Καλώς ορίσατε στην αρχαιότερη ιστοσελίδα της Ηλείας, στο Αντρώνι και στην Ορεινή Ηλεία.

Είναι οι κατάφυτες διαδρομές μέσα στις βελανιδιές και στα πλατάνια στο κέντρο της Κάπελης με τις απόκρημνες πλαγιές, τα σκιερά φαράγγια με τις πολλές σπηλιές, τους καταρράκτες, τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, με τις δροσερές πηγές και τα καθαρά ποτάμια... Με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα νόστιμα φαγητά και το καλό κρασί, τα αρχοντικά γλέντια και τους φιλόξενους κατοίκους.

Frontpage

Τ´ ΑΝΕΜΟΓΚΑΣΤΡΙ

Καταγραφή επιμέλεια Ηλίας Τουτούνης

Ανεμογκάστρωμα ή ανεμογκάστρι, λέγεται η κατάσταση που βρίσκεται η γυναίκα, στην οποία εμφανίζονται όλα τα συμπτώματα της εγκυμοσύνης όπως συνεχείς ζαλάδες, διακοπή περιόδου, συχνοί εμετοί, συχνή ενούρηση, φούσκωμα κοιλιάς, ελαφρύ πρήξιμο προσώπου, αύξηση βάρους, πρήξιμο στήθους και κοιλιάς, και σε μερικές περιπτώσεις έχει την αίσθηση ότι το «μωρό» κινείται και προκαλεί πόνους στην κοιλιά.
Τα συμπτώματα του ανεμογκαστρώματος είναι ακριβώς ίδια με αυτά μιας κανονικής εγκυμοσύνης. Αυτό είναι και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ψευδοκύησης, ότι η σκέψη καταφέρνει να ξεγελάσει το σώμα. Μια γυναίκα μ’ ανεμογκάστρι, εύλογα νομίζει ότι είναι έγκυος. Βασικά δεν υπάρχει λόγος σοβαρής ανησυχίας, διότι μετά από μικρό χρονικό διάστημα, όλα αυτά υποχωρούν σταδιακά και η λειτουργία του οργανισμού επανέρχεται σε κανονικές συνθήκες.
Η λέξη ανεμογκάστρι, είναι ουδέτερη και σύνθετη από τις λέξεις άνεμος και γκαστριά (εγκυμοσύνη). Στην ιατρική ορολογία σαν ανεμογκάστρι αναφέρεται ως ψευδοκύηση κυοφορία μύλης, ψευδοεγκυμοσύνη, ή και κατά φαντασία εγκυμοσύνη. Παραδοσιακά για την αντιμετώπιση του ανεμογκαστρώματος αποτείνονταν στην Aνεμογκαστρού ή Ξαρμενίστρα. Αυτή ήταν η πρακτική μαμή που εκμεταλλευόμενη την άγνοια, υποστήριζε ότι θεράπευε το ανεμογκάστρι, που όπως προανέφερα, την ψευδή κύηση και την ψύχωση της λοχείας.
Οι ακριβείς αιτίες του ανεμογκαστρώματος δεν έχουν διευκρινιστεί, μάλλον γιατί δεν πρόκειται για μία συχνή διαταραχή, όμως θεωρείται ότι οφείλεται κυρίως σε ψυχολογικούς παράγοντες. Όταν μια γυναίκα που βιώνει, για παράδειγμα, τον πόνο μιας αποβολής, την απώλεια ενός παιδιού ή προσπαθεί πολύ καιρό να μείνει έγκυος χωρίς να τα έχει καταφέρει και αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογονιμότητας, είναι πιο ευάλωτη συναισθηματικά και αυτό μπορεί να την οδηγήσει στο να πιστεύει ότι περιμένει παιδί ενώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Ωστόσο, υπάρχουν και κάποιοι φυσικοί παράγοντες που μπορεί να είναι η αιτία του προβλήματος. Έτσι, λοιπόν, δεν θα πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο εκτοπικής εγκυμοσύνης, νοσηρής παχυσαρκίας ή ακόμα και κάποιας μορφής καρκίνου, των οποίων τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της εγκυμοσύνης και μπορούν σχετικά εύκολα να παραπλανήσουν τη γυναίκα.
Ο Δημήτρης Σταρόβας, μ’ ένα ωραίο ποίημα, μας ταξιδεύει σ’ ένα περιστατικό ανεμογκαστρώματος… με πολύ γέλιο!
Απάνω που χαρήκαμε κι αγόρασα και κούνια,
μήνυμα ήρθε απ’ το γιατρό πως θα τα βρω μπαστούνια.
Εδώ μου λέει μη ξαναρθείς δε θες γυναικολόγο,
πρέπει να πας να εξεταστείς σε μετεωρολόγο.
Ανεμογκάστρι ήτανε τσάμπα οι ετοιμασίες,
τσάμπα τα πήραν οι γιατροί τσάμπα και οι εκκλησίες.
Τι ρεζιλίκι ήταν αυτό στην πιάτσα έγινα ρόμπα
και τώρα με φωνάζουνε ο Μεγακλής η τρόμπα.
Ανεμογκάστρι ήτανε τσάμπα οι ετοιμασίες,
τσάμπα τα πήραν οι γιατροί τσάμπα και οι εκκλησίες.
Σε αρκετές περιπτώσεις, από τις καταγραφές που έχω πραγματοποιήσει έχω εντοπίσει πολλές ιστορίες όπου, πραγματικά έγκυες ανύπαντρες κοπέλες, απέδωσαν τα διάφορα συμπτώματα σε ανεμογκάστρι. Όμως για να μην εκτεθούν ιδίως στην ύπαιθρο και στις στενές κοινωνίες, οι δικοί της μόλις αντιλαμβάνονταν την εγκυμοσύνη, διέδιδαν ότι πρόκειται για ανεμογκάστρι και ταυτόχρονα κρυφά προέβαιναν σε διάφορες προσπάθειες, ώστε να επιτύχουν την τεχνητή «αποβολή». Χτυπούσαν την έγκυο όρθια στην κοιλιακή χώρα, την έβαζαν να σηκώνει υπέρογκα γι’ αυτήν βάρη, ν’ ανεβαίνει πολλές φορές σε σκάλες ή απότομες ανηφοριές και κυρίως χρησιμοποιούσαν διάφορα γιατροσόφια για να ρίξουν το «παιδί». Αυτά πολλές φορές απέβαιναν μοιραία και για την ίδια την έγκυο.
Για τις παρθένες ανύπανδρες κοπέλες, που είχαν συμπτώματα εγκυμοσύνης οι γονείς της και κυρίως οι μανάδες, πολλές φορές κρυφά από τους άνδρες τους, καλούσαν την Παρθενογιάτρισσα, για να την εξετάσει, αρχικά εάν είναι παρθένες.

Παπαδοπούλα γκαστρώθηκε, τούμπανο η κοιλιά της!
Μήνα γαμπρός πήγε την ζύγωσε, μήνα τ’ ανεμικά της;
Κι ο παπάς σαν το ’μαθε, με ξόρκια θελά να το ρίξει.
την γριά Μπάμπω εκάλεσε, μια λειτουργιά της στέλνει.
-Μπάμπω η τσούπα μου, γκαστρώθηκε, απ’ ανεμογκάστρι
Και η Μπάμπω δεν γελάστηκε, δεν έπαιρνε από τέτοια
και του παπά τα έψαλε, και την παπαδιά ορμηνεύει.
-Η τσούπα φέρνει, ένα παιδί, δεν είναι απ’ ανεμογκάστρι
μον’ είναι από το ζευγάρωμα, τι είναι και χαλασμένη.
-Σώπα Μπάμπω μην το λες, και μην το κουβεντιάζεις!

ΠΥΡΙΑ…!

Συλλογή καταγραφή Ηλίας Τουτούνης
Ο άνθρωπος για ν’ αντιμετωπίσει διάφορες αρρώστιες, συν τον χρόνο εφεύρε διάφορα γιατροσόφια. Όταν κάποιος ασθενής είχε ξηρά πλευρίτιδα δηλαδή σφάχτη (πόνο) στη μέση ή στις πλάτες, για να τον απαλύνουν στο σημείο που πονούσε του έβαζαν ζεστό σταχτοπύρι.
Αυτό ήταν στάχτη βρασμένη ή καβουρντισμένη μέσα σε μια πάνινη σακούλα ή κάλτσα, με θερμοκρασία ίσια που να το δέχεται ο ασθενής ή και σακουλάκια με άμμο καβουρντισμένο (ψημένο). Το σταχτοπύρι το έβαζαν περισσότερο σε μικρά παιδιά και σε γέρους.
Άλλη μέθοδος ήτανε το πίτουρο. Ζεσταίνανε το πίτουρο σ’ ένα τηγάνι ή σε ταψί το βάζανε σε μια μάλλινη σακουλίτσα ή κάλτσα και το βάνανε στο μέρος που πονούσε ο άρρωστος.
Επίσης έχω ιδεί και καταγράψει πυριά κυνηγόχωμα (κηρήθρα από χώμα από του εντόμου «κυνηγού», από γκαβαλίνες, από σβουνιά, και από τρίμματα σάπιου ξύλου από κορμό δένδρων, ακόμη και από πριονίδια ξύλου. Αναφέρεται ότι το καλύτερο πυρί είναι από τριμμένα τσόφλια αυγών, εμποτισμένα με χολή κατσικιού.
Σε ελαφρότερες περιπτώσεις όταν ο σφάχτης ήταν ελαφρύτερος, τότε χρησιμοποιούσαν κεραμίδι ή πλάκα από πέτρα. Πρώτα έβαζαν το κεραμίδι ή την πέτρα κοντά στην φωτιά και μόλις ζεσταινόταν αρκετά, που να την ανέχεται το σώμα του ασθενή, την τύλιγαν μ’ ένα πανί και την τοποθετούσαν στον ασθενή στο σημείο του σώματος που πονούσε. Αν ήταν πιο καυτό τότε το άφηναν λίγο να κρυώσει ή το έσβηναν με λίγο νερό.
Στην Πηνεία το κεραμίδι ή την πέτρα τα έσβηναν με ξύδι, αντί για νερό, επειδή όπως λέγανε το ξύδι είχε θεραπευτικές ιδιότητες.
Επίσης πιο παλιά παρασκεύαζαν ένα μίγμα το κουρασάνι που το χρησιμοποιούσαν για το χτίσιμο της πέτρας. Αυτό το μίγμα όταν το παρασκεύαζαν του έδιναν μια μορφή πλάκας και την λάξευαν ώστε να είναι λεία. Λέγεται ότι το κουρασάνι κρατούσε την ζέστη περισσότερη ώρα από τα υπόλοιπα υλικά όπως την πέτρα και το κεραμίδι.
Αυτό το αντικείμενο το τύλιγαν με παλιοεφημερίδες ή ξερά φύλλα δένδρων και έπειτα μ’ ένα πανί, συνήθως τουλουπάνι ή σταχτόπανο και το έβαζαν στο μέρος του σφάχτη ή για να ζεσταθεί και να απαλύνει ο πόνος. Αυτές τις μεθόδους τις χρησιμοποιούσαν και για τις κρυάδες. Όποιος είχε κρυάδες του έβαζαν στα πόδια και τα σκέπαζαν για να ζεσταθούν. Στις κρυάδες έβαζαν και ζεστό νερό με τις γνωστές θερμοφόρες. Στην Πηνεία πριν λίγα χρόνια εντόπισα θερμοφόρα από πλαστικό μπουκάλι 1,5 λίτρου που προερχόταν από αναψυκτικό ποτό.
Σε πολλές περιοχές πριν τοποθετήσουν το πυρί πρώτα προέβαιναν σε εντριβές με πετρέλαιο, με ελατοπίσι ή με έκθεμα από βραστούς σπόρους σιναπιού ή με ζεστό κρασί ή και τσίπουρο.
Τους ασθενείς που είχαν κρυάδες, τους τάγιζαν με τριφτιάδες, τους τοποθετούσαν την θερμοφόρα και πολλές φορές φρόντιζαν να τους δίνουν ζεστά ροφήματα. Στον κρυολογημένο έδιναν ιδίως το πόντζι (Πόντς των ξένων), τσίπουρο βρασμένο με πετιμέζι, μέλι ή βρασμένο κονιάκ με ζάχαρη Επίσης έπιναν και ζεστό κρασί και μετά σκεπάζονταν στο κρεβάτι με χοντρά κλινοσκεπάσματα και όταν ίδρωναν άλλαζαν φανέλα. Πιο παλιά στους κρυωμένους όταν είχαν «θέρμες» έστρωναν μπροστά στο τζάκι για να είναι ζεστοί όλη την νύχτα. Όταν το έπινε, ο ζεστός ατμός που εισερχόταν στα σωθικά του έδινε πνοή. Άλλα ζεστά που έδιναν ήταν ο τραχανάς οι χυλοπίτες με κρασί, η κοτόσουπα, που ήταν πολύ νόστιμη με λεμόνι ή με ξινό, το χαμομήλι, το τσάι, αφέψημα από φύλλα ευκαλύπτου, το φασκόμηλο και το καυτό γάλα.
Οι τσοπάνηδες όταν είχαν άνθρωπο στο σπίτι με αναπνευστικά προβλήματα τον έβαζαν να κοιμηθεί μέσα στο καλύβι με τα ζώα (γιδοπρόβατα). Όταν αυτά αναχάραζαν (μηρύκαζαν) την τροφή τους την νύχτα, ανάφεραν οι παλιοί ότι η μυρωδιά από τις ανάσες θεράπευε τα αναπνευστικά προβλήματα.

ΤΟ ΚΑΤΡΑΜΙ

Συλλογή καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Το κατράμιπροέρχεται από την ιταλική λέξη catrameπου σημαίνει πίσσα, κατ’ άλλους προέρχεται από την αραβική (qaṭrān). Είναι ένα κολλώδες και ελαιώδες υγρό, συνήθως με υψηλό ιξώδες, που παράγεται από ανθρακοποίηση με απουσία του οξυγόνου. Χημικώς, αποτελείται από αρωματικούς υδρογονάνθρακες και ρητινικά οξέα. Είναι μια πολυσύνθετη χημική ουσία που αξιοποιείται από τον άνθρωπο εδώ και πολλούς αιώνες.

Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι το κατράμι χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Ελλάδα, από τον Ιπποκράτη ως φάρμακο όπως και για πολλές χρήσεις στην ξυλοναυπηγική. Επίσης, αναφέρεται ότι ο Ηρόδοτος γνώριζε για τη χρήση του κατραμιού από τη Βαβυλώνα. Ακόμη, από επιγραφές και σύντομες αναφορές του Πλίνιου ότι χρησιμοποιούσαν το κατράμι, που παραγόταν από ξύλο για τη στεγανοποίηση της στέγης και την προστασία πολύ μαλακών λίθων.

ΤΟ ΤΡΑΓΟΜΑΛΛΟ Ή ΚΟΖΑ

Καταγραφή επιμέλεια Ηλίας Τουτούνης

Ένα από τα καλλίτερα μαλλιά που επέλεξε να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος από αρχαιοτάτων χρόνων ήταν και το μαλλί από τα γίδια. Αρχικά χρησιμοποίησε το δέρμα του και αργότερα αποτάθηκε στο μαλλί του. Κριτήριο για την αξιολόγηση της ποιότητας του μαλλιού αποτελεί η ηλικία του ζώου. Το καλύτερης ποιότητας μαλλί προέρχεται από ζώα μέχρι τριών ετών καθώς και από τα γαλάρια. Καλής επίσης ποιότητας είναι το μαλλί από δίχρονα ζυγούρια και θηλυκά, ακολουθεί το μαλλί από στέρφα, που δίνουν μακρύ, γερό μαλλί. Το πρώτο μαλλί μετά τη γέννα εκτιμάται πολύ λίγο και χρησιμοποιείται σε μη ορατές επιφάνειες.
Επειδή το γιδόμαλλο είναι ίσιο και σκληρό, για να το χρησιμοποιήσουν έπρεπε πρώτα να το επεξεργαστούν κατάλληλα ώστε αυτό να είναι ιδανικό για τις διάφορες κατασκευές τους. Όταν το καλοκαίρι κούρευαν τα γίδια, έπαιρναν τα γιδόμαλλα και τα άπλωναν σκορπισμένα στο πάτωμα ενός δωματίου. Στην μία πλευρά του δωματίου στερέωναν ένα ξύλο σαν καδρόνι, ή κάρφωναν πατερόπρογκες και τις λυγίζανε κατά τον τοίχο και δένανε τ’ ανάλογα χοντρά σχοινιά, που έφθαναν μέχρι τον απέναντι τοίχο. Αυτά πριν τα χρησιμοποιήσουν τα έβαζαν μέσα στο νερό για να βαρύνει και να σφίξει και αφού είχαν διασκορπίσει την κοζά στο πάτωμα, έπιαναν το σχοινί με το ένα χέρι τους και τ’ άλλο με το άλλο χέρι από τις ελεύθερες άκρες τους. Τότε τα σήκωναν ρυθμικά ψηλά και με δύναμη τα χτυπούσαν στο πάτωμα που ήταν η διασκορπισμένη κοζά. Αυτό με το χτύπημα στο πάτωμα επανειλημμένα χτυπούσε την κοζά και ταυτόχρονα την ανακάτευε. Αυτό γινόταν γι’ αρκετές ώρες, μέχρι να μαλακώσει το γιδόμαλλο. Μόλις καταλάβαιναν ότι μαλάκωσε αρκετά, τότε κατάβρεχαν την κοζά με νερό για να μαλακώσει καλλίτερα και έπειτα το έφτιαχναν τουλούπες.
Επίσης άλλη μέθοδος ήταν και το κτύπημα με λούρες (βέργες). Τοποθετούσαν το γιδόμαλλο κάτω στο πάτωμα και με βέργες το κτυπούσαν πολλές φορές και ταυτόχρονα το αναποδογύριζαν μέχρι να μαλακώσει. Έπειτα και αυτό το ρεντούσαν με νερό και το έκανα τουλούπες.
Τις τουλούπες τις έβαζαν μέσα σε ματαράτσια και έβαζαν επάνω βάρος ή κάθονταν για να κατακάτσει το γιδόμαλλο, στα χωριά έλεγαν να κουσιάξει για να γνέθεται πιο εύκολα και καλά.
Μετά το κούσιασμα το γιδόμαλλο, που ήταν τουλουπιασμένο, ήταν έτοιμο για γνέσιμο με την ρόκα. Κατά την εργασία του γνεσίματος το μπούχιζαν (κατάβρεχαν με λίγο νερό) για να γνέθεται καλλίτερα και να κολλάνε και οι τρίχες, ώστε να μην πέφτουν και χάνονται. Μετά το γνέσιμο το μαλλί το έκαναν κουβάρια, η το τύλιγαν σε μασούρια και ήταν έτοιμο για την ύφανση στο αργαλειό, όπου κατασκεύαζαν τα περίφημα κόζινα σκουτιά. Κόζινα λέγονται διότι κατασκευάζονταν από γιδόμαλλο όπου το σύνολο των μαλλιών το ονόμαζαν κοζά.

Μετά την ολοκλήρωση της μετατροπής της πρώτης ύλης σε νήμα ακολουθούσε το βάψιμο των νημάτων. Στην περίπτωση του μαλλιού το βάψιμο γίνεται σε καζάνι οπού μέσα σε βραστό νερό βυθίζεται σιγά - σιγά το νήμα. Οι βαφές ήταν κατά κανόνα φυτικές από ξερά φύλλα μουριάς, και φλούδια ροδιών έδιναν το κίτρινο χρυσαφί. Τα κρεμμυδότσουφλα το πατατί που ροδίζει, ο κορμός πεύκου έδινε το κανελλί, τα φρέσκα φύλλα μουριάς για το λαδί ανοικτό, οι φλούδες των καρυδιών έδιναν το καφέ ανοικτό, τα ξερά περικάρπια το καφέ σκούρο, το γαλάζιο από ανοικτό γαλάζιο έως σκούρο μπλε γινόταν με τη σαριά, δηλαδή το νερό όπου είχαν ζεματιστεί τα μαλλιά, ριζάρι για το κόκκινο, κρεμεζί για το κόκκινο κρεμεζί. Η στύψη είναι το κοινό στερεωτικό των χρωμάτων. Επίσης το καζάνι έπρεπε να είναι γανωμένο για να βγουν τα χρώματα ζωηρά.
Όλα αυτά τα κόζινα σκουτιά, πριν τα χρησιμοποιήσουν, τα πήγαιναν στις νεροτριβές ή ντριτσέλες όπου εκεί με την πίεση του νερού μαλάκωναν.
Από την κοζά έφτιαχναν σαγίσματα που τα έστρωναν μπροστά από το τζάκι. Τα κόζινα σαγίσματα ήσαν άγρια στην υφή και δυσάρεστα στην επαφή με το δέρμα, ελαφριά, ανθεκτικά τόσο στη χρήση, όσο και σε σχετικά υψηλή θερμοκρασία είναι ζεστά και δεν είναι επικίνδυνα από κάρβουνα και σπίθες, ν’ αρπάξουν φωτιά.
Επίσης κατασκεύαζαν χοντρά κλινοσκεπάσματα για τις παγωμένες νύκτες του χειμώνα, ακόμη ειδικά σαγίσματα για τα ζώα όπου τα σκέπαζαν τον χειμώνα και ιδίως μετά το όργωμα που ήσαν ιδρωμένα για να μην κρυώσουν. Αυτά τα έριχναν και στα καπούλια των ζώων, ακόμη και σε αντελικάτα γίδια κατά τις παγωμένες νύκτες του χειμώνα. Επίσης, χρησιμοποιείτο στη σαγματοποιία, ως εσωτερική επένδυση του σαμαριού. Με την κοζά φτιάχνανε ντορβάδες για να ταγίσουνε τα ζώα, δισάκια για να μεταφέρουν αντικείμενα και χοντρά ματαράτσια για να στίβουνε τις ελιές εκεί που δεν υπήρχε λιοτρίβι και τους ντορβάδες των λιοτριβιών. Τους ντορβάδες των λιοτριβείων τους γέμιζαν με αλεσμένο ελαιόκαρπο και τους τοποθετούσαν στο πιεστήριο, όπου από το ντορβά έβγαινε το λάδι, ενώ το λιοκόκι παρέμενε μέσα σε αυτόν. Οι δε τσοπάνηδες έφτιαχναν τράγιες κάπες για να κρατάνε ζεστασιά, αλλά είχαν και την ιδιαιτερότητα όπου μέσα από αυτές δεν περνούσε το νερό, όσο κι αν έβρεχε. Το νερό γλιστρούσε επάνω στις γιδότριχες και δεν περνούσε μέσα ήταν ένα είδος σημερινού αδιάβροχου. Επίσης με κόζινους ντορβάδες λαγάριζαν το θολωμένο νερό, και το λάδι από την μούργα.
Το γιδόμαλλο χρησιμοποιήθηκε και στις οικοδομές. Με αυτό παρασκεύαζαν και το κουρασάνι, ή το ανακάτευαν με την λάσπη και έχτιζαν ή σοφάτιζαν όπου με την βοήθεια του γιδόμαλλου γίνεται καλλίτερη στερέωση. Ακόμη με γιδόμαλλο έστρωναν τις γωνιές των τζακιών και των φούρνων. Αφού το ανακάτευαν με την λάσπη επίστρωναν τις γωνιές, για να είναι στέρεες και να μη δημιουργούν ρωγμές.
Η τσερέπα είναι ένα παραδοσιακό σκεύος μαγειρικής, που χρησιμοποιείται σαν φούρνος με ξύλα. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα πήλινο καπάκι, με το οποίο σκεπάζουμε το μεταλλικό ταψί μέσα στο οποίο ψήνεται το φαγητό. Το καπάκι αυτό έχει κάποιες ιδιαίτερες προδιαγραφές κατασκευής. Είναι από πηλό που έχει ζυμωθεί μαζί με «τραγόμαλλο» για αντοχή. Πιο παλιά, οι πολεμιστές και οι διάφοροι ιππείς χρησιμοποιούσαν τη σέλα. Η σέλα, ας πούμε, ήταν μικρό σαμάρι, κατασκευασμένο σχεδόν όλο από δέρμα. Για να μην πληγώνεται το ζώο, από την επαφή της σέλας με το κορμί του, ενδιάμεσα χρησιμοποιούσαν διάφορα υλικά. Έβαζαν χονδρό πανί ή τσόχα ή τραγόμαλλο ή συνηθισμένο ψαθί ή σαμάκι.
Ο τερζής, λέξη τούρκικη, ήταν ο ράφτης των χονδρών μάλλινων υφασμάτων.
Πήγαινε σε κάθε χωριό και μάζευε τα υφάσματα από τραγόμαλλο, που έκαναν στον αργαλειό οι γυναίκες. Έπαιρνε τα μέτρα των ανθρώπων κι έκοβε κομμάτια. Μετά έπαιρνε την σακοράφα κι έραβε τις κάπες ή καπότες, που φορούσαν οι βοσκοί κι άλλοι Έλληνες τον περασμένο αιώνα. Δεν ήταν εύκολη η δουλειά του τερζή, λόγω του πάχους και της δυσκαμψίας που είχε τούτο το χονδρό ύφασμα. Ο φραγκοράφτης, αντίθετα, είχε να κάνει με λεπτά υφάσματα. Η κάπα μετά το ράψιμο, ήθελε και ειδικό στρίφωμα για να μην ξεφτίσει. Χρησιμοποιούσε ειδικό εργαλείο, σαν τριπλή σαΐτα. Καασκευαζότα έτσι, όσο νερό και να έπεφτε πάνω της, ο τσοπάνος δεν βρεχόταν. Έκανε και τα διακοσμητικά σχέδια και τα κεντήματα που του ζητούσαν. Σήμερα το επάγγελμα αυτό το συναντάμε μόνο σαν επίθετο ανθρώπων.

Με γιδόμαλλο επιστρώνουν εσωτερικά οι καρδερίνες (γαρδέλια), την φωλιά τους, ενώ παλιά τα παιδιά κατασκεύαζαν μπάλα, πού ήταν ένα τόπι πέτσινο καλογεμισμένο με τραγόμαλλο πού το χτυπούσαμε με το χέρι.

«Ανυφαντής μας τη Λαμπρή
λαμπρά ’ναι φορεμένος.
Φορεϊ τράϊο πουκάμισο
και μια τριχιά ζωμένος.
Κομμάτι από παλιότσαργα
στραβά μαντηλωμένος.
Ανυφαντής μας πλούτηνε
κι άγόρασε μιά μούλα
Άπ’ τόνα πόδ’ ήτανε ’ τσή
κι’ άπ’ ’ άλλο δεν πατάει,
Άπ’ τόνα μάτι ήταν στραβή
κι’ άπ’ ’ άλλο δεν φωτάει».

Φώτο από το διαδίκτυο

ΤΟ ΛΙΘΟΠΑΤΙ Ή ΛΙΘΑΡΟΠΑΤΙ

Λαογραφική καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Παλιά που ο κόσμος από την φτώχεια που τον έδερνε, δεν είχε παπούτσια και έτσι αρκετοί γύριζαν ξυπόλυτοι και οι πατούσες τους είχαν σκληροποιηθεί. Όμως όταν περπατούσαν σε αιχμηρές πέτρες, εσωτερικά στις πατούσες δημιουργούταν ένα σκληρό απόστημα, που το έλεγαν «Λιθοπάτι». Αυτό πονούσε πολύ και δεν μπορούσαν, όχι μόνο να περπατήσουν αλλά ούτε και να πατήσουν το πόδι τους. Πολλοί πίστευαν ότι, λιθοπάτι παθαίνει όποιος πατήσει ξυπόλητος το καβούκι της χελώνας. Γι αυτό όταν συναντούσαν κάποια χελώνα την δρασκέλιζαν για να μην την πατήσουν. Το λιθοπάτι από την χελώνα το γιάτρευαν με επιθέματα ψημένου φύλλου φραγκοσυκιάς.
Στον τόπο μας, για την θεραπεία του λιθοπάτι, έκοβαν ένα κρεμμύδι στην θέση και το άλειφαν με στάχτη και λάδι, στην συνέχεια το έβαζαν επάνω στα κάρβουνα και το έψηναν. Υπήρχε και μια φράση γι’ αυτό: «Κρεμμύδι, στάχτη και λάδι, και το λιθοπάτι πάει!» Αυτό όταν ψηνότανε καλά το τοποθετούσαν, σαν επίθεμα, επάνω στο λιθοπάτι. Αυτό το επαναλάμβαναν αρκετές φορές. Με αυτόν τον τρόπο μαλάκωνε το δέρμα και γινόταν πιο τρυφερό και από μόνο του, έσπαζε και έβγαινε αίμα και πύον και έτσι επιτυγχάνονταν η θεραπεία του λιθοπάτι. Μετά στην πληγή τοποθετούσαν καπνιά με στάχτη από γαϊδουράγκαθο για να κλείσει γρήγορα η πληγή.

Κατάρες που αναφέρονταν στο λιθοπάτι:
-Μπα που να σε πιάσει κακό λιθοπάτι!
-Πόδι και λιθοπάτι!

Ένα δίστιχο δημοτικό τσάκισμα που έχω καταγράψει:
«Από την πόρτα σου περνώ κι απ’ το μονοπάτι,
πονέσανε τα ποδάρια μου, με πιάνει λιθοπάτι.»

Παροιμίες:

-Όποιος έχει άτι, δεν φοβάται λιθοπάτι!
-Ο στραβός κλαίει το μάτι και ο οδοιπόρος το λιθοπάτι!
-Το ψάρι και το πουλί ποτέ δεν λιθοπατεί!»

Κεντρική Σελίδα

Ο Τόπος μας

Παράδοση

Πολυμέσα

Ιστορία

Αναδημοσιεύσεις

Free Joomla! templates by Engine Templates