Ο ΑΝΑΤΙΚΛΩΤΗΣ ΤΗΣ ΣΤΕΓΗΣ
Λαογραφική συλλογή, επιμέλεια Ηλίας Τουτούνης
Μέχρι τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, οι κάτοικοι κάθε τόπου, για ν’ αναγείρουν κάποιο κτίριο, αποτάθηκαν και αξιοποίησαν τα ντόπια οικοδομικά υλικά. Ο λόγος ήταν η πολυδάπανη, η κοπιαστική και η αδύνατη μεταφορά των αναγκαίων οικοδομικών υλικών, λόγω του της αδυναμίας της μεταφοράς των λόγω του ανάγλυφου του εδάφους.
Στην ανέγερση των κτιρίων τους, κατά τόπους, λαμβάνονταν πάντα υπ’ όψιν κυρίως οι καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στον τόπο, τα προσφερόμενα από την φύση υλικά κατασκευής, ακόμη και η αμυντική ή σεισμική θωράκιση που απαιτούσε η θέση του οικισμού. Στις ορεινές περιοχές χρησιμοποιούσαν κυρίως την πέτρα, ενώ στα ημιορεινά και πεδινά την πέτρα και το χώμα. Όπου δεν υπήρχε καθόλου πέτρα τότε αποτείνονταν μόνον και μόνον στο χώμα.
Γιάρμενα: Σύγχρονη παιδική χαρά πλάι στην Ταβέρνα «Οι Κένταυροι»
Τώρα που βρέθηκε και το φάρμακο…,
εδώ θα την βγάλω τον Αύγουστο, παρά δίπλα στην ταβέρνα του Ταμπουρόγιαννη με τους εξαίσιους μεζέδες και το κρασί των Κενταύρων!
Θα «παρκάρω» τις νεράιδες μου στην μοντέρνα παιδική χαρά που φρόντισε να γίνει ο συνοδοιπόρος μου στον «Ωλονό» Ανδρέας Χρονόπουλος και όχι οι καρεκλοκένταυροι του δήμου Ολυμπίας.
Ελάτε να με βρείτε…,
στην «καρδιά» του δρυοδάσους Φολόης στην Γιάρμενα και το κρασί…, κερασμένο!
Δημοσιεύτηκε αρχικά στο facebook και ακολουθούν ενδιαφέροντά σχόλια:
Σωτήρης Σωτηρόπουλος Κάποια στιγμή θα ανταμώσουμε εκεί στου ακτιβιστή "Ταμπουρόγιαννη" ...Ο φίλος Ανδρέας Χρονόπουλος φρόντισε (καλά ο Δημος "περί άλλα τυρβαζει" και μηχανεύεται) και μπράβο του Ανδρέα. Ήθελα να μάθω πόθεν η δαπάνη για την ωραία Παιδική χαρά;
Νίκος Ζήρος Θα συντονιστούμε, ελπίζω, θέλω να μάθω και να δω...
Δημητρης Παπαντωνης Καλη η ταβέρνα στην γιαρμενα αλα ας φτιάξουν και κάτι στο αντρωνι που το έχουν εγκαταλειπψει
Kostas Papantonopoulos «Θου, κύριε, φυλακήν τω στόματί μου…» ξάδελφε; Συγγενείς σου διαφεντεύουν το Αντρώνι χρόνια τώρα και σύ θα ξέρεις πόσο τηλωμένοι είναι εις βάρος του χωριού βεβαίως - βεβαίως!
Το σαμάρι και η ιστορία του
Άρθρο του Ηλία Τουτούνη λαογράφου
1944 Πανόπουλο: Η σύλληψη, η κακοποίηση και η απόδραση του Νικολάου Στεργιόπουλου.
Γράφει, ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Ο πόλεμος του 1940 όπως αναφέρει και ο φίλος Βασίλης Λαζαράκης, βρήκε τους λιγοστούς κατοίκους του Πανόπουλου (συνοικισμού του Αντρωνίου) που είχε τότενες 7- 8 σπίτια και κάποιες πρόχειρες αγροικίες ποιμένων που πηγαινοέρχονταν από το Αντρώνι.
Στα 1944 η Αγγλική αντικατασκοπεία υπό τον Συνταγματάρχη Κάμπελ και το Λοχαγό Ντόνελ κατασκεύασε ένα πρόχειρο αεροδιάδρομο. Για τις ανάγκες της κατασκευής εκχερσώθηκε και μέρος της Κάπελης ενώ για την ολοκλήρωση του διαδρόμου εργάστηκαν και αρκετοί κάτοικοι από το Πανόπουλο αλλά και ευρύτερα. Ίσως να ήταν ένα αεροδρόμιο το οποίο έγινε για σκοπούς προπαγάνδας, προκειμένου οι Γερμανοί να παραπλανηθούν σε σχέση με τον τόπο απόβασης των συμμάχων, απόβαση η οποία έγινε τελικά στη Σικελία. Ωστόσο οι Άγγλοι αξιωματικοί και στρατιώτες κρύβονταν στα σπίτια, τις αποθήκες και τις καλύβες των περιοίκων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα στις 4 Μάη του 1944 να προσγειωθεί ένα Γερμανικό Στούκας στον πρόχειρο αεροδιάδρομο στο Πανόπουλο. Οι Γερμανοί ξεχύθηκαν προς αναζήτηση των Άγγλων καίγοντας όλα τα σπίτια του χωριού. Οι κάτοικοι φοβισμένοι κρυφτήκανε στα ρέματα για να γλιτώσουν και οι Ραγήδες όπως τους λέγανε, οι "Έλληνες" συνεργάτες των Γερμανών επιδίδονταν σε πλιάτσικο.
Όλα τα παραπάνω, μας είναι λίγο πολύ γνωστά από αφηγήσεις αλλά και από το βιβλίο του Διβριώτη Τάσου Καζάζη όπως θα δούμε παρακάτω.
Εκείνο που δεν γνωρίζαμε είναι ο ηρωισμός του συμπατριώτη και συγγενή μας Νικόλαου Στεργιόπουλου που διαπιστώνεται από τα έγγραφα που μας εμπιστεύτηκε η κόρη του, Λεμονιά Ν. Στεργιοπούλου.
ΑΝΑΛΑΤΟ!
Γράφει ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Ανάλατο[1] λέγανε το βασιλικό λίπος, το μέσα ξίγκι ή την μπόλια του γουρουνιού. Κρατούσαν ένα μέρος του βασιλικού λίπους από το χοιρινό και το έλειωναν ξέχωρα από τα άλλα, χωρίς να το αλατίσουν, γι’ αυτό και λέγεται ανάλατο.
Αυτό το αποθήκευαν σε ένα λαγήνι πήλινο και το χρησιμοποιούσαν στην μαγειρική ως βούτυρο, όταν έφτιαχναν κουραμπιέδες, τηγανίτες και διάφορα άλλα παρασκευάσματα.
Επίσης το χρησιμοποιούσαν για να τσιγαρίζουν τα μακαρόνια, τις χυλοπίτες και αν είχαν μπόλικο και τους περίσσευε το χρησιμοποιούσαν και στην μαγειρική.
Επίσης ένα κομμάτι ανάλατο δεν το έλειωναν το κρατούσαν χώρια και το χρησιμοποιούσαν στη πρακτική ιατρική για εντριβές. Το ζέσταιναν και για να είναι μαλακό και με αυτό έκαναν εντριβές στο μέρος που ένοιωθε πόνους ο ασθενής.
Ακόμη το χρησιμοποιούσαν για να λιπαίνουν τα χέρια τους οι ξωμάχοι όταν ξερόσκαγαν ή κοκάλωναν τον χειμώνα από το κρύο αλλά και από τις διάφορες υπαίθριες χειρωνακτικές εργασίες. Ενώ με αυτό λίπαιναν τις αρβύλες, όπλα, μηχανισμούς, ζώνες, δερμάτινες τσάντες, καπνοσακούλες κ.λπ.
Ανάλατο τάιζαν την έγκυο γυναίκα, για να βγει το παιδί χιονάτο, σαν το λίπος. Έλεγε ένας για κάποια γύφτισσα που είχε παντρευτεί, έναν λαϊκό: «Όσο ανάλατο κι αν φας, άσπρο παιδί δεν κάνεις!»
Επίσης με το ανάλατο, κατασκεύαζαν και υπόθετα για την αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας. Ένα τεμάχιο ανάλατο, το τύλιγαν με πανί και το τοποθετούσαν οι τσοπάνηδες στα γρέκια τους ώστε τα ζωντανά τους να είναι πάντοτε παχιά και όχι αχαμνά δηλαδή αδύνατα, (τα αχαμνά τότε τα έλεγαν κάρματα).
Ανάλατο χρησιμοποιούσαν και στα φυλαχτάρια που έφτιαχναν.
[1] Ανάλατο σύμφωνα και με το λεξικό μας είναι: 1) το βασιλικό λίπος, η μπόλια, το μέσα ξίγκι του γουρουνιού που είχε ιαματικές ιδιότητες, 2) επίθ. κάτι που δεν είναι αλατισμένο, 3) σαχλός, ανούσιος άνθρωπος, 4) τα ανάλατα αστεία, ανάλατες ιστορίες, άνοστα πράματα, δίχως καμιά ουσία.
«Ανάλατο λέγεται το εσωτερικό λίπος του χοίρου όπερ διατηρείται χωρίς να αλατισθεί, χρησιμοποιείται δε ως αλοιφή δια τας πληγάς»: Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, (1824-1879):