Καλώς ορίσατε στην αρχαιότερη ιστοσελίδα της Ηλείας, στο Αντρώνι και στην Ορεινή Ηλεία.

Είναι οι κατάφυτες διαδρομές μέσα στις βελανιδιές και στα πλατάνια στο κέντρο της Κάπελης με τις απόκρημνες πλαγιές, τα σκιερά φαράγγια με τις πολλές σπηλιές, τους καταρράκτες, τους νερόμυλους και τις νεροτριβές, με τις δροσερές πηγές και τα καθαρά ποτάμια... Με τα πετρόχτιστα σπίτια, τα νόστιμα φαγητά και το καλό κρασί, τα αρχοντικά γλέντια και τους φιλόξενους κατοίκους.

Frontpage

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΥΜΑΝΘΟΥ 23.08.2009

ΜΕ ΤΟΝ ΗΛΙΑ ΤΟΥΤΟΥΝΗ ΚΑΙ ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟ ΣΕ ΑΜΟΝΤΑΡΙΣΤΟ ΒΙΝΤΕΟ

Καρπέτα, ο εγκαταλειμμένος νερόμυλος,

Σταυροδρόμι, Κουτούγερος,

Δροσιά (Προστοβίτσα) Τριταίας, η Βρύση της αγάπης,

Κούμπερι Αχαΐας,

Αρχαία Τριταία,

Κάλανος, Μονή Παναγίας Χρυσοποδαρίτισσας,

Πλατανιώτισσα Αχαΐας,

Λυκούρια, Μνημείο Χελωνοσπηλιάς

Δείτε επίσης: ΚΥΚΛΩΠΕΙΑ ΤΕΙΧΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΡΥΜΑΝΘΟΥ

ΦΟΥΡΝΟΣ ΚΑΙ ΦΟΥΡΝΑΡΙΟ…!

Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Ένα από τα απαραίτητα βοηθητικά κτίσματα στην συστάδα του κάθε νοικοκυριού στην ύπαιθρο, ήταν και το φουρναριό με τον φούρνο. Ο φούρνος ήταν ένα ιδιαίτερο κτίσμα που δεν αποτελούσε αποθηκευτικό χώρο, αλλά ανήκε στα ακίνητα εργαλεία παρασκευής ψωμιού και φαγητού. Συνήθως κατασκευαζόταν μέσα σε κατώι, ή στην αποθήκη ή και στον αυλοίο χώρο του σπιτιού. Μια παροιμιώδης φράση αναφέρει την αναγκαιότητα του κάθε νοικοκυριού να έχει δικό του φούρνο: «Σπίτι δίχως φούρνο, γρέκι δίχως πράματα!»

ΜΑΤΑΡΑΤΣΙ…!

Καταγραφή Ηλίας Τουτούνης

Από αρχαιοτάτων χρόνων, μέχρι και πριν 50 χρόνια περίπου προτού ακόμα η βιομηχανοποίηση παραμερίσει την οικοτεχνία, οι άνθρωποι μόνοι τους κατασκεύαζαν διαφόρων ειδών εργαλεία για τις καθημερινές ανάγκες τους. Ένα εξ αυτών ήταν και το ματαράτσι. Αυτό ήταν ένα υφαντό, δηλαδή σάκος υφασμένος στον αργαλειό, και ραμμένος όπου τον χρησιμοποιούσαν για διάφορες ανάγκες των κατοίκων της κυρίως της υπαίθρου.

Για να κατασκευάσουν ένα ματαράτσι το ύφαιναν κυρίως με σπάρτο. Αυτά συνήθως ήταν μεγάλοι σάκοι που τα χρησιμοποιούσαν ως σάκους μεταφοράς που χωρούσαν περίπου 80 οκάδες και τα μεγαλύτερα τα χρησιμοποιούσαν, ως στρώματα ύπνου.

Αυτό που ύφαιναν υπολόγιζαν το επιθυμητό μήκος που ήθελαν για το ανάλογο σακί και εκεί που τελείωνε έκοβαν το στημόνι. Στημόνι είναι οι κλωστές όπου ενδιάμεσά τους περνάει η σαΐτα του αργαλειού με το υφάδι και υφαίνεται το βιλάρι. Το υφάδι δεν το πέρναγαν με σαΐτες αλλά με μασούρια ξύλινα, αρκετά μακρύτερα από αυτά πού χρησιμοποιούσαν στις σαΐτες. Το υφάδι δεν το πέρναγαν με σαΐτες αλλά με μασούρια ξύλινα, αρκετά μακρύτερα από αυτά πού χρησιμοποιούσαν στις σαΐτες. Το υφάδι δεν το πέρναγαν με σαΐτες αλλά με μασούρια ξύλινα, αρκετά μακρύτερα από αυτά που χρησιμοποιούσαν στις σαΐτες. Το στημόνι ήταν από μαλλί προβάτου, όταν ύφαιναν μαντανίες, βαμβακερό ή λινό νήμα όταν ύφαιναν κουβέρτες ή στρίμα ή σπάρτο όταν ύφαιναν σαΐσματα, κουρελούδες, ματαράτσια κλπ). Έπειτα έπαιρναν το βιλάρι που είχαν, αφού πρώτα έδεναν, ανά ζεύγος κόμπους τις κλωστές του στημονιού, για να μην ξεφτίσει.

ΕΤΣΙ ΣΥΝΕΛΗΦΘΗΝ…!

Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος

Αφήγηση - μαρτυρία του Α.Δ., αντάρτη από χωριό της Ορεινής Ηλείας, που αναφέρει πως συνελήφθηκε το 1949.
Στην κορυφή του λόφου είχαμε βρει ένα γκρεμισμένο πέτρινο παλιοκάλυβο μέσα στα κατσοπρίνια. Οι τοίχοι του είχανε πέσει και ίσα- ίσα για ανάχωμα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε, για να μην μας τρουπήσει καμιά αδέσποτη. Περιμέναμε ότι θα δεχτούμε επίθεση. Είχαμε προνοήσει και μαζέψαμε ξερά κλαδιά και τα είχαμε κουβαλήσει δίπλα στο παλιοκάλυβο να πυρωνόμαστε την νύχτα. Το χάραμα όταν καταλάβαμε ότι φτάσανε οι κερατάδες, αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε την πιασά μας. Κρατήσαμε κάμποσο και μόλις αρχίσανε ν’ ανεβαίνουνε οι κερατάδες, ρίξαμε κάμποσα φυσίγγια στην φωτιά και αφού εγκαταλείψαμε το ύψωμα πέσαμε πίσω να περάσουμε στο πέρασμα να βγούμε κάτου στην ποταμιά και να σκαλώσουμε την από ’κεί μεριά. 
Μόλις εκείνοι ζυγώσανε στο σείραχο, τότενες πυρώσανε τα φυσίγγια που είχαμε ρίξει στη φωτιά κι αρχίσανε να σκάνε η μια μετά την άλλη. Αυτοί νομίσανε ότι είμαστε εκεί στο καλύβι και το υπερασπιζόμαστε και έτσι κάνανε πίσω. Σε κάποια στιγμή κυκλώσανε το τούμπι και ρίνανε απάνου κατ’ απάν’, νομίζοντας ότι μας είχανε στο χέρι. Μόλις κιώσανε τα φυσίγγια της φωτιάς, κάνανε ντου και μείνανε μ’ ανοικτό το στόμα, άδειος ο τόπος, ούτε ένας τραυματίας ούτε σκοτωμένος, εμείς είχαμε γίνει άρατοι. Βλέπεις ευφτούνο το κόλπο μας έδωκε μεγάλο τράτο να λακίξουμε μακριά. 

Η ΚΟΥΡΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ

Γράφει: ο Κώστας Παπαντωνόπουλος

Κούρνια λέγεται το σημείο που επιλέγει κάθε πτηνό άγριο ή ήμερο για να κοιμάται συνεχώς ή και να κοιμηθεί μια νύχτα.

Τ’ άγρια πτηνά από μόνα τους επιλέγουν που θα διανυχτερέψουν και οι επιλογές των είναι δύο ειδών. Αυτά που είναι μόνιμα σ’ ένα τόπο όπου επιλέγουν ένα σημείο και το βράδυ μετά την περιπλάνηση της ημέρας επιστρέφουν στο σημείο που έχουν επιλέξει και κουρνιάζουν.

Τα δε αποδημητικά πουλιά κατά την μετακίνησή τους, αλλάζουν συνεχώς τόπο, από το απόγευμα σταματούν την μετακίνησή τους, αναζητούν τροφή και νερό και μετά το φαγητό επιλέγουν ένα σημείο όπου θα κουρνιάσουν για να περάσουν την νύχτα τους.

Τα ντόπια άγρια πτηνά αν ένα βράδυ για οποιοδήποτε λόγο δεχθούν επίθεση ή οτιδήποτε άλλο, αλλάζουν κούρνια.

Τα πουλιά για ασφάλεια διαλέγουν ένα κλαδί επάνω σε δέντρο που να το "κρατάει" δηλαδή να μην λυγίζει με το βάρος του και να έχει την δυνατότητα τα δάκτυλα με τα νύχια του να γαντζώνονται ώστε και κοιμώμενο να κρατάει την ισορροπία του.

Τα πουλιά δεν πέφτουν σε βαρύ ύπνο ακόμη και την νύχτα, είναι πανέτοιμα σε περίπτωση κινδύνου να πετάξουν. Όταν είναι ζευγάρι τότε κοιμούνται εναλλάξ.

Κεντρική Σελίδα

Ο Τόπος μας

Παράδοση

Πολυμέσα

Ιστορία

Αναδημοσιεύσεις

Free Joomla! templates by Engine Templates