Καταγραφή: Κώστας Παπαντωνόπουλος
Μια φορά, σ’ ένα κεφαλοχώρι ήταν ένας περίφημος σαμαρτζής (τεχνίτης κατασκευής σαμαριών). Αυτός κατασκεύαζε τα καλλίτερα και ομορφότερα σαμάρια και η φήμη του είχε φθάσει στα πέρατα του κόσμου.
Από τα σαμάρια έκανε πολλά λεφτά, αλλά ήταν άθεος, ακοινώνητος και τσιγκούνης και επειδή είχε μια γυναίκα που τάχατις ήτανε σπάταλη, τα λεφτά τα έκρυβε μέσα στο σαγματοποιείον του (εργαστήριο σαμαριών). Είχε ένα παλιοσάμαρο και το είχε εκεί σε μια άκρη και μέσα στην στρωμνή του, είχε κάνει μια τρούπα στην από κάτου μεριά και από εκεί τρούπωνε συνέχεια χάρτινα λεφτά. Ξήλωνε μια άκρη της ραφής και μόλις έβαζε μέσα τα λεφτά το ξανάραβε. Από τα πολλά λεφτά το είχε τσιτώσει για καλά και το είχε βάλει εκεί δίπλα μέσα όπου το χρησιμοποιούσε για κάθισμα. Έτσι όπως ήτανε και παλιό και βρωμισμένο από την πολυκαιρία, κανείς δεν υποπτευότανε ότι εκεί μέσα είχε τρουπώσει ούλο ου το βιός. Όποτε ήτανε στο μαγαζί του, άλλονε δεν άφηνε κα κάθεται απάνου σε δαύτο.