ΚΛΟΠΗ ΒΟΩΝ ΜΟΣΤΕΝΙΤΣΑ (ΟΡΕΙΝΗ) 6.01.1903
ΚΛΟΠΗ ΒΟΩΝ
Γράφει Ημίν ο εν Πύργω ανταποκριτής:
Η ζωοκλοπή εις τον δήμον Λαμπείας ακμάζει και βασιλεύει εν όλη τη μεγαλοπέπειά της.
Καθά αγγέλλεται εκ Δίβρης εις το χωρίον Μοστενίτσα άγνωστοι έκλεψαν 4 βόας εις τον ιερέα του χωρίου Αυγερινόν Βουτσήν.
Ο αστυνόμος κ. Κάτρης ενεργήσας δραστηρίως ανεκάλυψε τους βους δεδομένους εντός δάσους.
ΜΟΣΤΕΝΙΤΣΑ 6.01.1903
Τα Γουρονοσφάγια της Τσικνοπέμτης
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Η Τσικνοπέμπτη είναι και σήμερα η μέρα της κρεοφαγίας, του ποτού και της διασκέδασης. Σε κάθε αυλή, μαγαζί, μπαλκόνι και ταράτσα κυριαρχούν οι ψησταριές με μεζέδες αλλά και στα μαγαζιά το βράδυ επικρατεί το αδιαχώρητο για να τηρηθεί το έθιμο. Γιορτάζεται 11 μέρες πριν την καθαρά Δευτέρα. Η Πέμπτη όπως είναι γνωστό βρίσκεται ανάμεσα από την Τετάρτη και Παρασκευή, νηστίσιμες μέρες, των Ελληνορθόδοξων. Πήρε το όνομα της από την λέξη «τσίκνα» την ιδιαίτερη μυρωδιά του καμένου - καλοψημένου κρέατος.
Σε όλη την περιφέρεια της Πελοποννήσου, έσφαζαν χοιρινά από τα οποία παρασκεύαζαν διάφορα τρόφιμα, μεταξύ των οποίων πηχτή, τσιγαρίδες, λουκάνικα, και παστό. Έφτιαχναν επίσης αλοιφή, σαπούνι και με το δέρμα του τα γουρουνοτσάρουχα.
Παρόμοιες γιορτές με την Τσικνοπέμπτη έχουν ακόμα και στην ευρώπη όπως οι Γερμανοί, την «Weiberfastnacht», οι Γάλλοι, την «Mardi Gras» κλπ.
Τα χοιροσφάγια ή γουρουνοσφάγια ήταν ένα έθιμο των χωριών της Ορεινής Ηλείας που κράτησε ως και την δεκαετία του 1970. Από εκεί και ύστερα ως σήμερα έχει σχεδόν εκμηδενιστεί και σπάνια ακούγονται σκουσμάρια από γουρούνια.
ΚΟΨΙΔΙ
Πολλές φορές ακούμε την λέξη «κοψίδι» και όλοι εννοούμε κάποιο κομμάτι, κρέας ή μεζέ, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, από οποιοδήποτε σφάγιο.
Κατά την ημέρα που έσφαζαν παλιά τα γουρούνια, κυρίως τα Χριστούγεννα και τις Αποκριές, επειδή αυτά ήσαν χρονιάρικα (ηλικίας ενός χρόνου) και μπορεί και περισσότερο συνήθως ήσαν μεγάλα δηλαδή από 100 οκάδες και πάνω, τότε καλούσαν φίλους, συγγενείς και γείτονες να συνδράμουν ώστε να το γονατίσουν ξαπλώσουν στο κάτω στο έδαφος. Η διαδικασία του ξαπλώματος άρχιζε με συνεχόμενο χάϊδεμα και ξύσιμο στην κοιλιακή χώρα και αυτό έπειτα από λίγα λεπτά ξάπλωε κάτω το έδαφος. Αμέσως το έπιαναν οι άνδρες να το κρατήσουν σταθερό και ο σφάχτης με το μαχαίρι να του κάνει την τομή στον λαιμό. Η βοήθεια των ανδρών χρειάζονταν περισσότερο μέχρι να ξεψυχήσει το σφάγιο και λιγότερο κατά το κρέμασμα, το γδάρσιμο και το ξεκοίλιασμα.
Όταν έσφαζαν γουρούνι προέβαιναν σε μια ιεροτελεστία, κι αυτό το αντλούμε από τις ενέργειες που τελούσαν όταν λιγοψυχούσε το σφάγιο. Τότε του έβαζαν στο στόμα ένα λεμόνι και μετά το λιβάνιζαν και τότε όλοι εύχονταν, «Καλό- φάγωτο», «Του χρόνου τρανύτερο», «Καλές Γιορτές», «Μπουκιά και χόρταση» κ.λπ. Μόλις ξεψύχαγε, ο σφάχτης του έκοβε τον καρύτζαφλο (λάρυγγα) και αφού προηγουμένως είχε ανάψει φωτιά η νοικοκυρά του ιδιοκτήτη του χοιρινού, έριχναν τον καρύτζαφλο επάνω στα κάρβουνα να ψηθεί για να πιουν ένα ποτήρι κρασί οι παρευρισκόμενοι, να δώσουν τις ανάλογες ευχές και να δοκιμάσουν από το σφάγιο.
ΧΑΤΖΗΣ, Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΑΝΤΑΡΤΗΣ ΠΟΥ ΕΠΕΣΕ ΣΤΟ ΑΝΤΡΩΝΙ
Για να τσιγκλήσουμε τις μνήμες των συγχωριανών μας αφήσαμε πριν λίγες μέρες στον τοίχο μας στο facebook το παρακάτω κείμενο:
(ήταν γενναία γυναίκα) πήρε την πρωτοβουλία ενώ κανένας δεν τολμούσε και έβγαλε τον Χατζή από το ρέμα Νεράκι. Η Γιωργούλα κατέβηκε κάτω, του μάζεψε τα μυαλά στην ποδιά, τον έδεσε και τον τράβηξαν πάνω ό Γιάννης Παπαδημητρόπουλος Κουρατζόγιαννης1898 μαζί με έναν άλλο. Στην συνέχεια τον σήκωσε τον μετέφερε και τον έθαψε στο νεκροταφείο δεξιά στην είσοδο.
Φόνος εξ αμελείας της μικρής Ασήμως στο Αντρώνι το 1907
Γράφει: Ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Εφημερίδα Νεολόγος Πατρών Τρίτη 15 Μαΐου 1907
Φόνος εξ αμελείας
Τηλεγραφεί ο εν Πύργω ανταποκριτής:
«Εις το χωρίον Αντρώνι της Λαμπείας ο οκταετής παις Παν. Μπαντούνας εφονευσε εξ αμελείας την συνομήλικον κόρη Ασήμω Νικολάου Κοτσάφτη».
Δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το παραπάνω δυσάρεστο περιστατικό. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας ο 8χρονος Παναγιώτης Μπαντούνας θα είχε γεννηθεί το 1899 ο οποίος δεν συμπίπτει με τα αρχεία μας. Βρίσκουμε το ίδιο όνομα, Παναγιώτη του Λεωνίδα λίγο πάρα πίσω με χρονολογία γέννησης το 1896.