Εξοχώτατε στρατηγέ κύριε Ιωάννη Γκούρα.
Με το παρόν μου σου φανερώνω, ότι της απερασμένης απέρασεν ο στρατηγός Γρηζότης από την Κάπελην, από τα χωρία Κούμανι, Αντρόνι, Γιάρμενα και Κλεινδιά, και αφ’ ού εκάθησεν δύω ημέρας με το σώμα του και έκαμαν μεγάλα κακά και καταχρήσεις δεν έλειψε και τώρα ο ίδιος πάλιν με τους ανθρώπους του να υπάγη εις τα ίδια χωρία, πράγμα παράξενον, και ανάρμοστον προς την Σεβαστήν Διοίκησιν, και τέλος πάντων αυτά τα χωρία κατήντησαν να μην έχουν ούτε ψωμί, τι ζητεί αυτός εκεί απορώ. Εξοχώτατε στοχάσου, ότι μεγάλην εντροπήν με ήλθε, όταν τώρα εσυνάχθησαν όλοι μικροί και μεγάλοι και ήλθον εδώ βοώντες και γογγίζοντες. Εγώ έμεινα άφωνος περί τούτου, στοχαζόμενος ότι να γράψω της εξοχότητος σας περί τούτου, και παρακαλώντας θερμώς όπου να γράψετε ένα γράμμα των παρόντων να μας το στείλετε εδώ και ημείς θέλει τους το στείλωμε δια να τραβηχθούν απ’ εκεί. Η φιλευσπλαχνία σας είναι γνωστή, και παρακαλώ όσον τάχος με τον επίτηδες να έχω την απόκρισίν σας. Ότι το πράγμα επαράγινε και κατήντησε εις αμηχανίαν και ανοικονομησίαν . μένω δε μ’ όλον το σέβας.
Τη 12 Ιανουαρίου 1825 Πρόθυμος των Επιταγών
Α. Θεοδωρακόπουλος
Γαστούνη
Κάποτε ο Γκούρας λεηλατώντας το σπίτι του Σισίνη βρήκε κάλπικες σφραγίδες και γράμματα ενοχοποιητικά και ένα σωρό δείγματα ατασθαλίας, ενώ ο Σισίνης είχε φύγει με τον γιο του για την Ζάκυνθο όπου τον υποδέχθηκαν με γιουχαΐσματα οι Ζακυνθινοί. Ο Γκούρας του έστειλε το παρακάτω γράμμα:
«Θεοσεβέστατε Σισίνη Γεώργιε.
Ευρήκα στο σπίτι σου της βούλαις της καλπαζουνίας, και δια να μην τύχει και δεν το πιστέψεις, ιδού όπου σου τις σημειώνω απάνου στο χαρτί, με τις οποίας βούλωνες εις το μέτωπο και εις την καρδίαν όλους τους δυστυχείς εγκατοίκους της επαρχίας Γαστούνης και όλους τους Έλληνας……………………………………………….
Καλόν ήτο να γυρίσεις, εδώ όπου σε ζητούν οι συνεπαρχιώτες σου και σε επιθυμούν όλοι οι συνηλικιώται σεβάσμιοι γέροντες.
Σε καρτερεί και εκείνος όπου του επήρες με βίαν την ωραία του γυναίκα και την χαίρεσαι. Αυτός ο δυστυχής είναι ο Αντωνάκης Δημακόπουλος. Δεν ευχαριστήθεις, ενάρετε γέροντα, ότι του υστέρησες την γλυκυτάτην συμβίαν, αλλά αναχωρώντας για την Ζάκυνθον του άρπαξες με βίαν και το κοριτζάκι του χρονών εννέα να το μεταχειριστείς ίσως, εις τα χριστιανικά σου γερατειά καλέ άνθρωπε! Διατί εκάθησες εις Ζάκυνθον αντίκρυ της επαρχίας σου, ως ο Αδάμ απέναντι του παραδείσου! Υγίαινε!
Την 25 Δεκέμβρη 1824 Γαστούνη
Ιωάννης Γκούρας»