημένη του Διός Αλκμήνη γέννησε μία ημέρα αργότερα από την Νικίππη γιατί η ΄Ηρα διέκοψε προσωρινά τους πόνους του τοκετού της. Γέννησε την ημέρα της Σελήνης και ο γιός της έλαβε το όνομα Αλκαίος (ο Δυνατός) όπως έλεγαν τον παππού του, τον πατέρα του Αμφιτρίονος.
Το όνομα Ηρακλής το πήρε αργότερα από την ΄Ηρα ,την άσπονδη εχθρό του, που ως γιός του Διός από θνητή γυναίκα, ήθελε να τον εξοντώση με κάθε τρόπο. Αλλά ο Ηρακλής ξεπερνούσε κάθε εμπόδιό της, έτσι με αφορμή την ΄Ηρα απέκτησε κλέος, δηλαδή φήμη, δόξα, αίγλη ( Ηρακλής= της ΄Ηρας το κλέος ). ΄Όταν ο Ηρακλής έφθασε σε ηλικία που έπρεπε να πάρη την εκπαίδευση, όπως συνηθιζόταν τότε για όλους τους νέους, εμαθήτευσε στους πιο ξακουστούς δασκάλους όλης της Ελλάδος. Γράμματα και κιθάρα έμαθε από τον γέρο Λίνο. Τόξο από τον Εύρυτο της Οιχαλίας στην Θεσσαλία, ξακουστό τοξότη. Ο περίφημος μουσικός Εύμολπος του έμαθε μουσική. Πάλη και πυγμή έμαθε από τον ΄Αρπαλο τον γιό του Ερμή. Ο πατέρας του Αμφιτρύονας του δίδαξε την τέχνη της αρματοδρομίας, που την ήξερε καλά από την πατρίδα του το ΄Αργος. Τέλος από τον Κάστορα, τον γιό του Ιππαλίδα, έμαθε να χρησιμοποιή τα όπλα στην μάχη, το δόρυ και την ασπίδα. Είχε ακόμη δασκάλους τον Ραδάμανθυ τον Κένταυρο Χείρωνα, και τον Θεσπιό.
Η εκπαίδευση του Ηρακλέους δεν είχε καλό τέλος. Μια ημέρα ο Λίνος του έκανε παρατήρηση, πως δεν προσέχει και παίζει άτεχνα. Η παρατήρηση αυτή ερέθισε τον Ηρακλή που θύμωσε τόσο ώστε άρπαξε την κιθάρα και τον κτύπησε στο κεφάλι σκοτώνοντάς τον.
Από τον φόνο απαλάχθηκε με νόμο που είχε θεσπίσει ο Ραδάμανθυς που έλεγε: Όποιος σκοτώσει σε άμυνα αυτόν που πρώτος άρχισε τον τσακωμό δεν είναι ένοχος. Κατηγορήθηκε και για άλλους φόνους και ο Αμφιτρύωνας φοβήθηκε μήπως το κακό με τον γιό του γενικευθεί τον έστειλε να φυλάη τα κοπάδια του. Ζώντας στα κοπάδια ο Ηρακλής απέκτησε σωματικές διαστάσεις και ικανότητες που δεν είχε κανένας νέος της εποχής του. Από τα μάτια του, γράφουν αρχαίοι συγγραφείς, πεταγόταν μια λάμψη όμοια με φωτιά, το σώμα του ήταν τέσσερις πήχες. Στο ακόντιο και στο τόξο δεν αστοχούσε ποτέ. Υπήρχαν όμως και άλλοι που πίστευαν ότι ο Ηρακλής ήταν μικρόσωμος αλλά δυνατός και ψυχωμένος.
Κάποτε ο Ηρακλής κατάλαβε την συμφορά που είχε φέρει, αφού και τα παιδιά του, που είχε αποκτήσει από την Μεγάρα την κόρη του Κρέοντος, σκότωσε και κατεδίκασε τον εαυτόν του σε διαρκή φυγή . Πρώτα πήγε στον ποταμό Θέστιο της Αιτωλίας για να καθαρθή. Μετά επισκέφθηκε τους Δελφούς για να ερωτήση τον Απόλλωνα που να κατοικήση και ο Θεός, μέσω της Πυθίας, του είπε: να πάη στην Τίρυνθα, όπου βασιλιάς είναι ο Ευρυσθέας, να δουλέψη σ’ αυτόν δώδεκα χρόνια και να εκτελέση δώδεκα άθλους και όταν συμπληρωθούν οι άθλοι θα γίνη αθάνατος (κατοικείν δε αυτόν είπεν εν Τίρυνθι, Ευρυσθεί λατρεύοντα έτη δώδεκα και τους επιτασσομένους άθλους επιτελείν και ούτως έφη των άθλων συντελεσθέντων, αθάνατον αυτόν έσεσθαι. Απολλόδωρος-Βιβλιοθήκη)
Αφού η απόφαση των Θεών για τον Ηρακλή ήταν αμετάθετη, αφήνει την Θήβα και αναγκάζεται να πάη στον Ευρυσθέα για να υπακούση στις προσταγές του. Ο Ευρυσθέας, με υπόδειξη της ΄Ηρας, του ανέθεσε δύσκολες αποστολές με την ελπίδα πως σε κάποια από αυτές θα σκοτωνόταν . Ο Ηρακλής όμως κατάφερε να εκτελέση με επιτυχία τις περισσότερες μόνος του, μερικές φορές με την βοήθεια του πιστού φίλου του Ιόλαου. Ακόμη, πέρα από αυτές που του ανέθεσε ο Ευρυσθέας, έκανε κι άλλες μόνος του, από αγάπη στην περιπέτεια, στα κατορθώματα και στην επιθυμία του να βάζη την παλληκαριά και την δύναμή του στην υπηρεσία των ανθρώπων, όπως κάνουν οι πραγματικοί ήρωες.
Σύμφωνα με την παράδοση ο Ηρακλής, με εντολή του Ευρυσθέως, εκτέλεσε δώδεκα άθλους. Εδώ θα αναφερθούμε στον τέταρτο άθλο, αυτός μας ενδιαφέρει γιατί χάρις σ’ αυτόν δόθηκε στο οροπέδιο που κατοικούμε το όνομα Φολόη. Ο λαμπερός και πολύκορφος Ερύμανθος, που στις μικρές κοιλάδες του ρέουν ορμητικά ποτάμια, έθελξε τους ανθρώπους από τα πρώτα χρόνια της ιστορίας του. Σε μια τέτοια κοιλάδα, στην συμβολή των ποταμών Ερυμάνθου και Λιβαρτζινού πιο πάνω από τα Τριπόταμα, στα όρια Ηλείας-Αχαϊας κτίσθηκε από τον γιό του ΄Αρρωνος Ψώφιδα η πόλις που πήρε το όνομά του, Ψωφίς. Η ακρόπολίς της ήταν κτισμένη σε ψηλό και απόκρημνο βράχο. Είχε προάστεια, θέατρο, αγορά και ναούς της Πολιούχου Αφροδίτης και πάμπολλα ηρώα. Στον Τρωικό πόλεμο δεν έλαβε μέρος, λόγω του μίσους που είχαν οι κάτοικοί της για τους Ατρείδες (Αγαμέμνωνα-Μενέλαο). Εγνώρισε μεγάλη ακμή κατά την κλασσική περίοδο, ακολούθησε δε τις τύχες της Αχαϊκής συμπολιτείας της οποίας υπήρξε σύμμαχος.
Η πανάρχαια πόλις καταστράφηκε το 397 μ.Χ. από τα στίφη του Βησιγότθου βασιλιά Αλάριχου και τις ορδές φανατισμένων χριστιανών μοναχών που του έδωσε ο βυζαντινός αυτοκράτορας Αρκάδιος. Σήμερα σώζονται ίχνη τειχών οικοδομημάτων και σπόνδυλοι του ναού της Αφροδίτης. Σώζονται επίσης στην ακρόπολίν της ερείπια Φράγκικων κτισμάτων. Στα μυθικά χρόνια οι κάτοικοι της Ψωφίδος διαμαρτυρήθηκαν στον Ευρυσθέα ότι, θηριώδης Κάπρος (αγριογούρουνο) που εξορμά από το όρος Ερύμανθος, καταστρέφει τα σπαρτά τους. Εκεί στάλθηκε ο Ηρακλής με την εντολή να πιάση και να πάη ζωντανό τον κάπρο στην Τίρυνθα. Ο ήρωας περιπλανήθηκε αρκετές ημέρες στα Αρκαδικά βουνά και κάποτε έφθασε στα πυκνά δάση του οροπεδίου της Φολόης, ανάμεσα στην κοιλάδα του Αλφειού και του Ερυμάνθου.
Στην περιοχή του οροπεδίου, με τις στενόμακρες κοιλάδες (λάκες) κατοικούσαν οι Κένταυροι, ίδιοι με αυτούς της Θεσσαλίας. Οι Κένταυροι, σύμφωνα με τους ιστορικούς-ερευνητές ήσαν ιππείς οι οποίοι κεντώντας τους βούς (βόδια) με την βουκέντρα τους μάζευαν στα βουστάσια (Εγκ.¨Ηλιος τ. ΙΑ-564). Ο Ηρακλής φιλοξενήθηκε εκεί από τον Κένταυρο Φόλο, τον γιό του Σειληνού και της Μελίας νύμφης. ΄Εδωσε στον Ηρακλή να φάη ψητό κρέας, ενώ ο ίδιος έτρωγε ωμό. Του πρόσφερε επίσης κρασί, δώρο του Διονύσου, όπου η μεθυστική οσμή του βακχικού υγρού προσέλκυσε τους άλλους Κενταύρους οι οποίοι απαιτούν από τον Φόλο συμμετοχή στην οινοποσία. Και τότε το συμπόσιο Φόλου-Ηρακλή μεταβλήθηκε σε κενταυρική μάχη. Με ξεριζωμένα έλατα και πέτρες επιτίθενται οι Κένταυροι στην σπηλιά του Φόλου. Τους πρώτους που τόλμησαν να μπούν μέσα, τον ΄Αγχιο και τον ΄Αγριο τους κυνήγησε ο Ηρακλής με δαυλιά (αναμμένα ξύλα) ενώ τους υπολοίπους τους κυνήγησε μέχρι τον Μαλέα.
Εκεί στον Μαλέα κατέφυγαν στον πιο ξακουστό Κένταυρο, τον Χείρωνα ,που είχε φύγει από το Πήλιο κυνηγημένος από τους Λαπίθες και εγκατεστημένο τώρα στον Μαλέα. Καθώς οι Κένταυροι ήταν μαζεμένοι γύρω από τον Χείρωνα, ο Ηρακλής ρίχνει ένα βέλος επάνω τους και αυτό περνά τον βραχίονα του Ελάτου και μπήγεται στο γόνατο του Χείρωνος. Λυπημένος γι’ αυτό ο Ηρακλής έτρεξε κοντά του, έβγαλε το βέλος και έβαλε στην πληγή φάρμακο που του έδωσε ο Χείρωνας. Με την πληγή ανίατη, γιατί τα βέλη ήταν ποτισμένα από το φοβερό δηλητήριο της σκοτωμένης πλέον Λερναίας ΄Υδρας, αποτραβιέται στην σπηλιά του για να πεθάνη, αλλά δεν μπορούσε γιατί ήταν αθάνατος . Ο Προμηθέας τότε πρόσφερε τον εαυτόν του στον Δία να γίνη αθάνατος στην θέση εκείνου και έτσι πέθανε. Μερικοί Κένταυροι πήγαν στο όρος Μαλέας, ο Ευρυτίων γύρισε στην Φολόη, ο Νέσσος, που αργότερα σκότωσε τον Ηρακλή, πήγε στον ποταμό Εύηνο και τους υπολοίπους τους έκρυψε ο Ποσειδώνας σ’ ένα βουνό κοντά στην Ελευσίνα.
Από βέλος του Ηρακλέους πέθανε και ο καλός Φόλος. Τράβηξε ένα βέλος από κάποιο πτώμα Κενταύρου και απορούσε κοιτάζοντάς το πώς ένα τόσο μικρό πράγμα μπόρεσε να θανατώση ένα τόσο μεγάλο πλάσμα όπως ήταν οι Κένταυροι. Το δηλητηριασμένο βέλος ξέφυγε από τα χέρια του και έπεσε στο πόδι του σκοτώνοντας και τον ίδιο. Όταν γύρισε ο Ηρακλής στην Φολόη και αντίκρυσε τον Φόλο πεθαμένο, τον έθαψε και έδωσε στο οροπέδιο το όνομα του καλού και φιλόξενου φίλου του .Το όνομα που κράτησαν οι κάτοικοι της περιοχής και υπάρχει μέχρι τις ημέρες μας για να μας θυμίζη τους πανάρχαιους προγόνους μας.
Μετά ο Ηρακλής πήρε τον δρόμο για τον Ερύμανθο όπου με θηλιά έπιασε τον κάπρο, σ΄ ένα χιονισμένο μέρος, του έδεσε τα πόδια και τον πήγε ζωντανό στις Μυκήνες όπως ήταν η εντολή του Ευρυσθέως.
Λάκης Α. Αργυρόπουλος
πηγές: α. Ομήρου Ιλιάδα.
β. Απολλόδωρος-Βιβλιοθήκη
γ. Κερένυι – Μυθολογία
δ. Κομμητας Στ. –Μυθολογία
ε. Εκδ. Αθηνων – Ελλ. Μυθολογία
http://www.persaina.gr