Καλώς ορίσατε στην αρχαιότερη ιστοσελίδα της Ηλείας, στο Αντρώνι και στην Ορεινή Ηλεία.

Είναι οι κατάφυτες διαδρομές μέσα στις βελανιδιές και στα πλατάνια στο κέντρο της Κάπελης με τις απόκρημνες πλαγιές, τα σκιερά φαράγγια με τις πολλές σπηλιές, τους καταρράκτες, τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, με τις δροσερές πηγές και τα καθαρά ποτάμια... Με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα νόστιμα φαγητά και το καλό κρασί, τα αρχοντικά γλέντια και τους φιλόξενους κατοίκους.

Ακροβολισμοί και αψιμαχίες στα Διβριώτικα Αμπέλια

Ο Ιμπραήμ πασάς σχεδίαζε να υποτάξει την Γορτυνία και να εγκαταστήσει φρουρά στην Καρύταινα, η οποία ήταν ακόμη ελεύθερη, για να ενθαρρύνει τους προσκυνημένους Πυργιώτες, Φαναρίτες και όσους Καλαβρυτινούς και Πατρινούς επέμεναν στο προσκύνημα. Ακόμη κάλεσε τον Ντελή - Αχμέτ και τον τουρκοπροσκυνημένο καπετάν Δημήτρη Νενέκο από την Ζουμπάτα να τον βοηθήσουν. Έτσι θα εξασφάλιζε την ελεύθερη επικοινωνία με την Αχαΐα και Ηλεία.

Ο Ντελή - Αχμέτ με τον Δημήτριο Νενέκο και με 2.000 άνδρες Αιγυπτίους και προσκυνημένους, κίνησαν από την Γαστούνη με σκοπό να αφανίσουν τους απροσκύνητους, της Βόρειας ημιορεινής και ορεινής Ηλείας[1]. Σχεδόν ανενόχλητοι πέρασαν από την Πηνεία την Ωλένη, την Φολόη και κατευθύνθηκαν προς την Δίβρη. Στην θέση Καλλιμάνι και Διβριώτικα Αμπέλια, δεν κατόρθωσαν να περάσουν, γιατί εκεί συνάντησαν την γενναία αντίσταση των οπλαρχηγών της Ορεινής Ηλείας.

Οι ντόπιοι πολεμιστές που ήσαν οι Διβριώτες του Αγγελή Πετραλιά, του ηγούμενου Παρθενίου της Άνω Μονής Δίβρης, του Ρόδη Μερκούρη, του Χρυσανθάκη Αθανασόπουλου και άλλων καπεταναίων με τα παλικάρια τους, είχαν ακροβολισθεί, στις θέσεις στου Καλλιμάνι και στα Διβριώτικα Αμπέλια. Όταν οι Τούρκοι έφθασαν εκεί κοντά στην Δίβρη[2], ο Γενναίος Κολοκοτρώνης βρισκόταν στο Λιβάρτζι. Γράφει ο Γενναίος:[3]“…Αφού υπήγαν στα αμπέλια τους, αμέσως επροσκύνησαν και επρόφθασε και ο Γενναίος έπειτα από τρεις ώρες και εστρατοπέδευσεν ο Γενναίος απέναντι των Τούρκων μία ώρα…” Τα δε κύρια σώματα του Γεωργίου Σισίνη, του Δημητράκη Πλαπούτα και του Γενναίου Κολοκοτρώνη, είχαν λάβει θέσεις πίσω από τους ακροβολισμένους, για να επικουρούν σε περίπτωση που διασπούσε η πρώτη αμυντική γραμμή.

Όταν έφθασαν οι προφυλακές των τουρκοαιγυπτίων, με τους προσκυνημένους στα Διβριώτικα Αμπέλια, δέχθηκαν τα πυρά των ακροβολιστών και πολλοί εξ αυτών λαβώθηκαν. Επεχείρησαν συντονισμένη επίθεση, άλλ’ αποκρούστηκαν. Αντιλαμβανόμενοι το ορεινό και δύσβατο της περιοχής, δείλιασαν, φοβούμενοι μήπως εγκλωβισθούν και εστράφησαν πάλι προς τα μετόπισθεν, εγκαταλείποντας την αρχική τους πρόθεση να περάσουν από την Δίβρη, όπου και καταδιώχθηκαν από τα επαναστατικά στρατεύματα, που αμύνθηκαν εκεί.

Τα γεγονότα και τις κινήσεις του Γενναίου τις αναφέρει ο ίδιος σε μια επιστολή προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στις 22 Σεπτεμβρίου 1827 από το Μοναστηράκι της Γορτυνίας:[4]

“Σεβαστέ μου Πάτερ 

Προσμένω εις δύο γράμματά μου απόκρισίν σου και είμαι ανυπόμονος να τας λάβω ως αναγκαίας εγώ καθώς σου προέγραφον εσύναξα τους επαρχιώτας και κατά τας διαταγάς του Αρχιστρατήγου υπήγα εις Κάπελην,

ένθα την ιδίαν ημέραν επληροφορήθην και τον ερχομόν του Αρχιστρατήγου εις Διακοπτόν και τους εχθρούς εις Κάπελην, ο θείος μου ευρισκόμενος εις Πετζάκους με το σώμα του με ηνάγκαζε να κινηθώμεν συμφώνως κατά των προσκυνημένων, εγώ βλέποντας την βλάβην την οποίαν οι εχθροί επροξένουν εις τα μέρη της Κάπελης, και βεβαιωθείς ενταυτώ ότι απεκεί ήθελον απεράσει εις την Παραμερίαν και Λειοδώραν, εξεκίνησαν αμέσως και έφθασαν το εσπέρας εις Τριπόταμον, οι εχθροί ήσαν τεντωμένοι εις τα Διβραίικα αμπέλια και απειλούσαν την Δίβρην οι δε Διβραίοι έδωσαν λόγον προσκυνισμού, και ετελείωσαν τας συμφωνίας των, ομοίως και όλα τα χωριά της Κάπελης εκτός των Κουμαναίων και Αντροναίων, τους οποίους εγύμνωσαν από όλα τα υπάρχοντά των μείναντες μα τα σώματα ξηρά, το κακό τούτο έφθασε και εις το Βιδιάκι, δεν επρόφθασεν όμως να τελειώση, διότι εγώ έφθασα αμέσως εκεί και εμποδίσθη το κακόν, οι εχθροί μολονότι εις διάστημα τουφεκιού μας, αλλ’ ούτε και ημείς ηδυνάμεθα να τους κτυπήσωμεν, διότι δεν μας εσύμφερεν ο τόπος, την επερχομένην εκίνησαν οι εχθροί, αφού την ίδιαν νύκτα έστειλαν τριακόσιους καλούς στρατιώτας και τους εκτύπησαν εις τες Φατιές και διάβαινον μέσω της Κάπελης εις Λάλα, δεν ετόλμησαν να απεράσουν κατά το σχέδιόν τους από το γιοφύρι του Βιδιακιού προς την Περαμεριάν, διότι οι Έλληνες τους εκτύπησαν, τους εκτύπησαν και από τα οπίσθια φονεύσαντες 25, συνέλαβον και τρεις ζώντας και δύο άτια. Η εμπροσθοφυλακή μου έφθασεν εις Νεμούταν, την οποίαν καύσασα ηθέλησαν ν’ απεράσουν από το γιοφύρι της Νεμούτας, άλλ’ ευρεθέντες εξεπίτηδες οι Νεμουτιάνοι και ο Παπαγεωργάκης παρ’ εμού απεσταλμένος εις τα εκεί, τους εκτύπησαν και ωπισθοδρόμησαν, εκοιμήθησαν απόψε εις του Λάλα και φαίνεται το κατά τας Λιοδώρας σχέδιόν τους βλέποντας το στράτευμα μας εματαιώθη, σήμερον πληροφορούμεθα ότι θέλει τραβίξομεν δια την Δίβρην, την οποίαν εκρίναμεν αναγκαίον να ζητήσωμεν διαταγήν του Αρχιστρατήγου να την καύσωμεν, επειδή το παράδειγμα αυτής θέλει επιφέρει και πολλά άλλα, καθ’ ότι εν σημαντικόν μέρος και οι άνθρωποι είναι όλοι με ιδέαν και προκομμένοι, ώστε ο απλούς λαός βλέποντάς τους με τοιάυτα ολέθρια πνεύματα, ημπορούν ευκόλως να ενδώσουν εις το κακόν, ο Στρατηγός Χρύσανθος Σισίνης ευρίσκεται μαζή του, το στράτευμά του εξαιτίας των εχθρών διελύθη και ήδη ακολουθεί μετ’ εμού, ο θείος μου αφού υπήγε κατά των προσκυνημένων επιστρέφει ως μανθάνομεν προς ταύτα τα μέρη, δεν εξεύρω τι κατόρθωσαν εκείθεν να σε ιδεάσω. Ο Αρχιστράτηγος στοχάζομαι να έφθασε κατά το Μέγα Σπήλαιον, απ’ αυτόθεν είμαι περίεργος και ενταυτώ ανυπόμονος να με πληροφορήσετε τα τρέχοντα, και τα περί του εχθρικού στόλου, και δια εκείνους των τριών δυνάμεων και του ημετέρου που ευρίσκονται, και τι κάμνουν, εν τοσούτω μένω ευσεβάστως.

Τη 22 Σεπτεμβρίου 1827 Μοναστηράκι     Ο υιός σου Ιωάννης Θ. Κολοκοτρώνης”

“Ευγενέστατε αδερφέ

Και προχθές από Πετζάκους σ’ έγραφον ειδοποιώντας σας τα έως τότε η ώρα εκαλούσε, ήδη σε ειοδοποιώ ότι αφού οι εχθροί εβγήκαν από Πάτρας εκινήθησαν αποφασιστικώς δια την Λιοδώραν σχεδιασμένοι παρά των Τουρκοπροσκυνημένων καπεταναίων, αφού επήγαν λοιπόν έως Διβριέϊκα αμπέλια ετοποθετήθησαν εκεί και άρχισαν την διαπραγμάτευσιν του προσκυνείν με τα πλησίον χωριά, και περισσότερον με την Δίβρην, και ως επληροφορήθημεν έκλιναν τον αυχένα. Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης και ο Αποστόλης Κολοκοτρώνης, και με μίαν δύναμιν εδικών μου στρατιωτών οδηγούμενοι με τον Κ. Πανουριάν επήγαν κατόπιν του εχθρού, όπου και του εμπόδισαν πολλά ενάντια κινήματα και οπωσούν τους έβλαψαν, εγώ δε με το υπό την οδηγίαν μου στράτευμα εκινήθην εναντίον των προσκυνημένων χωρίων όπου και εντεύθεν έως τον Ομπλόν, ο φόβος ημών λοιπόν και η αντίστασις του Καπετάν Γενναίου εβίασαν τον εχθρόν να οπισθοδρομήση, όπου εις τας 22 ανεχώρησαν από την τοποθεσίαν των και επήγα εις Πύργον, από εκεί όμως δεν έχομεν πληροφορίαν δια ποίον μέρος σκοπεύουν, δια φήμης πληροφορούμεθα ότι είναι δια το Κάστρον, κατά χρέος δεν ελείψαμεν ν’ αναφερθούμεν προς τον Αρχιστράτηγον κάθε ημέραν, και σήμερον αύριον περιμένομεν διαταγάς του, οδηγώντας μας τι ν’ ακολουθήσωμεν, ημείς προς το παρόν ευρισκόμεθα ενταύθα, ο δε Γενναίος κατά τα μέρη της Περαμεριάς περιμένοντας τας οδηγίας του Αρχιστρατήγου, γράφε μου συνεχώς τα αυτά καθώς και την υγείαν σας.

Την 24 Σεπτεμβρίου 1827. Γουμενίτζα.

 Ο Αδελφός”

ΟΙ ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΙ

Το τι κακό μωρέ, που γίνηκε τούτο το καλοκαίρι,

Μπραΐμης ν’ εκίνησε μ’ ούλο του τ’ ασκέρι.

Πάτησε χώρες μωρέ και βουνά, χωριά και βιλαέτια.

Κι’ ούλα τον προσκύνησαν, κι ούλα τον προσκυνάνε.

μον’ δυο χωριά περήφανα, προσκύνημα δεν παίρνουν,

τ’ Αντρόνι και το Κούμανι, της Κάπελης οι πόρτες.

’Κείνα δεν προσκυνήσανε, προσκύνημα δεν ξαίρουν.

Και του Μπραΐμη του κακοφάνηκε, δεν το ’λπιζε ο μαύρος.

Στέλνει ν’ ασκέρι δυνατό, φτούνο τον Ντελή Αχμέτη

Να κάψει το μαύρο Κούμανι, να γδύσει και τ’ Αντρώνι.

Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Πρώτοι έφυγαν οι Τούρκοι από του Λάλα και κατόπιν ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, οι Τούρκοι τράβηξαν κατά την Γαστούνη, ενώ ο Γενναίος μετέβη στον Πύργο για να τιμωρήσει αυτούς που προσκύνησαν τον Ιμπραήμ πασά. Αυτοί ειδοποιήθηκαν από τους Καραμεραίους ότι έρχεται ο Γενναίος και ιδιαίτερα ειδοποίησαν τον Λυκούργο Κρεστενίτη και αυτός φοβούμενος τις συνέπειες κατέφυγε στις ακτές και με πλοίο μπαρκάρισε για την Ζάκυνθο. Ο Γενναίος τότε διέταξε και του έκαψαν τα σπίτια του. Στην Ηλεία προδότες κατεγράφησαν οι: Ο Πρώην Λαρίσσης Κύριλλος (τοποτηρητής Ήλιδος), Γιάννης Κρεστενίτης, Στάθης Μανωλόπουλος, Διονύσιος Σκούφος, Γιαννάκης Τζεκούρας, Ανδρέας Πεταλάς, Γιώργηςς Μπεκιάρης, Δημήτρης Γκάμας, Κωνσταντίνος Καρνέζης, Γιάννης Ψαριώτης και Φώτης Λευκαδίτης.

 Υποσημειώσεις:

[1] Αναστόπουλος Β. Νίκος, «Η Δίβρη της Ηλείας στο διάβα των αιώνων», σελίδα 248, Έκδοση της βιβλιοθήκης του Πνευματικού Κέντρου της Πανελληνίας Εκπολιτιστικής Ένωσης Λαμπειέων – Διβριωτών Ηλείας, Δίβρη 1994.

[2] «Ο Πύργος και η Ηλεία στην επανάσταση και στα χρόνια του Καποδίστρια», Κωνσταντίνος Γρηγ. Κυριακόπουλος, Β΄ τόμος, σελίδα 673, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηλείας 2003.

[3] «Απομνημονεύματα Κολοκοτρωναίων», Εκδόσεις Νάστου, Στρατηγός Γενναίος Κολοκοτρώνης, σελ. 183.

[4] «Απομνημονεύματα Κολοκοτρωναίων», Εκδόσεις Νάστου, Στρατηγός Γενναίος Κολοκοτρώνης, σελ. 544.

Πηγή: "Τα πολεμικά γεγονότα στην Ηλεία κατά την εθνεγερσία του 1821" - Βιβλίο από τους Η.Τουτούνη – Κ. Παπαντωνόπουλο


Εκτύπωση   Email

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση

Κεντρική Σελίδα

Ο Τόπος μας

Παράδοση

Πολυμέσα

Ιστορία

Αναδημοσιεύσεις

Free Joomla! templates by Engine Templates