Γράφει ο Κώστας Παπαντωνόπουλος
Η λέξη ξέλαση ή εξ - έλαση σημαίνει εξόρμηση και προέρχεται από το ρήμα εξ-ελαύνω που σημαίνει προχωρώ, εξορμώ, κινούμαι προς βοήθεια. Είναι η αλληλεγγύη η αμοιβαία στήριξη (ηθική και υλική) ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας ή κοινότητας που κατά κάποιο τρόπο δοκιμάζονται. Η προσφορά ήταν ανιδιοτελής και στα πλαίσια της τοπικής κοινωνίας όποιος πρόσφερε τη βοήθειά του δεν περίμενε καμιά ανταπόδοση.
Στα ορεινά χωριά μας η ξέλαση, δεν ήταν απλά ένα έθιμο αλλά σχέση ζωής. Μαζεύονταν και πήγαιναν να βοηθήσουν κάποιον ανήμπορο συγχωριανό τους, ειδικά όταν κάποιος πάθαινε κάποια αβαρία και δεν ήταν σε θέση να εργαστεί είτε από γεράματα, αρρώστια, απώλεια συζύγου κλπ. Η ξέλαση και για κοινές δουλειές γειτονιάς, όπου όλοι οι γείτονες ή φίλοι, λειτουργούσαν με γνώμονα την αλληλεγγύη που κατέληγε στην ψυχαγωγία της παρέας ή της γειτονιάς όπου εκεί κυριαρχούσαν τα γέλια και καλαμπούρια, τα αριστοφανικά αστεία, το κουτσομπολιό και όλα αυτά τα απρόβλεπτα για να τριφτεί το αραποσίτι, να ετοιμαστούν τα προικιά, να λαναριστούν τα μαλλιά και να απλωθεί το στημόνι γιά να τυλιχτεί στο αντί κ.α.