Το Χλεμούτσι ή Χλιμούτζι ή Χλουμούτσι ή Clermont ή Castel Tornese, το σημαντικότερο και δυνατότερο κάστρο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, ήταν ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα φρούρια της Φραγκοκρατίας, που βρίσκεται στο δυτικότερο άκρο της Πελοποννήσου στη χερσόνησο της Κυλλήνης. Απέχει ανατολικά από τη θάλασσα 2,5 χλμ. και είναι κτισμένο πάνω σ' ένα λόφο ύψους 245 μ. ανατολικά από το σημερινό χωριό Κάστρο, ενώ απέχει περίπου 6 χλμ. από το βόρειο ακρωτήρι της Κυλλήνης. Παρ΄ όλο το μικρό του ύψος, ο λόφος αυτός προσφέρει μια πανοραμική θέα προς την γύρω περιοχή και για τον λόγο τούτο, προτιμήθηκε από τον Γοδεφρείδο Β' Βιλλεαρδουΐνο. Ο Γοδεφρείδος το 1220 άρχισε να κτίζει κάστρο και το 1223 σε χρόνο ρεκόρ για την εποχή εκείνη αποπεράτωσε το ισχυρότερο φρούριο του φράγκικου πριγκιπάτου της Αχαΐας, για να προφυλάξει την πρωτεύουσα του Ανδραβίδα, αλλά και την παραλιακή Γλαρέντζα (Κυλλήνη), μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της εποχής.
Το αρχικό όνομα του ήταν Clermont, οι Έλληνες το ονόμασαν Χλιμούτζι ή Χλουμούτσι όπως φαίνεται στο Χρονικό του Μορέως ή Χλεμούτσι. Κατά την εποχή της βενετσιάνικης κυριαρχίας ονομάστηκε Castel Tornese, επειδή οι Βενετσιάνοι θεωρούσαν ότι εκεί γινόταν η κοπή των νομισμάτων τορνέζια του πριγκιπάτου της Αχαΐας. Αυτά στη μια όψη είχαν την εκκλησία του Αγίου Μαρτίνου της Tours (από όπου πήραν και την ονομασία τορνέσια) και στην πίσω όψη την επιγραφή G. PRINCEPS ACHAEA DE CLARENTIA. Είναι βεβαιωμένο από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα ότι τα τορνέζια ήταν σε κυκλοφορία από το 1250 ως το 1333. Η Γλαρέντζα τότε υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της Φραγκοκρατίας και ίσως σ' αυτήν την πόλη να ήταν εγκατεστημένο και το νομισματοκοπείο του πριγκιπάτου. Πιθανότατα, η επιγραφή στην πίσω όψη των νομισμάτων, όπου αναγραφόταν G. PRINCEPS ACHAEA DE CLARENTIA, να αναφέρεται στην Γλαρέντζα και όχι στο Χλεμούτσι, όπως υποστήριζαν οι παλαιότεροι ιστορικοί μελετητές.
Παρ' όλες τις καταστροφές που υπέστη (ιδιαίτερα από τον Iμπραήμ), το κάστρο διατηρεί και σήμερα τη μεγαλοπρέπειά του. Οι μικρές παρεμβάσεις που έγιναν από τους διαδοχικούς κατακτητές του κάστρου δεν αλλοίωσαν την αρχική του μορφή, αποτελώντας ένα σπουδαίο δείγμα οχυρωματικής τέχνης της Φραγκοκρατίας.
Η ιστορία της κατασκευής του Κάστρου σώζεται καταγραμμένη στο Χρονικό του Μορέως. Ο Γοδεφρείδος Β' για τα έξοδα ανέγερσης του κάστρου, φορολόγησε σκληρά το λατινικό κλήρο, οι οποίοι με την σειρά τους διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον τότε πάπα Ονώριο Γ', αυτός ανταποκρινόμενος στις διαμαρτυρίες του κλήρου, αφόρισε τον Γοδεφρίνο.
Ο Γοδεφρείδος, εξήγησε στον πάπα, ότι χρησιμοποίησε τους φόρους για την κατασκευή του κάστρου, χάρις στο οποίο προστατευόταν η ύπαρξη του πριγκιπάτου και των Λατίνων, διαφορετικά αν οι Ρωμαίοι επαναστατούσαν και κατελάμβαναν το Μοριά, δε θα σκότωναν μόνο τους στρατιώτες σαν και αυτόν, αλλά και τους Λατίνους κληρικούς. Ο πάπας τελικά συμφώνησε να άρει τον αφορισμό. Το κάστρο αποτελείται από το κυρίως κάστρο που είναι ένα εξαγωνικό κτίσμα που περιλαμβάνει μια εσωτερική αυλή και από τον γύρω χώρο που προστατεύεται από τοίχος, που έχει κατά διαστήματα πύργους.
Μετά το θάνατο του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουΐνου, ξεσπούν έντονες διαμάχες για την διαδοχή στην ηγεμονία και σταδιακά το πριγκιπάτο οδηγείται στην παρακμή. Το κάστρο Χλεμούτσι, το διεκδικούν διάφοροι ευγενείς. Οι Καταλανοί κατέλαβαν το κάστρο το 1315, αλλά σύντομα ανακαταλαμβάνεται από τους Φράγκους και παραμένει στην κατοχή τους μέχρι τις αρχές του 15ου αιώνα, όταν πέρασε στα χέρια του Κάρολου Α΄ Τόκκου, Παλατινού κόμη Κεφαλληνίας - Ζακύνθου και Δεσπότη της Ηπείρου. Το έτος 1427 περιήλθε ειρηνικά στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, μετά τον γάμο του με την κόρη του Λεονάρδου Β΄ Τόκκου, Μαγδαληνή η οποία για να παντρευτεί τον Παλαιολόγο μετονομάστηκε σε Θεοδώρα.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, το χρησιμοποίησε ως στρατιωτικό και διοικητικό του κέντρο, μέχρι το 1460, οπότε το κάστρο καταλείφθηκε από τους Τούρκους. Το έτος 1687 περιήλθε στα χέρια των Ενετών, και το κράτησαν στην κατοχή τους μέχρι το 1715, όταν ξαναπέρασε στα χέρια των Τούρκων, μέχρι το 1821 οπότε και έγινε η ελληνική επανάσταση και έτσι από εκεί και μετά έμεινε στα χέρια των Ελλήνων με μια μικρής διαρκείας κατάληψη από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά.
Ο ρόλος του κάστρου σταδιακά υποβαθμίζεται χωρίς όμως να πάψει ποτέ να χρησιμοποιείται, περνώντας από την κυριαρχία Ελλήνων, Ενετών και Τούρκων. Ωστόσο παρά τους διάφορους κατακτητές, το μεγαλοπρεπές Χλεμούτσι, διατηρεί ακόμη τον έντονο φράγκικο χαρακτήρα του. Σημαντική καταστροφή υπέστη το 1826 από το βομβαρδισμό του Ιμπραήμ, ενώ οι Τούρκοι έκαναν κάποιες μικρές παρεμβάσεις κυρίως για την προσαρμογή στη χρήση πυροβόλων όπλων.
Το κάστρο αποτελείται από δύο περίβολους. Στον εξωτερικό σήμερα σώζονται ερείπια κτιρίων, δεξαμενών και ενός τούρκικου τζαμιού. Ο εσωτερικός περίβολος, χτισμένος στο ψηλότερο σημείο του λόφου, σχηματίζει ένα εξάγωνο γύρω από μια μεγάλη κεντρική αυλή. Στα οικοδομήματα γύρω από την αυλή, βρισκόταν η κατοικία του πρίγκιπα, το παρεκκλήσι του κάστρου και τα καταλύματα της φρουράς.
Είναι φυσικό, για ένα τέτοιο κάστρο ηλικίας οκτώ αιώνων περίπου, να πλασθούν αρκετοί θρύλοι και παραδόσεις, προσαρμοσμένοι στην μοιρολατρική δεισιδαιμονία της
εποχής εκείνης, που έβρισκαν προσοδοφόρο έδαφος και ρίζωσαν ακατάλυτα και έγιναν απόλυτα πιστευτά. Οι περισσότερο γνωστοί είναι αυτοί του Βασιλιά Ανήλιαγου, του Ζουδιού της Παλιόπολης και της Νεράιδας Μάνας, κ.ά.
Ο θρύλος του Βασιλιά Ανήλιαγου, διηγείται την ιστορία του Βασιλιά της Παλαιόπολης ο οποίος ζούσε στο κάστρο Κολοσκόπι (η αρχαία Ακρόπολη της Ήλιδας), ο οποίος λόγω κάποιας κατάρας κατά της οικογένειας, είχε κάποια σπάνια νόσο και ήταν καταδικασμένος εφ' όρου ζωής, να ζει στο σκοτάδι και να μην μπορεί να αντικρίσει το φως του ήλιου. Την ίδια εποχή στο κάστρο του Χλεμουτσίου υπήρχε η Ανήλιαγη που πάσχοντας και αυτή από την ίδια νόσο, ζούσε κι αυτή μόνο στο σκοτάδι. Αφού και οι δύο ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής, ζώντας κατά την διάρκεια της ημέρας μόνο σε μέρη του κάστρου που δεν έφτανε το φως, αποφάσισαν τελικά να παντρευτούν και να μείνουν μαζί. Ο Ανήλιαγος, όταν χρειαζόταν, να συναντήσει την καλή του κυκλοφορούσε από την Παλαιόπολη στο Χλεμούτσι δια μέσω μιας υπόγειας στοάς. Έτσι ζούσαν και μέσα στα ανήλιαγα κελιά του κάστρου, ενώ ο βασιλιάς της Παλαιόπολης πηγαινοερχόταν συχνά μέσα από την στοά. Κάποτε λέγεται ότι ο Βασιλιάς είχε βγει την νύκτα, όμως τον πρόλαβε ο ήλιος έξω από τα ανήλιαγα κελιά κι έγινε αυτό που πρόβλεπε η μοίρα του. Μαρμαρώθηκε εκεί που ακριβώς τον κτύπησαν οι πρώτες ακτίνες του Ήλιου.
Η ακριβής τοποθεσία της εισόδου της στοάς ακόμη παραμένει άγνωστη. Όμως όπως αναφέρει ο ερευνητής Ανδρέας Μπούτσικας, από το χωριό Αυγείο Ηλείας, στο βιβλίο του «Φράγκικα μνημεία στην Ηλεία», οι γεροντότεροι στην περιοχή της Παλιόπολης και του Γαλουπίου, είχαν ακούσει για κάποια μυστική στοά (1) που βρισκόταν σους ΝΔ πρόποδες της Ακρόπολης της Ήλιδας (Κολοσκοπίου), η οποία κατέβαινε μερικά σκαλοπάτια και μετά σε ευθεία γραμμή, επικοινωνούσε με το Χλεμούτσι με μια τεράστια υπόγεια στοά, που χωρούσε καβαλάρη σ' άλογο. Ήταν ένα είδος υπόγειου, που σε ευθεία γραμμή η απόσταση ήταν περίπου στα 20 χιλιόμετρα. Μάλιστα στις αρχές του 1910, δυο αδέρφια χρυσοθήρες, από την Παλαιόπολη ονομαζόμενοι Μητσιλέτοι, αποπειράθηκαν να κατεβούν στην στοά, με σκοπό να την εξερευνήσουν. Αφού προμηθεύθηκαν τα ανάλογα εργαλεία, κίνησαν και μια μέρα κατέβηκαν τα σκαλοπάτια για να δουν αν και προς τα πού συνεχιζόταν η περιβόητη στοά. Όπως αφηγήθηκαν μετά από διαδρομή ολίγων μέτρων, συνάντησαν δυνατό και ισχυρό ρεύμα από παγωμένο αέρα, ενώ κάποιο φανάρι που είχαν για φωτισμό έσβησε. Τους περιέλιξε ένας βαρύς φόβος και έτσι αναγκάστηκαν να μην προχωρήσουν άλλο. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η είσοδος μετά από αρκετά χρόνια, ενός παπά χρυσοθήρας και αυτός με τους δύο του γιους στην στοά του Ανήλιαγου. Οι κάτοικοι, σήμερα ισχυρίζονται ότι δεν γνωρίζουν την ακριβή τοποθεσία της στοάς, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν είναι παρά ένας μύθος ή θρύλος χωρίς υπόσταση.
Οι θρύλοι και οι μύθοι, κατά κανόνα έχουν τις ρίζες τους πολύ βαθιά μέσα στους αιώνες. Ίσως στα σκοτεινά ιστορικά χρόνια για την Ηλεία, Βυζαντινά χρόνια (400- 1100 μ.Χ.), ο μύθος σαν θρύλος μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα. Αυτός ο θρύλος σαν παράδοση, ξαναπλάστηκε στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, σε καινούργιο σχήμα και προσαρμόστηκε στην νοοτροπία της εποχής και σε κάποια σκοπιμότητα. Και η σκοπιμότητα διαφαίνεται στο ότι ο θρύλος, θέλει τον Ανήλιαγο Βασιλιά του Κάστρου Χλεμούτσι.
Ο Αόρατος (άφαντος την ημέρα) Βασιλιάς στο εν λόγο κάστρο, θα έπρεπε να ζούσε όταν οι πραγματικοί βασιλιάδες δεν υπήρχαν. Ο τελευταίος τους ήταν ο Μισίρ Γυλιάμος (Γουλιέλμος Βιλλεαρδουΐνος), όπως τον ονομάζει το Χρονικό του Μορέως, που πεθαίνοντας άφησε το βασίλειό του στις δύο κόρες του. Έκτοτε οι Πρίγκιπες (βασιλιάδες για τον λαό) του Μοριά, διοικούσαν το Πριγκιπάτο από τα ξένα, χωρίς ποτέ να πατήσει το πόδι του εδώ. Τούτο, έδωσε την αφορμή στον λαό, να φανταστεί τον Ανήλιαγο Βασιλιά του Κάστρου, φαντασία που κατά πάσα πιθανότητα να συνδέθηκε με τον προϋπάρχοντα θρύλο του ανήλιαγου και που ίσως από πολιτική σκοπιμότητα καλλιεργήθηκε από τους Φράγκους και τους Γασμούλους οικιστές, και για να δικαιολογήσουν την αφάνεια του εκάστοτε πρίγκιπα και για να υπάρχει φόβος της ύπαρξης βασιλιά, που έστω και σκιωδώς εποπτεύει το βασίλειο.
Ο ΑΝΗΛΙΑΓΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ
Οι Παλαιομανιώτες θεωρούν ότι Βασιλιάς Ανήλιαγος κυβερνούσε στη περιοχή της Μίλας στην Παλαιομάνινα. Άλλοι θεωρούν ότι ο Ανήλιαγος επειδή ήταν γιος του Τρίκαρδου είχε έδρα στο κάστρο των Οινιαδών. Το θρύλο αυτό διασώζει πρώτος ο Μεσολογγίτης ποιητής Γ. Δροσίνης (1859-1951) στο έργο του Ειδύλλια (1884) που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά και στο περιοδικό "ΕΣΤΙΑ" (τόμος ΙΣΤ΄, σελίδα 697) το έτος 1883.
Κάστρο Παλαιομάνινας |
Στου βασιλιά του Τρίκαρδου το μοναχό παιδί
οι μοίρες πού το μοίρωσαν κατάρα είχαν κάνει
πώς άμα ο ήλιος το ιδεί ευθύς θε να πεθάνει.
Κι ο βασιλιάς πατέρας του μʼ ελπίδα να σωθεί
από του ήλιου το κακό και φλογισμένο μάτι
τούχτισʼ επίτηδες βαθύ μέσα στη γη παλάτι.
Χρόνια πέρασαν πέθανε ο γέροντας γονιός...
Και με την ώρα την καλή θα βασιλέψει τώρα
Ανήλιαγος ο μορφονιός στου Τρίκαρδου τη χώρα.
Και ο βασιλιάς Ανήλιαγος τις μέρες του περνά
μέσ' στα βαθιά παλάτια του και μοναχά το βράδυ
βουνά και κάμπους τριγυρνά στης νύχτας το σκοτάδι.
Κι η Κυρα-Ρήνη η όμορφη τον είδε
μια βραδιά στο Κάστρο εμπρός να κυνηγά
μʼ ολόφωτο φεγγάρι κι ένοιωσε αγάπη
στην καρδιά για τʼ άξιο παλικάρι.
Ο βασιλιάς Ανήλιαγος – σαν κάθε βασιλιάς- τώρα κι αυτός ολονυχτίς στη χώρα δε γυρίζει.
Σʼ αγαπημένη αγκαλιά γυρμένος ξενυχτίζει.
Μα στη χαρά του δεν ξεχνά της μοίρας το γραφτό,
και πριν να φέξει στο βουνό και πριν να φέξει
τʼ άστρο αφήνει ταίρι ζηλευτό και φεύγει από το Κάστρο.
Του κάκου τον ρωτά η Κυρά : πώς έτσι πρωινά την παρατάει μοναχή:
Εκείνος δεν της κρίνει και μαύρη ζήλεια τυραννά τη δόλια Κυρά-Ρήνη.
Τόσο, πού τι σοφίζεται η πονηρή Κυρά;
Όλους με μιας τους πετεινούς του κάστρου της σκοτώνει
για να μη νοιώσει μια φορά ο νιός πώς ξημερώνει.
Ο βασιλιάς Ανήλιαγος γελιέται την αυγή...
Και πρίν να 'ρθεί στον Τρίκαρδο, κοντά στην Παλιομάνη, κατάρα!
Ο ήλιος είχε βγει κι ο νιός είχε πεθάνει!
(1) Στην Ηλεία αναφέρεται ακόμη μια τέτοια υπόγεια στοά που επικοινωνεί το κάστρο του Γουλά που βρίσκεται κοντά στην Δαφνιώτισσα με τον Αντίλαλο του Γερακίου.