Έρευνα καταγραφή Ηλίας Τουτούνης
Το χάνι, είναι λέξη με περσική προέλευση και υποδηλώνει χώρο προσωρινής διαμονής (πανδοχείο), ο οποίος βρισκόταν σε λειτουργικά σημεία οδικών αρτηριών με εμπορική, στρατηγική ή άλλου είδους σημασία. Ο θεσμός έχει τις ρίζες του στο περσικό επικοινωνιακό σύστημα της περιόδου των Αχαιμενιδών (Avahana). Αργότερα, ήσαν οι πρόδρομοι των μουσουλμανικών χανιών συναντώνται κατά την αρχαία ελληνική περίοδο, που διατηρούνται σε ακμή και κατά τα βυζαντινά χρόνια.
Τα χάνια, ήταν φτιαγμένα σε κάποια επιλεγμένα συγκεκριμένα σημεία ενός δρόμου, για να καλύπτουν τις απαιτούμενες ανάγκες των μετακινουμένων και των υποζυγίων τους, σε προσωρινή ανάπαυση, σίτιση, διασκέδαση, πολλές φορές εμπορικές συναλλαγές διανυκτέρευση, συνοικέσια και ιδίως ασφάλεια. Συνήθως τα χάνια ήσαν τοποθετημένα σε διάφορα επιλεγμένα σημεία, μακριά από κατοικημένους χώρους, σε εμπορικές αρτηρίες και ιδίως κοντά σε γεφύρια ή περάσματα ποταμών, σε στενά περάσματα βουνών, σε διάσελα, σε μεμονωμένες πηγές περασμάτων και σε σημεία στρατηγικής σημασίας.
Στις Ελληνικές περιοχές τα χάνια ακολούθησαν, σε γενικές γραμμές, την εξελικτική πορεία στον ευρύτερο χώρο του Οθωμανικού κράτους. Ο θεσμός αναπτύχθηκε διαφορετικά, από τόπο σε τόπο, ανάλογα με τον βαθμό της οικονομικής ανάπτυξης. Κατά την τουρκοκρατία τα χάνια αναπτύχθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν για να καλύψουν τις αυξανόμενες ανάγκες των ταξιδιωτών και των εμπόρων.