Koύρος
Η "Κουρά των αμνών" στο Αντρώνι.
Στην ιστορία, από την αρχαιότητα κιόλας διαφαίνεται η ανάγκη του ανθρώπου για το κοινωνικώς ζειν. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης χαρακτήριζε τον άνθρωπο «ζώον πολιτικό», εννοώντας πρώτα απ’όλα κοινωνικό. Στην κοινωνική συγκρότηση οφείλεται η εξέλιξη, η πρόοδος και ο πολιτισμός του. Στις πρώτες παραδοσιακές κοινωνίες δημιουργήθηκαν δυνατοί δεσμοί, χάρη της αληλοεξάρτησης, που σταδιακά εξελίχθηκαν σε έθιμα. Ορισμένα από αυτά δεν τα άγγιξαν οι μεγάλες ανακατατάξεις των ιστορικών περιόδων.
Τα έθιμα καθώς και ήθη είναι άγραφοι νόμοι διαβίωσης, συνεργασίας, αλληλοβοηθείας και αμοιβαίας ωφέλειας μεταξύ των ανθρώπων, που ρυθμίζουν το κοινωνικό τους βίο.
Στον τόπο μας ένα τέτοιο έθιμο είναι και ο κούρος ή κουρά των προβάτων. Μια διαδικασία δύσκολη αφού χρειάζονται πολλά χέρια με τεχνική ενώ τα πρόβατα πολλές φορές είναι δύστροπα. Προηγείται ο κολόκουρος (το κούρεμα στην ουρά και στην κοιλιά) στην αρχή της Άνοιξης ενώ στις αρχές του καλοκαιριού, τον Ιούνιο, γίνεται η ολική κουρά. Αυτό γίνεται για να «ξαλαφρώσουν» τα ζώα για να μην υποφέρουν από την καλοκαιρινή ζέστη. Άλλοτε οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν το μαλλί, που ήταν πολύτιμη πρώτη ύλη, για την παρασκευή υφασμάτων στη ρόκα και στον αργαλειό.
Ο κάθε κτηνοτρόφος ορίζει την ημερομηνία της κουράς και προσκαλεί συγγενείς και φίλους που πρόθυμα συμμετέχουν. Μόνη ανταμοιβή το κέρασμα που στο τέλος της εργασίας καταλήγει σε πλούσιο φαγοπότι και μεγάλο γλέντι. Αυτές οι σχέσεις συνδέουν τους κατοίκους μας με θεσμούς έξω από οικονομικά συμφέροντα αλλά με την ηθική υποχρέωση, αξία που δημιουργεί δυνατές φιλίες και συνεργασίες.
Παρόμοιοι θεσμοί που χάθηκαν πριν διαβρωθούν από το χρήμα είναι ο θερισμός, το αλώνισμα, ο σπάρτος, το σφάξιμο των γουρουνιών την τσικνοπέμπτη, η σεμπριά, το σμίξιμο των ζώων, η προσωπική εργασία (κατασκευή δρόμων, γεφυριών, εκκλησιών, σπιτιών), το στήσιμο του αργαλειού, το βιλάρι( στημόνι) και πολλά άλλα που κινδυνεύουν να ξεχαστούν από αυτό που λέμε σήμερα τεχνικό πολιτισμό.
Βρεθήκαμε το Σάββατο 16-6-07 το πρωί στο γρέκι(μαντρί) της Αθανασίας Πανούτσου στην Καστανίτσα και πήραμε μια γεύση από την όμορφη γιορτή της κουράς που μέσα από λίγες εικόνες θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε και να σας θυμίσουμε.
Ιούνιος 2007
κω/πα
{google}-5894662655403973849{/google}
{google}-3096668003082684282{/google}
Ποιμενική Ζωή
…………Οι βοσκοί παλιά, όταν φυλάγανε τα ζα, το λαλούσανε (=τραγουδούσαν) ή φτιάνανε γκλίτσες και τις βάνανε κεντίδια (=τις σκαλίζανε) και κάνανε τετράγωνα και τρύπες και γινόσαντε αλλιώτικη η καθεμιά. Και ξέρανε πολλά τραγούδια και του τραπεζιού και του χορού και τα λέγανε κει που πηγαίναν.
Π.χ. «Γεννήσανε τα πρόβατα και κάνανε αρνάκια
Βλάχα με τα σκαρπινάκια……
Ο τσοπάνης γνώριζε όλα του τα πράματα (=ζώα) από τα σημάδια που είχανε και τους έδινε ονόματα. Άμα ήταν κανένα ξεχωριστό, του κρέμαγε μεγαλύτερο τσοκάνι και με πιο ωραίο ήχο. Στα περσότερα όμως κρεμούσε όμοια τσοκάνια και ακουγόσαντε σ’ ούλο τον τόπο κι ήτανε το καμάρι της στάνης, αυτό π’ ακουγόσαντε. Ονόματα τους έδινε όπως : μετσίνα, κόμπα, ζέμπα, τινεντένια.
Πρόσεχε πολύ να μη τα πιάσει το μάτι και ματιαστούνε, γιατί κι αυτά ματιάζονται, όπως οι άνθρωποι. Άμα όμως ματιαστεί κάνα ζο, φωνάζουνε κάποια που να ξέρει να βάνει κάρβουνα ή λάδι και ξεματιάζει το ζο ή άμα καμιά ξέρει ξόρκια, τη φέρνουνε και τα λέει. Κάποτε στο χωριό, ένας παπάς δεν ήθελε να κοινωνήσει μια ανιψιά του πο ‘λεγε (=που έλεγε) ξόρκια και γιάτρευε τα ζά, γι’ αυτό κι αυτή δεν πήγε στο μουλάρι του και το άφηκε να ψοφήσει. Με τα ξόρκια ό,τι και να’χει το ζο, περνάει.
Διαφορετικά πηγαίνανε τα ζα στην εκκλησιά και τα γυρνάγανε τρεις φορές γύρω γύρω από την εκκλησιά και τα βάνανε να πιλαλάνε (=τρέχουν). Αρρωσταίνανε τα πρόβατα καμιά φορά και άμα του Αη Βασιλιού έβρεχε, τη μέρα π’ αρχίζει ο χρόνος, πιάνανε βδέλλα και αδυνατίζανε. Όταν κάποιο ζο ήτανε άρρωστο, του κόβανε λίγο το αυτί για να τρέξει λίγο αίμα και γινότανε καλά……….