Λαογραφική συλλογή – καταγραφή Τουτούνης Ηλίας
Οι καλικάτζαροι, είναι μια Ελληνική μυθοπλασία και δοξασία δαιμόνιων, που εμφανίζονται κάθε χρόνο, κατά το Δωδεκαήμερο δηλαδή από τις 25 Δεκέμβρη έως 6 Γενάρη.
Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία αυτές τις μέρες, όπου τα νερά είναι αβάφτιστα, οι καλικάντζαροι βγαίνουν από τη γη, με απώτερο σκοπό να πλησιάσουν τους ανθρώπους, να διασκεδάσουν και να τους πειράξουν με διάφορα καμώματα.
Οι καλικάτζαροι, πλην του Δωδεκαήμερου, τον υπόλοιπο χρόνο μένουν στα έγκατα της γης και πριονίζουν το δένδρο που κρατά τη γη. Βγαίνουν δε στην επιφάνεια κοντά στο τέλος της εργασίας τους, από το φόβο μήπως τελικά, η ετοιμόρροπη γη τους, πλακώσει και για να γιορτάσουν πρόσκαιρα τη νίκη τους. Όταν δε κατεβαίνουν βρίσκουν το δένδρο θρεμμένο πάλι και ακέραιο και ξαναρχίζουν το πριόνισμα. Το δένδρο των Χριστουγέννων συμβολίζει αυτή ακριβώς την ακεραιότητα και τη Θεϊκή δύναμη και προστασία με την παρουσία του Χριστού.
Το παρακάτω διήγημα βρισκόταν στο αρχείο μας χρόνια μαζί με πολλά άλλα που αφορούν την Ηλεία.
Η φράση «Αντίο Γλαρέντζα», ακουγόταν στα χωριά μας και την προφέραμε για κάτι που χάσαμε.
Μας τη θύμισε ο αγαπητός ξάδελφος Δημήτρης Παπαντώνης με αφορμή το δημοσίευμά μας, «Ναυμαχία ανοιχτά της Κυλλήνης (Γλαρέντζας) το 1825».
Ρώτησε αν γνωρίζουμε από πού βγαίνει ή τι σημαίνει η φράση, «Αντίο Γλαρέντζα»;
Απαντήσαμε τότε ότι, η μόνη πηγή που έχουμε ως τώρα είναι το διήγημα του Νίκου Καραντινού που περιγράφει τον Μήτσο από την Ανδραβίδα αλλά και τον αστρίτη που εμπόδισε τον μικρό ταξιδευτή να φτάσει στην πολυπόθητη Γλαρέντζα.Ο μικρός καθυστέρησε και δεν πρόκανε να ανέβει στο καΐκι με τα ζώα και τους τσαμπάσιδες. Αντίο Γλαρέντζα, έσπευσε να του πει ο πατέρας του που γνωρίζε την "κάψα" που είχε ο μικρός για αυτό το ταξίδι. Δηλαδή αφού άργησες και έχασες τη «Μπακόκα», ξέχασε τώρα και τη Γλαρέντζα.
Εξετάζουμε όμως και μιά δεύτερη εκδοχή της φράσης αυτής που ίσως να προέρχεται από την εγκαταλειμμένη Γλαρέντζα[1] ή Clarentia ή Clarence που ήταν κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας, σημαντική οχυρωμένη πόλη και λιμάνι της Πελοποννήσου. Μπορεί δηλαδή να επικράτησε όταν την αποχερετούσαν οι κάτοικοί της που για κάποιο λόγο μετοίκησαν σε άλλους προορισμούς.