ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΠΟΚΡΙΕΣ, ΕΙΧΑ ΔΥΟ ΣΑΚΙΑ ΑΠ’ ΑΥΤΕΣ…, ΜΠΡΕ ΜΠΡΕ ΜΠΡΕ…
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Οι Απόκριες ταυτίζονται με την κινητή περίοδο του Τριωδίου, που ξεκινούν 60 ημέρες πριν από το Πάσχα. Η γιορτή διαρκεί 3 εβδομάδες αλλά ξεκινούσε ύστερα από το σφάξιμο του γουρουνιού την τσικνοπέμπτη όπου στην ουσία καλούσε τον κόσμο να διασκεδάσει μέσα από τις εκδηλώσεις που διοργανώνονταν στο χωριό μας.
Οι Αποκριές στα μέρη μας είναι η γιορτή που συνδέεται με τις γνωστές μας μπούλες. Έρχεται από πολύ μακριά και σχετίζεται με τη λατρεία του θεού Διόνυσου όπου στην συνέχεια συνδέθηκε με την ορθοδοξία αλλά κράτησε στοιχεία από τη Διονυσιακή λατρεία με τη μεταμφίεση, τα πειράγματα, τις στάχτες και ολοκληρώνεται με τα μεγάλα γλέντια όπου αποτελούν και το μεγάλο ατού της.
Παρά το γεγονός ότι στην ουσία έχουμε να κάνουμε με μια χριστιανική εορτή, κυριαρχούν τα σκωπτικά τραγούδια ή αλλιώς γαμοτράγουδα (της Δόμνας Σαμίου), έχουν σεξουαλικό ή μάλλον πρόστυχο περιεχόμενο.
«ΚΑΛΗΜΕΡΑ» σας, να αλλάξουμε διάθεση!
Τα κάτοπτρα, οι επίπεδοι καθρέφτες είναι πολύ παλιά εφεύρεση του ανθρώπου αλλά στα χωριά τα δικά μας, οι φτωχές μας κοινωνίες που είχαν ως προτεραιότητα την επιβίωσή τους, χρησιμοποιούσαν ως καθρέφτες το νερό όπως ο Νάρκισσος.
Σύμφωνα με τα ευρήματα που έχουμε ως σήμερα οι καθρέπτες κυκλοφόρησαν ευρέως στην ορεινή Ηλεία μετά τον πόλεμο.
Τους έφερναν διάφοροι μικροπωλητές – πιτσικόμιδες με ανταλλαγή σε είδος όπως αυγά, κοτόπουλα αλλά και με άλλα πολύτιμα αντικείμενα που οι χωριανοί μας δεν γνώριζαν τότε την αξία της ιστορίας μας.
Έτσι, σιγά-σιγά γέμισαν όλα τα σπίτια με το γνωστό ξύλινο κάδρο με τις τρεις ΧΑΡΙΤΕΣ.
Κάθικα... για το Μουσείο μας
Έχουμε ξαναγράψει εδώ για το δενδράκι που είχαμε φυτέψει...! Ξέρετε.., αυτό το δένδρο μεγάλωσε, άνθισε, έβγαλε και σπόρους, πολλούς σπόρους που τους πήρε ο άνεμος και τους πήγε μακριά, πολύ μακριά ως την Αμερική και ακόμη παραπέρα ως την Ωκεανία και μακρύτερα όπου φύτρωσαν και εκεί άλλα δένδρα πιο γερά και 'βγάλαν και αυτά καρπούς πολλούς.
Έφτασε λοιπόν η ώρα που αυτοί οι καρποί (από τα νέα δένδρα), να έλθουν να μας βρούνε και να μας πουν τα ευχάριστα:
"Αν χρειαστείτε οτιδήποτε για το χωριό μας, μη διστάσετε"!
Δεν είχαμε ξανακούσει τέτοιες κουβέντες. Συγκινηθήκαμε, κύλισε και δάκρυ καθότι έχουμε γίνει και ευάλωτοι, ευσυγκίνητοι.
Τελειώνει και το κουβάρι μας αλλά μένει η ρουκέλα που γιομίζει - γιομίζει δημιουργικές και ευχάριστες στιγμές για να 'χουμε, να αναπολούμε.
Πριν λίγες μέρες λοιπόν, εδώ (στα κοινωνικά δίκτυα) όταν κάναμε αναφορά στους κουταλάδες του χωριού, μας εξέπληξαν πάλι οι συγχωριανοί μας.
Σχεδόν αμέσως, δεν πέρασε ούτε μια μέρα όταν δυο τέτοιοι «καρποί» μας εξασφάλισαν τρία αξιόλογα κομμάτια.
Δεν είναι μόνον αυτές οι περιπτώσεις, έχουμε κι’ άλλες… που παρότι αρνηθήκαμε οικονομική βοήθεια, αυτοί εκεί, με το στανιό να μας στείλουν δολάρια.
Τα περίφημα από την ιστορία του 21, κεράσια του Λάλα!
Πριν λίγες μέρες είδα στην ομάδα του Λάλα, ένα χαρτοκιβώτιο με πετροκέρασα από το Λάλα.
Ρώτησα αν υπάρχουν στην Αθήνα ή εάν τα προμηθεύει κάποιος να μου στείλει με κούριερ! Ο κύριος που τα είχε αναρτήσει, μου πρότεινε να πάω στο Παγκράτι να μου δώσει, τον ευχαρίστησα για την προσφορά του αλλά εγώ ήθελα να αγοράσω για να βοηθήσω κατά κάποιο τρόπο και τους συμπατριώτες παραγωγούς!
Έχω φίλους εκεί του είπα, που θα προθυμοποιηθούν..., αλλά δεν θέλω να τους αγγαρέψω.
Δεν πρόκανα να τελειώσω την φράση και να σου βγήκε ένας φίλος, συνοδοιπόρος στον σύλλογο «Ωλονό», ο Τάσος Καραμέρος, γνωστός για τις πλούσιες δραστηριότητές του στο Λάλα αλλά και ευρύτερα στην Ορεινή Ηλεία.
Ο Τάσος εκεί, έθιξε ένα πολύ σημαντικό ζήτημα: «ότι δεν αξιοποιούμε την παραγωγή του κερασιού και δεν μπορεί να τα προμηθευτή στην Αθήνα κάποιος ενδιαφερόμενος αλλά και στο Λάλα πολλές φορές είναι δυσεύρετα για τους περαστικούς. Μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού όσοι έβγαλαν έστω ένα μεροκάματο από τα κεράσια φέτος στο χωριό παρότι στο Super Market κεράσια άλλων περιοχών πωλούνται 5 και 6 ευρώ το κιλό και θα πρέπει να προβληματιστούμε εδώ στο χωριό».
Έγραψε πολλά ο Τάσος και για την αφεντιά μου που με συγκίνησαν
και δεν μπορούσα να συνεχίσω να γράφω.
Με σύστησε με τα καλύτερα λόγια στους συμπατριώτες τους Λαλαίους.
Στην συνέχεια, πήγε μάζεψε κεράσια από τις κερασιές του, δύο κιβώτια παρακαλώ που θα ξεπερνούσαν τα 10 κιλά. Τα πήγε στον Πύργο χθες και σήμερα το πρωί τα παρέλαβα. Είναι πεντανόστιμα κεράσια χωρίς φάρμακα και ραντίσματα που λόγο και της ιδιαίτερης κατάστασης που περνάω αυτό τον καιρό, ήταν βάλσαμο και θα βοηθήσουν…, μαζί και την ψυχολογία μου.
Πήγα ένα κιβώτιο στις μικρές μου, να δοκιμάσουν άλλα κεράσια όχι σαν και αυτά που ήξεραν όπου η πιο μικρή, η Αγάπη, τα «τσάκισε»!
Να είσαι καλά Τάσο μου, την κίνησή σου αυτή δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Διαγωνισμός, φαγητό – γλυκό στο Αντρώνι 2019
Ήταν η πρώτη φορά που έγινε τέτοιος διαγωνισμός στο χωριό μας με πρωτοβουλία βέβαια του τοπικού συλλόγου όπου πολλές γυναίκες ανταποκρίθηκαν και παρουσίασαν αρκετά φαγητά και αντίστοιχα γλυκά.
Στο τραπέζι της κριτικής επιτροπής κάθισαν τρεις κριτές:
- Η Μαγδαλινή Παναγοπούλου του Μπουλουγούρη που ήταν και η πρόεδρος της επιτροπής,
- Ο Δημήτρης Πανούτσος, Γκάλης (βαφτιστήρας μου) και
- Ο Nίκος Παναγόπουλος με το παρατσούκλι, Κιούπης.
Στο ρόλο του κονφερασιέ (conférencier) ο Παναγιωτάκης του Βάιου Κότσαλη που με επιτυχία ανταποκρίθηκε στο ρόλο του με πηγαίο χιούμορ και έμφυτη την δική μας ντοπιολαλιά.
Δεν είναι εύκολο να κάνεις τους άλλους να γελάνε και, απ' ότι λένε και οι ειδικοί, είναι χαρακτηριστικό των ανθρώπων με ευφυΐα.
Είναι γνωστό στους «περπατημένους» ότι στα ορεινά γενικά και στην ορεινή Ηλεία περισσότερο, ήταν περιορισμένη η ποικιλία των φαγητών και των γλυκών έναντι της υπόλοιπης χώρας.
Τα κυριότερα φαγητά περιορίζονταν στα όσπρια, φασόλια, φακές, μπιζέλια και λούπουνο, στα ζυμαρικά τραχανάς, χυλοπίτες, τριφτιάδες, μπαζίνα, Χυλός, στα χορταρικά τα χόρτα του βουνού και καυκαλίδες, ραδίκια, λάχανα και κάρδαμο στα ποτάμια, στα κρεατικά, αρνί, γίδα, προβατίνα και κανένα κυνήγι.
Όλα γίνονταν βραστά (για να φτουράνε) και σπάνια ψητά και αυτό γινόταν (μια - δυό φορές το χρόνο) μόνο στις μεγάλες γιορτές.
Καθημερινά κυριαρχούσε το παστό χοιρινό, οι λεγόμενες τσιγαρίδες είτε στο τηγάνι είτε σαν λάδι σε όλα τα μαγειρευτά.
Αυτά τα σχεδόν άγνωστα σε μας φαγητά ήταν η κύρια διατροφή πού κράτησε στη ζωή γενιές και γενιές, δίνοντας δύναμη τους κρύους χειμώνες στους κατοίκους των βουνών μας.
Κώστας Παπαντωνόπουλος Γενάρης 2020