Χάρτης του 18ου αιώνα που αναγράφει μόνο το Καλλιμάνι
Το πιο πιθανόν είναι, ότι χάρτης τυπώθηκε κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1821 τότε που είχε στρατοπεδεύσει ο Ιμπραήμ στο Καλλιμάνι ή κατόπιν όταν ο ίδιος είχε κάψει τα απροσκύνητα χωριά μας γι' αυτό δεν αποτυπώθηκαν στο χάρτη.
Το Καλλιμάνι σήμερα είναι μικρός συνοικισμός που μαζί με την Μπαρμπότα- (Αμυγδαλή) ανήκει στην κοινότητα Λαμπείας του δήμου Αρχαίας Ολυμπίας.
Τον χάρτη έστειλε στην σελίδα, ο φίλος μας Ηλίας Τουτούνης, λαογράφος - συγγραφέας.
Ο ΒΓΕΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΥΜΠΑΝ – ΑΓΑΣ ή ΡΟΥΜΠΑΝΗΣ
Γράφει ο Τουτούνης Ηλίας
Ο Ρουμπάν- Αγάς ή Ρουμπάνης* ήταν ο τελευταίος αγάς του Μπεντενίου (σημ. Πεύκη Ωλένης), με έδρα πρότερο το χωριό Κλειντιά. Ήταν συγγενής του Ραΐτ και του Χασάν Φειδά, όμοιος προς αυτούς, με θηριώδη ένστικτα, κακοηθέστατος πλην δειλού χαρακτήρα, και ως εκ τούτου οι Χριστιανοί ουδόλως τον υπολόγιζαν, μετά του οποίου όμως πάντοτε ευρίσκοντο σε φιλικές σχέσεις.
Είχε ανάκτορο προς το βόρειο μέρος του χωριού και κοντά στο δάσος της Φολόης, μικρό μεν αλλά κομψό και επιπλωμένο. Ήταν και αυτός άγριος διώκτης των ωραίων γυναικών, διατηρούσε πολυπληθές χαρέμι από ωραίες και νεαρές χριστιανοπούλες. Τότε συνέβη επεισόδιο, με ένα γενναίο και ωραίο νέον ονόματι Βγενή, για μια ωραία Μπεντενοπούλα (κοπέλα εκ Μπεντενίου).
Ο Βγενής ήταν εραστής μιας ωραίας χωριατοπούλας, (όπου κατά την παράδοση την Έλεγαν Ελένη), την οποίαν ο Αγάς προόριζε για το χαρέμι του. Αλλά για να την πάρει δια της βίας φοβούταν τον Βγενή και δια τούτο έπρεπε με κάθε τρόπο να τον εκδιώξει. Να τον δολοφονήσει ήταν δύσκολο για τον προσεκτικό Βγενή. Τότε εμηχανεύθη το εξής:
Απέστειλε τον Βγενή με εμπιστευτική επιστολή στον Αγά της Τρίπολης συγγενή του, εις τον οποίον έγραφε ότι ο κομιστής Βγενής για κανένα λόγο δεν πρέπει να επιστρέψει στο Μεντένι, διότι είναι επικίνδυνος και άσπονδος εχθρός του. Ο Βγενής, νέος τότε είκοσι χρονών, ταχυπόδαρος μέχρι απίστευτου βαθμού, έλαβε την επιστολή ανύποπτος για το περιεχόμενό της και πολύ προ της ανατολής του ήλιου αναχώρησε για την Τρίπολη, όπου- στ’ αλήθεια- έφθασε τις βραδινές ώρες, αφού διάνυσε την τεράστια αυτή απόσταση σε διάστημα μόνον λίγων ωρών, και αμέσως του επετράπη να εισέλθει εις τον Αγά στον οποίο του παρέδωσε την επιστολή. Ο Αγάς κατάπληκτος από την ημερομηνία δια την τόση ταχεία άφιξη από το Μπεντένι στην Τρίπολη και μη θέλοντας να πιστέψει τούτω, ερώτησε με απειλές τον Βγενή για να βεβαιώσει πότε έλαβε την επιστολή και πότε αναχώρησε από το Μπεντένι προς την Τρίπολη.
Μετά από τις διαβεβαιώσεις του, ότι έφθασε αυθημερόν, διέταξε αντί να τον κακοποιήσουν, να τον περιποιηθούν, να του δοθούν τροφές και να παραμείνει επί ημέρες για να ξεκουραστεί. Κατά την αναχώρηση του έδωσε μια επιστολή για τον Ρουμπάνη, στην οποίαν έγραφε: «Τέτοια παλικάρια δεν τα χαλάνε!»**
Μάχη στο Λαντζόι 10 Μαΐου 1821 ~ Θάνατος Χαράλαμπου Βιλαέτη
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΑΝ. ΤΟΥΤΟΥΝΗ & ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ «ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΗΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ ΤΟΥ 1821 (ΜΑΧΕΣ ~ ΑΨΙΜΑΧΙΕΣ ~ ΝΑΥΜΑΧΙΕΣ»
Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ως αρχηγός των Ηλειακών επαναστατικών στρατευμάτων, είχε αρχικά σκεφθεί και αποφασίσει να πολιορκήσει το Λάλα, όπου εκεί βρισκόταν η κύρια δύναμη των Τούρκων της Ηλεία και ταυτόχρονα η μόνη απειλή. Τότε επικεφαλής 500 Πυργαίων και Ηλείων από τα γύρω χωριά, στρατοπεύδευσε κοντά στο χωριό Στρέφι, το οποίο απείχε τρεις ώρες από το Λάλα. Προς βοήθειάν του έσπευσαν μετά την μάχη της Αγουλινίτσας και περίπου εκατό Τριφύλιοι με οπλαρχηγό τον Δημήτριο Κινά και τον Σταύρο Σαρενίτη από την Σάρενα. Από το Στρέφι ο Βιλαέτης έστειλε σαν προφυλακή 100 Πυργαίους υπό τον Γεώργιο Κόλλια και τους Δημήτριο και Παναγιώτη Καμπάση με τους Ζακυνθινούς. Με αυτό τον τρόπο οι Έλληνες άρχισαν να πορεύονται προς το Λάλα.[1] Ο Λυκούργος Κρεσταινίτης περιγράφει τα γεγονότα:[2]“…Αφού οι εν Κλειδίω με τους Αγουλινιτσάνους κατά τας 24 Απριλίου κατεδίωξαν τους Λαλαίους εστρατοπέδευσαν εις Βολάντζαν, Αγουλινιτσαίοι, Φαναρίται και Αρκάδες έως 600, ο Λυκούργος Παπασταθόπουλος, Πέτρος Μήτσος και Αλέξιος Μοζχούλας με 200 Πυργίους και Αγουλινιτσαίους, κατέλαβον την θέσιν Μπέχρου, αφ’ όπου διαβάντες τον Αλφειόν έκαυσαν το χωρίον Φλώκα, του οποίου οι κάτοικοι είχον μεταβεί εις Λάλα όντες εκ των λεγομένων Μουρτατών, ήγουν εκ των Τούρκων εκείνων, οίτινες ελάμβανον χριστιανάς γυναίκας και τα μεν αρσενικά παιδία περιέτεμον, τα δε θηλυκά εβαπτίζοντο…”
ΣΑΝ ΑΥΡΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ 1821 ΕΓΙΝΕ Η ΜΑΧΗ ΣΤΟΥ ΚΑΤΣΑΡΟΥ ΑΝΤΡΩΝΙΟΥ ΗΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ 1500 ΛΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ 12 ΕΛΛΗΝΩΝ ΥΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΗ ΓΙΑΝΝΙΑ
ΣΑΝ ΑΥΡΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ 1821 ΕΓΙΝΕ Η ΜΑΧΗ ΣΤΟΥ ΚΑΤΣΑΡΟΥ ΑΝΤΡΩΝΙΟΥ ΗΛΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ 1500 ΛΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ 12 ΕΛΛΗΝΩΝ ΥΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΗ ΓΙΑΝΝΙΑ
Να ιδούμε αυτοί οι «μπαγάσηδες» από τον Δήμο Αρχαίας Ολυμπίας, με το βαρύτερο όνομα στον κόσμο όπου ανήκει ο τόπος, θα φιλοτιμηθούν να πάνε να καταθέσουν τουλάχιστον ένα στεφάνι προς τιμήν στην μνήμη των ηρώων, που έδωσαν το αίμα τους, για την ελευθερία της πατρίδας μας;
Μόνον ο πρώην δήμαρχος Λασιώνος κ. Βασίλης Παπαντώνης, σε συνεργασία με τον σύλλογο Ωλονό, αισθανόμενοι την Εθνική Υπερηφάνεια, επανειλημμένα διοργάνωσαν εκδηλώσεις ιστορικής Μνήμης. Μετά την οριστική αποχώρηση του κ. Παπαντώνη δεν ίδρωσε το αυτί του κ. Κοτζιά, που επί δύο θητείες χρημάτισε δήμαρχος Αρχαίας Ολυμπίας. Ελπίζω, πάντα με επιφύλαξη, ότι αύριο ο δήμαρχος κ. Γεωργιόπουλος και το επιτελείο του, θα χαραμίσουν λίγο από τον «πολύτιμο χρόνο τους», να τιμήσουν, έστω απλά αυτούς, αυτούς τους αφανείς ήρωες που ηθελημένα για πολλούς λόγους, απέκρυψε η ιστορία μας;
Εκτός αν επιφυλάσσονται λόγω της πανδημίας διότι το στεφάνι μπορεί να είναι μολυσμένο με τον κορονοϊοό….
Οψόμεθα…!
Προεπαναστατικό επεισόδιο στου Κούμανι
Του Κώστα Παπαντωνόπουλου, Πλίεγκα
Ο Δημητράκης Βερβίτας και ο Γιαννάκης Γεωργόπουλος, και οι δυο τους μπατζανάκια από το Κούμανι, είχανε παγιωμένο στ’ αρρεβωνάδια του μικρού κουνιάδου τους. Την ώρα που ερχόσαντε εκεί στη Βαρυτούρκα απαντηθήκανε με κάνα πεντάρι καβαλαραίους, εκεινού του κερατά του Σεϊντάγα.
Εκείνοι τους ρωτήσανε, από πού ερχόσαντε ρε σκυλιά; Ο ένας από δαύτους τήραξε να ιδεί τι έχει μέσα σ’ ένα μισόσακκο ο Γιαννάκης που ήτανε σφικτοδεμένο στα πισινά κολιτσάκια του σαμαριού, του αλόγου του. Μέσα είχε λίγο καπινό, το πάγαινε στον γέρο πατέρα του τον Ασημάκη.