ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, (ΕΝΔΥΜΙΩΝ) Ο ΟΛΥΜΠΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ
Ανεπάντεχο το θλιβερό νέο του θανάτου του φίλου και συνδημότη Γιώργου Κοσμόπουλου από τα Ολύμπια.
Ξεκίνησε την ζωή του με μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι, να εργάζεται ως φωτορεπόρτερ σε μεγάλα πρακτορεία και εφημερίδες και αυτή του την αγάπη την κράτησε ως το τέλος. Όλα άλλαξαν τεχνολογικά στην φωτογραφία αλλά ο Γιώργος εκεί, εξακολουθούσε να «παίζει» και να δημιουργεί με το παραδοσιακό φιλμ στον σκοτεινό θάλαμο με τα χημικά.
Δεν θα ξεχάσω τις εξαίσιες φωτογραφίες με θέμα την νεροτριβή της Ορεινής (Μοστενίτσας) που προορίζονταν για το περιοδικό «Δίβρη» αλλά και του Σκυλοκέφαλου και Κυνοβιάρχη από το εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων στο Αντρώνι όπου από εκεί άρχισε και η γνωριμία μας.
Τον συναντούσα όμως και σε εκδηλώσεις της Ηλείας και τα καλοκαίρια στο κέντρο στα Ολυμπία, απέναντι από τον πλάτανο, στο εστιατόριό του με το όνομα «Σώκρατες».
Μού έλεγε χαριτολογώντας: «Εγώ με την φωτογραφική και εσύ με την κάμερα θα πάρουμε την Πόλη...».
Περισσότερο όμως μας ένωσε η κοινή μας αγάπη για τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό.
Στις συζητήσεις μας ήταν «ποταμός» γνώσεων και η κουβέντα περιστρέφονταν κυρίως στην ιστορία, την λαογραφία αλλά και γενικότερα στα της Ηλείας. Ατέλειωτες όμως ήταν τους χειμώνες και οι τηλεφωνικές συνομιλίες μας.
Ήμουν κοντά στην εκδοτική του προσπάθεια το 2011, με την πολυτελή έκδοση του περιοδικού «ΚΟΤΙΝΟΣ» που κυκλοφόρησε στα Ηλιοστάσια και στις Ισημερίες. Θυμάμαι μάλιστα και το πρώτο τεύχος που επέμεινε να είναι αφιερωμένο στους επτά Καλλικρατικούς δήμους.
Όμως, όπως σε όλο τον ελλαδικό χώρο έτσι και στην Ηλεία, δημοκρατικές και ασυμβίβαστες φωνές σαν του Γιώργου δεν προωθούνται, αντίθετα διώκονται.
ΜΠΟΤΣΑ, ΤΣΟΥΚΑΛΙ…!
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Το τσουκάλι ήτανε ένα χαλκωματένιο αγγείο με χέρι που έμοιαζε με κανάτα. Το τσουκάλι το βάζανε συνήθως κοντά στην φωτιά ή στο σταχτοφούρνι για να έχει πάντοτε χλιαρό νερό, για κάθε ανάγκη της νοικοκυράς.
Τα τσουκάλια τα χρειάζονταν να μετράνε τον μούστο, το κρασί, το λάδι, το ξύδι, το γάλα κ.ά.
Σαν αγγείο μέτρησης το λέγανε μπότσα. Μετράγανε τα κρασιά και λέγανε: «Αυτός έκανε τόσες μπότσες κρασί, ή και τόσες μπότσες λάδι».
Η μπότσα ήταν μονάδα μέτρησης υγρών πριν από την οκά (1,28 κιλά) και χωρούσε δυόμιση οκάδες κρασί, υπήρχαν και άλλες που χώραγαν ένα καρτσούτσο και τις έλεγαν καρτσουτσάρικες.
Οι μπακάληδες με τις εμποροχωριάτικες κουτοπονηριές τους παράγγελναν στους τσουκαλάδες τρεις μπότσες, την «Αγόρω» που χωρούσε δυόμιση και ένα τέταρτο οκάδες και με αυτήν αγόραζαν, την «Πούλω» που χωρούσε δύο και ένα τέταρτο της οκάς κρασί και με αυτήν πωλούσαν και την «Νόμω» που χωρούσε ακριβώς δυόμιση οκάδες, αυτήν την χρησιμοποιούσαν για τον νόμο και τους ελέγχους της εξουσίας.
ΠΑΡΑ ΤΟ "ΜΠΟΪ ΤΟΥ", ΑΝΤΙΔΗΜΑΡΧΟΣ ΣΤΑ ΟΛΥΜΠΙΑ
Να τον χαίρεστε κύριε δήμαρχε και σε ανώτερα αλλά μαζί θα τα πούμε δια ζώσης στα χωριά μας τις ημέρες των εκλογών.
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑ…!
Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Γάλα είναι το άσπρο ή ελαφρά κίτρινο το παχύρρευστο υγρό, που εκκρίνεται από τους μαστούς της γυναίκας και γενικά των θηλαστικών μετά τον τοκετό. Είναι θρεπτικό και αναντικατάστατο και προορίζεται για τη διατροφή των νεογνών τους. Η δια του θηλασμού απ’ ευθείας μεταφορά του γάλακτος από τους μαστούς στο πεπτικό σύστημα των νεογνών αποτελεί το μικρότερο κύκλωμα παραγωγής - κατανάλωσης που σημειώνεται στην φύση. Αποτελείται από νερό, λίπος, υδατάνθρακες, ένζυμα, βιταμίνες, άλατα κ.ά. συστατικά.
Λεξιλόγιο:
Ανάρμεγο, αυτό το ζώο που ενώ έπρεπε να έχει αρμεχτεί έχει παραμείνει με το γάλα του, περισσότερο από τον χρόνο αναμονής αρμέγματος.
Απάρμεγμα, το τέλος του αρμέγματος.
Αποκομμένα ή αποκοψιάρικα ή αππογαλακτισμένα, τα αρνοκάτσικα που έχουν σταματήσει τα τρώγουν γάλα από την μάνα τους.
Αρμέγω ή αρμέω, λέγεται η διαδικασία της λήψης του γάλακτος από το ζώο με τα χέρια ή μέσω αρμεκτικών μηχανημάτων.
ΣΧΕΔΙΟ ΕΞΟΝΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΜΠΑΛΑΣΚΑ ΑΠΟ Γ. ΣΙΣΙΝΗ
Εχθρός των Μπαλασκαίων ήταν ο Γεώργιος Σισίνης, όστις επεδίωκεν ευκαιρίαν προς εξόντωσίν των. Η έχθρα αυτή προήλθεν εκ του ότι, ενώ οι Μπαλασκαίοι κατ’ αρχάς συνειργάζοντο με τον Γ. Σισίνην, συνδεθέντες κατόπιν με τους Κολοκοτρώνην, Αυγερινόν και Παπασταθόπουλον, ηρνήθησαν να ενισχύσουν το υπ’ αυτόν στράτευμα.