Η ιστορία αν και συνεχώς μας διδάσκει επαναλαμβάνεται και από ότι διαφαίνεται, δυστυχώς εμείς οι Έλληνες την αγνοούμε παντελώς, επαναλαμβάνοντας κατά καιρούς πάντοτε τα ίδια μοιραία λάθη. Θα αναφερθώ τι συνέβη με την ελληνική οικονομία το έτος 1843, όπου μπορούμε να συγκρίνουμε με το σήμερα και ν' αντιληφθούμε τι συμβαίνει στην παγκόσμια και στην ελληνική ιστορία, ανεξαρτήτως των εποχών, των συγκυριών των προσώπων και των οικονομιών. Η σύγκριση αυτή, την αναφέρω μόνο για ιστορικούς λόγους, αλλά μπορεί να μας προκαλέσει αίσχος, αηδία, ντροπή και ανατριχίλα.
Το καλοκαίρι του 1843, η Ελλάδα ενώ αντιμετώπιζε τεράστια έσω προβλήματα, είχε και υπέρογκες οικονομικές υποχρεώσεις και έπρεπε να καταβάλει στις τράπεζες της Ευρώπης, τα τοκοχρεολύσια παλιότερων δανείων, που είχε πάρει η χώρα μετά την επιτυχημένη ιστορική επανάσταση του 1821. Δυστυχώς αυτά τα χρήματα, δεν είχαν απορροφηθεί σε υποδομές, που θα βοηθούσαν την νεοσύστατη και ανύπαρκτη ελληνική οικονομία, αλλά είχαν σπαταληθεί στις εμφύλιες συρράξεις που ξέσπασαν μετά την απελευθέρωση και στα λούσα του παλατιού, των αυλικών και των Βαυαρών συμβούλων του στέμματος, και στις τσέπες των πρώην κοτζαμπάσηδων και αρκετών οπλαρχηγών που με παραπλανητικά στοιχεία είχαν χρεώσει το νεοσύστατο κράτος όσο αυτοί ήθελαν. Οι τόκοι που έπρεπε να καταβάλλονται κάθε χρόνο στους δανειστές μας ήταν επτά (7) εκατομμύρια δραχμές και ισοδυναμούσαν σχεδόν με το μισό των συνολικών εσόδων του μικρού ελληνικού κράτους που μετά βίας έφθαναν τα δέκα τέσσερα (14) εκατομμύρια ετησίως. Στην πραγματικότητα, με την καταβολή των τόκων δεν περίσσευε τίποτα για να επενδυθεί προς όφελος του ελληνικού λαού.
Την άνοιξη του 1843, όπως ήταν αναμενόμενο, η τότε κυβέρνηση λαμβάνει σκληρά μέτρα λιτότητας, τα οποία, δεν απόδωσαν τόσο ώστε να συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα για την ετήσια δόση χρήματα. Τοιουτοτρόπως, τον Ιούνιο του 1843, η ελληνική κυβέρνηση ενημερώνει τους δανειστές μας, ότι αδυνατεί να καταβάλει το ποσό που χρωστάει και ζητά ένα νέο δάνειο από τις μεγάλες δυνάμεις, ώστε να αποπληρώσει τα παλιά. Αυτές κατηγορηματικά αρνούνται να μας δανείσουν, θέλοντας να οδηγήσουν την χώρα ακόμη πιο βαθιά στην ύφεση και να κατασπαράξουν την αιμορραγούσα οικονομία της.
Και έτσι αντί να εγκρίνουν νέο δάνειο, εκπρόσωποι των τριών μεγάλων δυνάμεων (Αγγλίας-Γαλλίας-Ρωσίας) πραγματοποιούν μια διάσκεψη στο Λονδίνο για το ελληνικό χρέος και καταλήγουν σε ένα καταδικαστικό πρωτόκολλο για την πατρίδα μας. Οι πρεσβευτές των μεγάλων δυνάμεων, με το πρωτόκολλο στο χέρι, παρουσιάζονται στην ελληνική κυβέρνηση και απαιτούν την ικανοποίηση του. Τότε αρχίζουν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη και μετά από έναν μήνα υπογράφουν ένα σκληρό και εξαντλητικό μνημόνιο, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα υποχρεούταν να πάρει μέτρα ώστε να εξοικονομήσει μέσα στους επόμενους μήνες το αστρονομικό επιπλέον ποσό των 3,6 εκατομμυρίων δραχμών, που έπρεπε ν' αποδοθούν στους δανειστές της.
Για να είναι σίγουροι ότι το μνημόνιο θα εφαρμοστεί κατά γράμμα, οι πρεσβευτές απαιτούν να παρευρίσκονται στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, που θα εγκρίνει τα μέτρα και να λαμβάνουν ανά μήνα λεπτομερή κατάσταση της πορείας εφαρμογής τους, αλλά και των ποσών που εισπράττονται. Κάτι παρόμοιο που συμβαίνει και σήμερα. Θ' αναφερθώ εν ολίγοις στα βασικά μέτρα που επέβαλε η τότε κυβέρνηση μέσα στο 1843 σε εφαρμογή του πρώτου μνημονίου πριν 167 χρόνια. Και από ότι φαίνεται η σημερινές κυβερνήσεις, δεν πρέπει να είχαν νέες ιδέες, αλλά πρέπει ν' αντέγραψαν το πρώτο μνημόνιο, για να εφαρμόσουν το σημερινό που ταλανίζει την χώρα.
1ον Με διάταγμα επιβλήθηκαν απολύσεις στο ένα τρίτο των Δημοσίων υπαλλήλων και μειώθηκαν περίπου κατά 20% οι μισθοί όσων παρέμειναν.
2ον Διακόπηκε η χορήγηση όλων των συντάξεων, που τότε δεν δίνονταν στο σύνολο του πληθυσμού αλλά μόνον σε ειδικές κατηγορίες.
3ον Μειώθηκαν κατά 60% οι στρατιωτικές δαπάνες, επίσης μειώθηκε δραστικά ο αριθμός των Ενόπλων Δυνάμεων και σωμάτων Ασφαλείας και αντί για μισθό στους ένστολους δίνονταν εκτάσεις γης, όχι στα ορεινά και άγονα μέρη, αλλά στις εύφορες περιοχές.
4ον Επιβλήθηκε προκαταβολή στην είσπραξη όχι μόνον του φόρου εισοδήματος αλλά και της "δεκάτης", που ήταν ο φόρος για την αγροτική παραγωγή, επί τουρκοκρατίας.
5ον Αυξήθηκαν οι δασμοί και οι φόροι χαρτοσήμου, επειδή τότε δεν υπήρχε ο ΦΠΑ.
6ον Απολύθηκαν όλοι οι μηχανικοί του Δημοσίου και σταμάτησαν όλα τα δημόσια έργα.
7ον Καταργήθηκαν εντελώς όλες οι υγειονομικές υπηρεσίες του κράτους.
8ον Απολύθηκαν όλοι οι υπάλληλοι του εθνικού τυπογραφείου, όλοι οι δασονόμοι, οι δασικοί υπάλληλοι και οι μισοί καθηγητές πανεπιστημίου.
9ον Καταργήθηκαν όλες οι διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό.
10ον Νομιμοποιήθηκαν όλα τα αυθαίρετα κτίσματα και οι καταπατημένες "εθνικές γαίες" με την πληρωμή προστίμων νομιμοποίησης.
11ον Περαιώθηκαν συνοπτικά όλες οι εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις με την καταβολή εφάπαξ ποσού.
Το συγκεκριμένο μνημόνιο του 1843, από πολλούς ιστορικούς θεωρείται μία από τις σοβαρότερες αφορμές για το ξέσπασμα της επανάστασης της 3ης Σεπτέμβρη 1843, που έφερε το Σύνταγμα στη χώρα.
Ο λαός μετά από όλα αυτά τα εξοντωτικά μέτρα, εξαθλιώθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι δανειστές μας, πήραν ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων τους, η χώρα δεινοπάθησε μέχρι να συνέλθει, αλλά ξανά μετά από πενήντα χρόνια ακριβώς δήλωσε πτώχευση, με την περίφημη και πασίγνωστη ιστορική φράση του Χαριλάου Τρικούπη το 1893(1) "Κύριοι, δυστυχώς πτωχεύσαμε".
Σήμερα οι εντός και εκτός αρμόδιοι, πρέπει ν' αναλογιστούν σοβαρά τι ανάλογο μπορεί να συμβεί και με το τωρινό εξοντωτικό μνημόνιο που επιβλήθηκε χωρίς την συγκατάθεση του Ελληνικού λαού. Και απ' ότι παρατηρείται πάντοτε οι οικονομικές συνταγές λιτότητας είναι ίδιες, αιώνιες, ανυπόφορες, «Είναι κάτι σαν το παλιό καλό κρασί». Όμως για ποιούς; Και θ' αναρωτηθούμε τότε μ' όλα αυτά τι πέτυχαν και τι δύναται, ή αποσκοπούν να πετύχουν σήμερα;
Νομίζω ότι η απάντηση είναι μία, «μονόδρομος προς εξαθλίωση και ΠΤΩΧΕΥΣΗ».
Υποσημίωση:
[1] Η φράση «Κύριοι Δυστυχώς πτωχεύσαμε» αποτελεί μια μεγάλη ιστορική αναφορά που πιστώνεται στον Χαρίλαο Τρικούπη, πρωθυπουργό της Ελλάδας. Ο Τρικούπης αναφέρεται πως χρησιμοποίησε αυτή τη φράση σε ομιλία του στις 10 Δεκεμβρίου του 1893 στη Βουλή, αναφερόμενος κυρίως στην οικονομική κατάσταση του κράτους και την αδυναμία του να αποπληρώσει το δημόσιο χρέος του. Η Κυβέρνησή του τότε κήρυξε πτώχευση, η οποία και επέφερε την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου σε βάρος της Ελλάδας. Έκτοτε, η φράση αυτή χρησιμοποιείται για να δηλώσει αποτυχία, τόσο για οικονομικά θέματα όσο και για γενικότερους λόγους.
Αν και θεωρείται πως αυτή η φράση λέχθηκε από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων, αμφισβητείται πως χρησιμοποιήθηκε από τον Τρικούπη στην ομιλία του, καθώς από τα πρακτικά της Βουλής δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Στη πραγματικότητα η φράση αυτή λέχθηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη την παραπάνω ημερομηνία από του βήματος της Βουλής (Παλαιά Βουλή), όχι όμως απευθυνόμενος προς το Σώμα της Βουλής ως επίσημη διακήρυξη, αλλά «εν τη ρύμη του λόγου του», αναφέροντας «εν παρόδω» στις αναγκαίες προς τους δανειστές διαπραγματεύσεις, που πίεζαν απροκάλυπτα τον οικονομικό έλεγχο της Ελλάδας, «ότι πρέπει να λαλήσωμεν προς αυτούς πτωχεύσαμε δυστυχώς κ.λπ».
Η αντιπολίτευση όμως εκμεταλλευόμενη κομματικά τη φράση αυτή παράστησε τον πρωθυπουργό να κηρύσσει με αυτήν επίσημα τη χρεωκοπία της Ελλάδας, από του βήματος της Βουλής. Τη θέση αυτή υιοθέτησαν και όλα σχεδόν τα έντυπα της εποχής σε σημείο που να δημιουργήσουν ακόμα και απογοητευτική εντύπωση στους οπαδούς του Χαριλάου Τρικούπη. Η προπαγάνδα αυτή το πόσο ευνόησε υπέρμετρα την τότε αντιπολίτευση διαφαίνεται από τον ειρωνικό σκωπτικό χαρακτήρα που αποδόθηκε σ' αυτήν και που χρησιμοποιήθηκε ομοίως μυριάδες φορές με συνέπεια να παραμείνει, ως σήμερα.
(Αικατερίνη Φλεριανού, «Χαρίλαος Τρικούπης», Η ζωή και το έργο του, σ. 25)