Η ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΞΥΛΟΚΟΠΗ….!
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Μια από τις συλλεκτικές δραστηριότητες του ανθρώπου από αρχαιοτάτων χρόνων ήταν η προμήθεια (κοπή, συλλογή) καικαυσόξυλων, για τις καθημερινές ανάγκες όπου με αυτά άναβαν φωτιά για μαγείρεμα, για τον φούρνο, για ζέσταμα νερού, για πλύσιμο κ.ά. και κυρίως για την χειμερινή θέρμανση. Η ξυλοκοπή με χειρωνακτικά εργαλεία ήταν χρονοβόρα, κουραστική και επικίνδυνη. Επειδή παλιά τα χωριά είχαν αυξημένο πληθυσμό, οι κάτοικοι για να επιβιώσουν είχαν χρησιμοποιήσει κάθε άκρη της γης που μπορούσε να καλλιεργηθεί. Επίσης η αυξημένη κτηνοτροφία που ήταν και το κύριο επάγγελμα των κατοίκων της υπαίθρου, ήταν εχθρός των δασών διότι τα ζώα δεν άφηναν να αναπτυχθούν μικρά και νέα δένδρα. Όπως προαναφέραμε η πληθώρα των κατοίκων της υπαίθρου χρειάζονταν αρκετά ξύλα για καύση. Επομένως τα ξύλα ήσαν δυσεύρετα και η κοπή τους και η μεταφορά τους στο σπίτι του κάθε ξυλοκόπου ήταν κοπιαστική.
Η κοπή των δένδρων γινόταν με πριόνες, τσεκούρια, κασάρες, κλαδευτήρια κ.ά. επίσης για το σχίσιμο των κορμών χρησιμοποιούσαν βαριές σφήνες (ξυλόσφηνες ή σιδερόσφηνες), τσεκουροβαριές μέχρι και κασμάδες. Για τα χοντρά ξύλα αυτά που έκοβαν κυρίως οι άνδρες χρησιμοποιούσαν τα τσεκούρια και τις πριόνες, για τα λιανότερα τα τσεκούρια, τις κασάρες, κλαδευτήρες κ.ά.
Τα ξύλα που έκοβαν οι ξυλοκόποι, ήσαν δένδρα (δρυς), πουρνάρια,αριές, ρείκια, κουτσουπιές, πλατάνια, μελιούς, έλατα, γάβροι, αγραπιδιές, σφεντάμια, αγκλαβουτσές, κουμαριές, σκίντα, ιτιές κ.ά. Τα πιο δημοφιλή και καλύτερα ήσαν οι δρυς τα πουρνάρια, οι αριές, ο μελιός, η αγραπιδιά, η αγριελιά, τα ρείκια κ.λπ. Όταν δεν εύρισκαν ξύλα της αρέσκεια τους, τότε έκοβαν ότι ξύλο έβρισκαν μπροστά τους. Εξάλλου και μια παροιμιώδης φράση το αναφέρει: «Στο τζάκι και στο τηγάνι, ότι ξύλο κόψεις κάνει!». Για τις ανάγκες των προσαναμμάτων έκοβαν σπαρτιές, ασφάκες, λιανά ξύλα, ή ακρόκλαδα, ρείκια, κουμαριές, σχίντα, κληματόβεργες κ.ά. μάλιστα μετά τον κάθαρο των αμπελιών μάζευαν σε δεμάτια τις κληματόβεργες για την φωτιά.
Η μεταφορά των ξύλων γινόταν κυρίως με τα ζώα (άλογα- μουλάρια και γαϊδούρια).
Επέτειος 1821, τραγουδάει ο Πέτρος Μάρρας στο μνημείο πεσόντων στο Δούκα
Τραγούδια από την επέτειο του 1821 στο Δούκα Ηλείας που μας έστειλε ο φίλος και συνοδοιπόρος στον «Ωλονό» Τάσος Καραμέρος από το Λάλα Ηλείας.
Τραγούδι: Πέτρος Μάρρας από την Βίλια της Νεμούτας Ηλείας.
Των Κολοκοτρωναίων... !
Στ' Αναπλιού το Παλαμήδι...!
Τα ρουπακόφυλλα (και ο Τσαπής)
Γινόταν στο Αντρώνι ο γάμος κάποιου παιδιού του Μηνά του οποίου η γυναίκα, η Αικατερίνη ήταν αδελφή των Πριμπαίων από του Κούμανι.
Στο γάμο ήσαν καλεσμένοι και πήγαν οι Πριμπαίοι, ο Νίκος του Κουτσογιώργη, ο Δημήτρης του Μαζαράκα, ο αδελφός του ο Νιόνιος κι άλλοι.
Έγιναν τα στέφανα στην εκκλησία και κατόπιν οι συμπέθεροι πήγαν στο σπίτι της νύφης για να πάρουν τα προικιά. Εκεί σε μια παρέα ήσαν ολόγυρα αρκετοί Ανδρωναίοι μερικοί Κουμαναίοι κυρίως από τους Πριμπαίους.
Οι Πριμπαίοι είναι γεγονός ότι είναι μεγαλοκούφαροι και αρκετά ευτραφής κάτι που το παρατήρησε ο Τσιαπής ο Καλιγάρης, ένας από τους Αντρωναίους και τους λέει:
-Ρε σείς οι Κουμαναίοι, είστε ούλοι όφια (= θηρία), Μπόγρηδες, και τους έδειχνε έναν - έναν. Με τις κοιλιές σας, τα κόκκινα μάγουλα σας, τα πεζούλια σας. Και συνέχισε;
Εμείς, οι κακόμοιροι οι Αντρωναίοι, σαν καψαλισμένες ρέγγες είμαστε! Μας έφαγε το ξινάρι εμάς στη Λακανάστα…
Σώπα Τσιαπή, του λέει μετά από λίγο ο Νίκος του Κουτσογιώργη. Μη βλέπεις τις κοιλιές μας… Γιομάτες ρουπακόφυλλα* είναι. Μπαφούσηδες είμαστε και εμείς, σαν τα παλιάλογα πόχουν τεχνοφέσι… Και συνέχισε:
Κανένας κι από μας δεν είναι καλά…
ΟΙ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΤΟΥ ΧΑΒΑΡΙΟΥ…ΕΝΑ ΚΑΛOΘΑΜΕΝΟ ΜΥΣΤΙΚΟ…!
Ο Πανάγος Δούλας και τα τραγιά
Ο Πανάγος Δούλας από το Λάλα είχε φορτηγό και εξυπηρετούσε σε διάφορες μεταφορές τους Λαλαίους και τα γύρω χωριά με το αζημίωτο.
Μια μέρα που είχε δρομολόγιο προς τον κάμπο, τον σταμάτησε η αστυνομία στις Καρούτες και τον ρώτησε τι έχει φορτωμένο στην καρότσα;
-Κάτι τραγιά έχω τους λέει, και τα πάω για σφάξιμο στο σφαγείο.
Απάνω είχε τους παπάδες από το Λάλα και τα περίχωρα αλλά και τους άλλους που τους είχε μαζέψει από τα βουνά, από τον Αστρά, την Μοστενίτσα, την Δίβρη, το Κούμανι, την Γιάρμενα, την Πέρσαινα, την Ντάρτιζα, την Νεμούτα και από παρακάτω και τους πήγαινε στον Πύργο στη σύναξη που είχε συγκαλέσει ο Αθανάσιος, ο τότε Δεσπότης την δεκαετία του 70 όταν δεν “ευλόγαγε” ΙΧ.
Αφήγηση του Πανάγου στον Γιώργο Μαρκόπουλου στο καφενείο στο Λάλα, το 1985.
Υγ. Παράκληση προς στους φίλους Λαλαίους, μια φωτογραφία του αείμνηστου Πανάγου.