Ήμουν στην Εθνοφρουρά (1948) όταν πρωτοπέρασα από τα δάση της Φολόης και σκαρφάλωσα στα βουνά της Ακρωρείας και Λαμπείας. Ήταν τότε χειμώνας καιρός και ο τόπος γεμάτος χιόνια, γύμνια και κατήφεια. Η πίκρα και τα βάσανα του ανταρτοπόλεμου δεν μου έδωσαν ούτε τον καιρό, ούτε το κέφι να καλοκοιτάξω τούτα τα μέρη ούτε και να ασχοληθώ με τα ενδιαφέροντά τους.
Τούτο όμως το καλοκαίρι με τράβηξαν κατά τούτα τα μέρη και τα γύρω από τη Φολόη μυθεύματα της αρχαίας μας μυθολογίας και τα αρχαιολογικά της κατάλοιπα και οι επίμονες προσκλήσεις φίλου των Ηλειακών κι αποφάσισα να τα επισκεφθώ και να τα μελετήσω.