Χωματόπλινθα, Ωμόπλινθος, Πλίθα, Πλίνθος
ΠΕΤΡΑ ΜΕ ΠΛΙΘΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΗ ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΤΟΥ ΣΑΛΕΑ Η ΒΙΒΗ ΣΙΝΟΥ ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΝΙΚΑΚΗ |
Η γενιά μου, που προέρχεται λίγα χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου και του μεταπολέμου, είχε την τύχη να ζήσει έστω και λίγο την προ βιομηχανική εποχή, τότε που είχαν την τιμητική τους κυρίως τ´αγνά υλικά που πρόσφερε απλόχερα η γη και η φύση, τότε που στην Ορεινή Ηλεία κατασκεύαζαν τα σπίτια με χωματόπλιθα. Αυτό συνέβη κυρίως στον ορεινό όγκο των χωριών που δεν είχαν κοντά τους πέτρα, όπως είναι το Κούμανι, το Αντρώνι, η Γιάρμενα κλπ.
Το «κόψιμο της πλίθας» έμοιαζε με γιορτή, ήταν σαν πανηγύρι, όπως γινόταν εξάλλου σε κάθε ομαδική εργασία που πραγματοποιήτο στα χωριά μας.
Θα σας μεταφέρω μια δική μου εμπειρία για να σας δείξω τι γινόταν τότε.
Το καλοκαίρι του 1978 θα γκρέμιζα το ξύλινο πάτωμα του σπιτιού μου, στο Αντρώνι. Όταν έφτασε η κανονισμένη ώρα, ήλθαν απρόσκλητα και με τα εργαλεία τους, αρκετά άτομα να με βοηθήσουν.
Έτσι μαζεύονταν σε βοήθεια, σε «ξέλαση»,[1]από συνεταίρους (σέμπρους), φίλους, συγγενείς, μέχρι κουμπάρους, γείτονες, χωριανούς και αλληλοβοηθούνταν σε κάθε εργασία. Ήταν ένα σπουδαίο έθιμο η συλλογική βοήθεια των χωριανών που δυστυχώς έχει εκλείψει πλέον. Όλα σήμερα μετριούνται με το χρήμα.
Πλησίον στο χώρο που θα κατασκευαζόταν το σπίτι, έσκαβαν και έβγαζαν το χώμα που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν. Του πρόσθεταν τριμμένο άχυρο και νερό, το ανακάτευαν καλά, το πάταγαν με τα πόδια και το έκαναν μαλακή λάσπη. Τη λάσπη την τοποθετούσαν σε ξύλινο καλούπι που είχε συνήθως θέσεις για τέσσερις (4) ή δύο (2) πλίθες. Το καλούπι δύο θέσεων χωρίς πάτο, διαστάσεων 40x20x15 η κάθε θέση είχε μια χειρολαβή από κάθε πλευρά για την ανύψωσή του. Το τετραθέσιο (4) είχε δύο χειρολαβές από κάθε πλευρά και το σήκωναν δύο άνδρες προσεκτικά για να μην σπάσουν οι πλίθες. Η πάνω επιφάνεια της λάσπης οριζοντιονόταν µε μια σανίδα. Το 2θέσιο καλούπι μπορούσε να το σηκώσει και ένας άνδρας. Υπήρχαν καλούπια έως και 12 θέσεων.
«Ότι κάνεις θα το βρεις, καρδιά μην σε πονέσει...!»
(Το κακό που κάνεις θα στο ανταποδώσουν και να μη σου κακοφανεί).
Φαίνεται, ότι οι κατάρες των Μπελογιαναίων να έπιασαν τόπο;
Αναφερόμαστε στον δημαρχοδασκαλάκο που παρόλες τις αντιρρήσεις μας, δέχτηκε στο Λαογραφικό Μουσείο Αγίας Μαύρας, πεσκέσι από τον έτερο δικό μας π. δημαρχο δάσκαλο τα 100 λαογραφικά αντικείμενα από τα Τσίπιανα μαζί και την πέτρα με την υπογραφή κτήσης του σπιτιού του Μπελογιάννη.
Αυτό το γεγονός μας είχε εξαγριώσει τότε και βγήκαμε με το σκληρό άρθρο: «Μάθανε ότι απαυτωνόμαστε πλακώσανε κι οι γύφτοι».
Το ένστικτό μας για αυτούς τους «γυφτοκατσαπλιάδες», όπως τους αποκαλούσαμε τότε δεν έπεσε έξω. "Πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις..." τους πήρε χαμπάρι ο κόσμος της Αγίας Μαύρας και προς τιμή του ο δήμαρχος Πηνειού[1] κ. Α. Μαρίνος τους πετάξε έξω από το Μουσείο όπως ο Ιησούς με το φραγγέλιο... από τον ναό του Σολομώντα.
Σελίδα για το Αντρώνι πριν το 2000 από τον Γιάννη Παπαντώνη
Ο Γιάννης τότε..., τώρα είναι καλλίτερος!
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος, Πλίεγκας
Γνωρίζατε ότι την δεκαετία του '90 το Αντρώνι είχε ιστοσελίδα;
Μην πάει το μυαλό σας στην αφεντιά μας άλλος ήταν ο προπομπός απλά εμείς ακολουθήσαμε ύστερα από πέντε έξι χρόνια, στις αρχές της καινούργιας χιλιετίας.
Η «σκοτεινή» διαδικτυακή εποχή του '90 δεν βρίσκεται πολύ μακριά μας. Οι περισσότεροι γνωρίσαμε αυτή την εποχή, είτε ως νέοι είτε ως ενήλικες. Από τότε ως σήμερα, έχουν γίνει τεράστιες βελτιώσεις με το διαδίκτυο, για να λέμε και του... «στραβού το δίκιο».
Τότε έμπαινες με το τηλέφωνο και όταν μίλαγες κοβόταν το ίντερνετ έκανε δηλαδή αυτόματο disconnect και άντε πάλι να συνδεθείς ύστερα από ώρα. Ήθελε δηλαδή «γαϊδουρινή υπομονή». Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Η ιεροτελεστία περιλάμβανε και αυτόν τον υπέροχο ήχο που πραγματικά τον έχουμε νοσταλγήσει.
Το ίδιο και χειρότερα γινόταν όταν ήθελες να κάνεις ανάρτηση ή να δεις μια φωτογραφία.
Σήμερα το διαδίκτυο αποτελεί παγκόσμιο αγαθό. Όλοι γνωρίζουμε να το χρησιμοποιήσουν, ενώ ελάχιστοι μπορούν να το αποχωριστούν έστω και για λίγες ώρες ή μέρες.
Δεν θυμόμαστε πως πρώτο βρήκαμε την τότε ιστοσελίδα του Αντρωνίου που την είχε φτιάξει ο Γιάννης Παπαντώνης του Κώστα του Μούλου, ο συνάδελφός μας από το Ναυτικό. Συμμετείχαμε όμως ενεργά και με μηνύματα και διαφημίζαμε κιόλας την τότε σελίδα του χωριού μας.
Η σελίδα ακούμπαγε σε μια πλατφόρμα που λεγόταν GeoCities που υποστηριζόταν από την Yahoo! Στην αρχή ήταν ένας από τους λίγους τρόπους για να δημιουργήσει κανείς δωρεάν τη δική του ιστοσελίδα. Για κάποια χρόνια υπήρξε επί σειρά ετών μια δημοφιλής λύση στο χώρο του web hosting.
Η σελίδα είχε γίνει χειροποίητα, γράμμα- γράμμα και όχι όπως σήμερα με ένα Copy paste.
Το περιεχόμενο της τότε σελίδας το είχαμε ζητήσει από τον συμπατριώτη μας και τελικά το πήραμε τον περασμένο Αύγουστο που βρεθήκαμε στο χωριό.
Τα υπόλοιπα θα μας τα πει ο Γιάννης με το παρακάτω σημείωμα που μας έστειλε στις 21.10.2020:
«Κώστα καλησπέρα,
Η καρυδιά της καρδιάς μας..., πεθαίνει!
Πόσες γενιές στον ίσκιο σου να δροσιστούν καθήσαν
κι αχνάρια από το διάβα τους στη ρίζα σου αφήσαν
και τ’ όνομά τους φεύγοντας στη φλούδα σου σκαλίσαν.
Δεν την λυγίζαν οι καιροί, βοριάδες, πάγοι, χιόνια,
να ρίχνει τον ίσκιο της παχύ τα λαύρα μεσημέρια.
Άπλωνε κι όλο ψήλωνε, να φτάσει ως τα αστέρια,
άθλιοι την επλήγωσαν θελαν να την ξεράνουν
και στον κορμό της βάλανε φωτιά να την πεθάνουν.
Τον φετινό φθινόπωρο τα φύλλα της θα ρίξει
μα την ερχόμενη άνοιξη δεν θα ξανά καρπίσει[1]
Θα ήταν παρήγορο να λέγαμε ότι η καρυδιά της γειτονιάς μας ήταν «Θύμα» της κακοκαιρίας και όχι κακόβουλης πράξης με ίχνη πρόσφατου εμπρησμού που έγινε βέβαια με την βοήθεια διαφόρων εύφλεκτων υλικών με σκοπό τον «αργό θάνατο» του δένδρου.
Λέμε «της γειτονιάς μας» και το εννοούμε διότι πριν αρκετά χρόνια είχαμε κάνει πρόταση να μείνει ελεύθερος ο χώρος (πλατεία) μαζί και η καρυδιά αλλά κάποιοι τότε (για δικούς τους λόγους) δεν δεχτήκαν.
Το περήφανο αυτό δέντρο έστεκε εκεί για αιώνες σαν «μνημείο της φύσης» που κάτω από τον ίσκιο του ξεκουράστηκαν, ερωτεύτηκαν, τραγούδησαν, χόρεψαν, έκλαψαν και δροσίστηκαν γενιές ανθρώπων.
Ο τελευταίος παραδοσιακός γάμος που έγινε στον ίσκιο της με προικιά, βάγια και προσκεφαλάδες, ήταν της αείμνηστης Νικολίτσας του Ρεντίφη.
Αχ! παπαδιά..., χορεύει ο Νιόνιος
Προσοχή! Όχι για «καθώς πρέπει...», και με την παραμικρή διαμαρτυρία, το βίντεο θα κατέβει ασυζητητί.
Σκοπός μας δεν είναι να μειώσουμε κανέναν, γλέντι ήταν μεταξύ μας, στο σπίτι μας - χωριό μας και όλοι λίγο πολύ τα είχαμε «τσούξει».
Δεν συμφωνούμε με τις σαμπάνιες τα άνθη και τις φιγούρες αλλά αυτήν την ώρα όλα επιτρέπονται.
«Όπου πατώ το πόδι μου και ρίχνω την ματιά μου, μεγάλος ντόρος γίνεται γύρω από το όνομά μου…».
Ποιος δεν είχε ακούσει αυτούς τους στίχους (του Τσαουσάκη) που τους έλεγε στα ΚΤΕΛ του Πύργου ο Αντωνάλ, ο μπάρμπας του Νιόνιου που χορεύει εδώ.
Οκτώ ώρες βίντεο εκείνο το βράδυ με τις γυφτοπούλες να μπαινοβγαίνουν στο πλάνο και στο τέλος να, ήλθε η δικαίωση. Αυτό θα πει αυθεντική λαογραφία. Η ζωή μας όλη!
Χαμός..., όταν ο Νιόνιος και η παρέα του βγήκαν στην πίστα. Το πλάνο χάθηκε ανάμεσα στα κορμιά της νεολαίας που κύκλωσε την πίστα και χειροκροτούσε αδιάκοπα. Προκάνουμε μόνον λίγες ανεπανάληπτες στιγμές όταν ανεβάσαμε την κάμερα με κοντάρι επάνω από τα κεφάλια των θεατών.
Χόρεψαν εκατό νοματαίοι στο γλέντι αλλά σε κανέναν όμως δεν σηκώθηκαν να τον χειροκροτούν οι νιές.
Το στιλ και η αρχοντιά στο μεγαλείο τους.
Οι σαμπάνιες να ρέουν και ο Νιόνιος αντί για το ποτήρι να βουτάει την μπουκάλα από τον Παυλάκο, να ρουφάει και παράλληλα να χαιρετάει.
Αν και στην αρχή τους δυσκόλευε η ισορροπία όταν ο καλλιτέχνης Fragiskos Tzano είπε: «σάξε το τρίφυλλο του παπά», σάξανε… και ήλθε η αποθέωση με το «πούτανε και πούτανε και καρά πούτανε».
Απολαύστετο…