Ιωάννης (Γενναίος) Κολοκοτρώνης
Σεβαστέ Πάτερ
Προσμένω εις δύο γράμματά μου απόκρισίν σου και είμαι ανυπόμονος να τας λάβω ως αναγκαίας εγώ καθώς σου προέγραφον εσύναξα τους επαρχιώτας και κατά τας διαταγάς του Αρχιστρατήγου υπήγα εις Κάπελην,
ένθα την ιδίαν ημέραν επληροφορήθην και τον ερχομόν του Αρχιστρατήγου εις Διακοπτόν και τους εχθρούς εις Κάπελην, ο θείος μου ευρισκόμενος εις Πετζάκους με το σώμα του με ηνάγκαζε να κινηθώμεν συμφώνως κατά των προσκυνημένων, εγώ βλέποντας την βλάβην την οποίαν οι εχθροί επροξένουν εις τα μέρη της Κάπελης, και βεβαιωθείς ενταυτώ ότι απεκεί ήθελον απεράσει εις την Παραμερίαν και λειοδώραν, εξεκίνησαν αμέσως και έφθασαν το εσπέρας εις Τριπόταμον, οι εχθροί ήσαν τεντωμένοι εις τα Διβραίικα αμπέλια και απειλούσαν την Δίβρην οι δε Διβραίοι έδωσαν λόγον προσκυνισμού, και ετελείωσαν τας συμφωνίας των, ομοίως και όλα τα χωριά της Κάπελης εκτός των Κουμαναίων και Αντροναίων, τους οποίους εγύμνωσαν από όλα τα υπάρχοντά των μείναντες μα τα σώματα ξηρά, το κακό τούτο έφθασε και εις το Βιδιάκι, δεν επρόφθασεν όμως να τελειώση, διότι εγώ έφθασα αμέσως εκεί και εμποδίσθη το κακόν, οι εχθροί μολονότι εις διάστημα τουφεκιού μας, αλλ’ ούτε και ημείς ηδυνάμεθα να τους κτυπήσωμεν, διότι δεν μας εσύμφερεν ο τόπος, την επερχομένην εκίνησαν οι εχθροί, αφού την ίδιαν νύκτα έστειλαν τριακόσιους καλούς στρατιώτας και τους εκτύπησαν εις τες Φατιές και διάβαινον μέσω της Κάπελης εις Λάλα, δεν ετόλμησαν να απεράσουν κατά το σχέδιόν τους από το γιοφύρι του Βιδιακιού προς την Περαμεριάν, διότι οι Έλληνες τους εκτύπησαν, τους εκτύπησαν και από τα οπίσθια φονεύσαντες 25, συνέλαβον και τρεις ζώντας και δύο άτια. Η εμπροσθοφυλακή μου έφθασεν εις Νεμούταν, την οποίαν καύσασα ηθέλησαν ν’ απεράσουν από το γιοφύρι της Νεμούτας, άλλ’ ευρεθέντες εξεπίτηδες οι Νεμοντιάνοι και ο Παπαγεωργάκης παρ’ εμού απεσταλμένος εις τα εκεί, τους εκτύπησαν και ωπισθοδρόμησαν, εκοιμήθησαν απόψε εις του Λάλα και φαίνεται το κατά τας Λιοδώρας σχέδιόν τους βλέποντας το στράτευμα μας εματαιώθη, σήμερον πληροφορούμεθα ότι θέλει τραβίξομεν δια την Δίβρην, την οποίαν εκρίναμεν αναγκαίον να ζητήσωμεν διαταγήν του Αρχιστρατήγου να την καύσωμεν, επειδή το παράδειγμα αυτής θέλει επιφέρει και πολλά άλλα, καθ’ ότι εν σημαντικόν μέρος και οι άνθρωποι είναι όλοι με ιδέαν και προκομμένοι, ώστε ο απλούς λαός βλέποντάς τους με τοιάυτα ολέθρια πνεύματα, ημπορούν ευκόλως να ενδώσουν εις το κακόν, ο Στρατηγός Χρύσανθος Σισίνης ευρίσκεται μαζή του, το στράτευμά του εξαιτίας των εχθρών διελύθη και ήδη ακολουθεί μετ’ εμού, ο θείος μου αφού υπήγε κατά των προσκυνημένων επιστρέφει ως μανθάνομεν προς ταύτα τα μέρη, δεν εξεύρω τι κατόρθωσαν εκείθεν να σε ιδεάσω. Ο Αρχιστράτηγος στοχάζομαι να έφθασε κατά το Μέγα Σπήλαιον, απ’ αυτόθεν είμαι περίεργος και ενταυτώ ανυπόμονος να με πληροφορήσετε τα τρέχοντα, και τα περί του εχθρικού στόλου, και δια εκείνους των τριών δυνάμεων και του ημετέρου που ευρίσκονται, και τι κάμνουν, εν τοσούτω μένω ευσεβάστως.
Τη 22 Σεπτεμβρίου 1827 Μοναστηράκι
Ο υιός σου
Ευγενέστατε αδερφέ
Και προχθές από Πετζάκους σ’ έγραφον ειδοποιώντας σας τα έως τότε η ώρα εκαλούσε, ήδη σε ειοδοποιώ ότι αφού οι εχθροί εβγήκαν από Πάτρας εκινήθησαν αποφασιστικώς δια την Λιοδώραν σχεδιασμένοι παρά των Τουρκοπροσκυνημένων καπεταναίων, αφού επήγαν λοιπόν έως Διβριέϊκα αμπέλια ετοποθετήθησαν εκεί και άρχισαν την διαπραγμάτευσιν του προσκυνείν με τα πλησίον χωριά, και περισσότερον με την Δίβρην, και ως επληροφορήθημεν έκλιναν τον αυχένα. Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης και ο Αποστόλης Κολοκοτρώνης, και με μίαν δύναμιν εδικών μου στρατιωτών οδηγούμενοι με τον Κ. Πανουριάν επήγαν κατόπιν του εχθρού, όπου και του εμπόδισαν πολλά ενάντια κινήματα και οπωσούν τους έβλαψαν, εγώ δε με το υπό την οδηγίαν μου στράτευμα εκινήθην εναντίον των προσκυνημένων χωρίων όπου και εντεύθεν έως τον Ομπλόν, ο φόβος ημών λοιπόν και η αντίστασις του Καπετάν Γενναίου εβίασαν τον εχθρόν να οπισθοδρομήση, όπου εις τας 22 ανεχώρησαν από την τοποθεσίαν των και επήγα εις Πύργον, από εκεί όμως δεν έχομεν πληροφορίαν δια ποίον μέρος σκοπεύουν, δια φήμης πληροφορούμεθα ότι είναι δια το Κάστρον, κατά χρέος δεν ελείψαμεν ν’ αναφερθούμεν προς τον Αρχιστράτηγον κάθε ημέραν, και σήμερον αύριον περιμένομεν διαταγάς του, οδηγώντας μας τι ν’ ακολουθήσωμεν, ημείς προς το παρόν ευρισκόμεθα ενταύθα, ο δε Γενναίος κατά τα μέρη της Περαμεριάς περιμένοντας τας οδηγίας του Αρχιστρατήγου, γράφε μου συνεχώς τα αυτά καθώς και την υγείαν σας.
Την 24 Σεπτεμβρίου 1827. Γουμενίτζα.
Ο Αδελφός
Εκλαμπρότατε γενικέ αρχηγέ
Ερχόμενος προ ημερών εδώ εις Άκοβας, εσύναξα εν γένει όλα τα άρματα του τμήματος τούτου, και αμέσως έστειλα τον αδελφόν μου Κ. Δημητράκην με όλον το σώμα και απέρασεν εις την Πέρα μεριάν και αυτός μεν ευρίσκεται εις Μοναστηράκι και Βελιμάχι με ολίγους, το δε στράτευμα στέκει εις Νεμούταν και Λάλα έως Κούμανη παρατηρών τα κινήματα του εχθρού, οι εχθροί αφού ελεηλάτησαν και κατεπυρπόλησαν την Αγουλινίτζαν και τα κάτω χωριά του Φαναρίου απέρασαν τον Αλφειόν και ήλθον λεηλατώντας τα χωριά της Γούβας, Γαστούνης, και έφθασαν εις την Ώλεναν, εκεί αιχμαλώτισαν έως εξήντα ψυχάς γυναικόπαιδα, απ’ εκεί ήλθαν έως Χελιδόνι, και μη ευρόντες τινά υπέστρεψαν και υπήγον εις Πύργον, και αφού ηφάνισαν και αυτόν και τα πέριξ χωρία, σήμερον με γράφουν από Λάλα οι καπεταναίοι μου, ότι μέρος της καβελαρίας τραβά δια την Γαστούνην, από ένα αλβανόν λαβωμένον οπού έπιασαν εις ένα χωρίον της Γαστούνης ζώντα, επληροφορήθησαν, ότι το κίνημα του εχθρού αποβλέπει δια το Μισολόγγι. …….......
Νοεμβρίου 15, από Βιζίτζη 1825
Ο αδελφός
Κανέλος Δεληγιάννης